Jump to content

Εν Αρχή Ην Ο ...ποιητικός Λόγος!


tik-tak

Recommended Posts

Για σας θα κάνω μια καλύτερη τιμή

είπε το Τίποτα στο Κάτι

και κείνο, το ηλίθιο, τόχαψε.

--------------------------

ΑΠΡΟΣΔΟΚΙΕΣ

Θεέ μου τι δεν μας περιμένει ακόμα.

Κάθομαι εδώ και κάθομαι

Βρέχει χωρίς να βρέχει

όπως όταν σκιά

μας επιστρέφει σώμα.

Κάθομαι εδώ και κάθομαι.

Εγώ εδώ, απέναντι η καρδιά μου

και πιο μακριά

η κουρασμένη σχέση μου μαζί της.

Έτσι για να φαινόμαστε πολλοί

κάθε που μας μετράει το άδειο.

Φυσάει άδειο δωμάτιο.

Πιάνομαι γερά από τον τρόπο μου

που έχω να σαρώνομαι.

Νέα σου δεν έχω.

Η φωτογραφία σου στάσιμη.

Κοιτάζεις σαν ερχόμενος

χαμογελάς σαν όχι.

Άνθη αποξηραμένα στο πλάι

σου επαναλαμβάνουν ασταμάτητα

το άκρατο όνομά τους semprevives

semprevives - αιώνιες, αιώνιες

μην τύχει και ξεχάσεις τι δεν είσαι.

Με ρωτάει ο καιρός

από πού θέλω να περάσει

που ακριβώς τονίζομαι

στο γέρνω ή στο γερνώ.

Αστειότητες

Κανένα τέλος δεν γνωρίζει ορθογραφία.

Νέα σου δεν έχω.

Η φωτογραφία σου στάσιμη.

Όπως βρέχει χωρίς να βρέχει.

--------------------------

Ο ΠΛΗΘΥΝΤΙΚΟΣ ΑΡΙΘΜΟΣ

Ο έρωτας,

όνομα ουσιαστικόν,

πολύ ουσιαστικόν,

ενικού αριθμού,

γένους ούτε θηλυκού ούτε αρσενικού,

γένους ανυπεράσπιστου.

Πληθυντικός αριθμός

οι ανυπεράσπιστοι έρωτες.

Ο φόβος,

όνομα ουσιαστικόν

στην αρχή ενικός αριθμός

και μετά πληθυντικός

οι φόβοι.

Οι φόβοι

για όλα από δω και πέρα.

Η μνήμη,

κύριο όνομα των θλίψεων,

ενικού αριθμού

μόνον ενικού αριθμού

και άκλιτη.

Η μνήμη, η μνήμη, η μνήμη.

Η νύχτα,

Όνομα ουσιαστικόν,

Γένους θηλυκού,

Ενικός αριθμός.

Πληθυντικός αριθμός

Οι νύχτες.

Οι νύχτες από δω και πέρα.

---------------------------

Η ΠΕΡΙΦΡΑΣΤΙΚΗ ΠΕΤΡΑ

Μίλα .

Πες κάτι, οτιδήποτε.

Μόνο μη στέκεις σαν ατσάλινη απουσία.

Διάλεξε έστω κάποια λέξη,

Που να σε δένει πιο σφιχτά

Με την αοριστία.

Πές:

«άδικα»,

«δέντρο»,

«γυμνό».

Πές:

«θα δούμε».

«αστάθμητο»,

«βάρος».

Υπάρχουν τόσες λέξεις που ονειρεύονται

Μια σύντομη, άδετη, ζωή με τη φωνή σου.

Μίλα.

Έχουμε τόση θάλασσα μπροστά μας.

Εκεί που τελειώνουμε εμείς

Αρχίζει η θάλασσα.

Πές κάτι.

Πές «κύμα», που δεν στέκεται.

Πές «βάρκα» που βουλιάζει

Αν την παραφορτώσεις με προθέσεις.

Πές «στιγμή»,

Που φωνάζει βοήθεια ότι πνίγεται,

Μην τη σώσεις,

Πες,

«δεν άκουσα».

Μίλα.

Οι λέξεις έχουν έχθρες μεταξύ τους,

Έχουν τους ανταγωνισμούς:

Αν κάποια απ’αυτές σε αιχμαλωτίσει,

Σ’ελευθερώνει άλλη.

Τράβα μια λέξη απ΄τη νύχτα

Στην τύχη.

Ολόκληρη νύχτα στην τύχη.

Μη λές «ολόκληρη»,

Πες «ελάχιστη»,

Που σ’αφήνει να φύγεις.

Ελάχιστη αίσθηση,

Λυπη ολόκληρη δική μου.

Ολόκληρη νύχτα.

Μίλα.

Πές «αστέρι», που σβήνει.

Δεν λιγοστεύει η σιωπή με μια λέξη.

Πες «πέτρα»,

Που είναι άσπαστη λέξη.

Έτσι, ίσα ίσα

Να βάλω έναν τίτλο

Σ’αυτή τη βόλτα την παραθαλάσσια.

-------------------------

ΑΝΑΛΑΜΠΕΣ ΤΗΣ ΑΝΥΠΑΡΞΙΑΣ

[...]

Νοτιάς. Πονούν θανάσιμα τα κόκαλα.

Εννοώ εκείνες τις ατομικές μας κρεμάστρες

Να ταξιδεύει ατσαλάκωτο το σχήμα μας

Πλασιέ εδώ εκεί της διάρκειάς μας.

[...]

-----------------------------------------

ΑΣΥΜΒΙΒΑΣΤΑ

Όλα τα ποιήματά μου για την άνοιξη

Ατελείωτα μένουν.

Φταίει που πάντα βιάζεται η άνοιξη,

Φταίει που πάντα αργεί η διάθεση μου.

Γι’αυτό αναγκάζομαι

Κάθε σχεδόν ποίημά μου για την άνοιξη

Με μια εποχή φθινοπώρου

Ν’αποτελειώνω.

Κική Δημουλά

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

  • Απαντήσεις 415
  • Created
  • Last Reply

ΣΧΕΔΙΟ ΜΕ ΒΡΟΧΗ

Ένας γέρος σταμάτησε στη γωνιά καθώς πήρε να βρέχει.

Θλιβερός, ετοιμόρροπος γέρος σα φτιαγμένος από ένα σωρό

τσαλακωμένα χαρτιά

που άρχισαν κιόλας να μουσκεύουν κάτω απ' τη βροχή,

θέ μου, τα χαρτιά λυώνουν - μια ομπρέλλα, λοιπόν, ηλίθιοι δε

βλέπετε,αυτός ο άνθρωπος θα διαλυθεί. Χαρτιά από παλιά ερωτικά

γράμματα,

λευκώματα, παιδικές επιστολές στο Θεό,

χαρτιά από εξώσεις, κατασχέσεις, δικογραφίες δολοφόνων,

αποδείξεις από πανάρχαια χρέη και παλιά, ξεθωριασμένα

χειρόγραφα

λησμονημένων ποιητών.

Και πάντα η βροχή ήρεμη, σιωπηλή

τυλίγοντας τον κόσμο σ' ένα γκρίζο , κουρελιασμένο πανί

σαν ένα χέρι που τόκοψαν και παν να το θάψουν.

Ήρεμη, ταπεινή βροχή, γεμάτη συγχώρεση.

ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗς

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος

δεν θα πάψεις ούτε στιγμή ν' αγωνίζεσαι για την ειρήνη και για το δίκιο.

Θα βγεις στους δρόμους, θα φωνάξεις, τα χείλια σου θα ματώσουν απ' τις φωνές

το πρόσωπό σου θα ματώσει από τις σφαίρες μα ούτε βήμα πίσω.

Κάθε κραυγή σου μια πετριά στα τζάμια των πολεμοκάπηλων

κάθε χειρονομία σου σα να γκρεμίζεις την αδικία.

Και πρόσεξε: μη ξεχαστείς ούτε στιγμή. 

Έτσι λίγο να θυμηθείς τα παιδικά σου χρόνια

αφήνεις χιλιάδες παιδιά να κομματιάζονται την ώρα που παίζουν ανύποπτα στις πολιτείες

μια στιγμή αν κοιτάξεις το ηλιοβασίλεμα

αύριο οι άνθρωποι θα χάνονται στην νύχτα του πολέμου

έτσι και σταματήσεις μια στιγμή να ονειρευτείς

εκατομμύρια ανθρώπινα όνειρα θα γίνουν στάχτη κάτω απ΄τις οβίδες.

Δεν έχεις καιρό

δεν έχεις καιρό για τον εαυτό σου

αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.

Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος

μπορεί να χρειαστεί ν' αφήσεις τη μάνα σου, την αγαπημένη ή το παιδί σου.

Δε θα διστάσεις.

Θ' απαρνηθείς την λάμπα σου και το ψωμί σου

θ' απαρνηθείς τη βραδινή ξεκούραση στο σπιτικό κατώφλι

για τον τραχύ δρόμο που πάει στο αύριο.

Μπροστά σε τίποτα δε θα δειλιάσεις και ούτε θα φοβηθείς.

Το ξέρω, είναι όμορφο ν' ακούς μια φυσαρμόνικα το βράδυ, να κοιτάς εν' άστρο, να ονειρεύεσαι

είναι όμορφο σκυμμένος πάνω απ΄ το κόκκινο στόμα της αγάπης σου

να την ακούς να λεει τα όνειρα της για το μέλλον.

Μα εσύ πρέπει να τ' αποχαιρετήσεις όλ' αυτά και να ξεκινήσεις

γιατί εσύ είσαι υπεύθυνος για όλες τις φυσαρμόνικες του κόσμου,

για όλα τ' άστρα, για όλες τις λάμπες και για όλα τα όνειρα

αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.

Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος

μπορεί να χρειαστεί να σε κλείσουν φυλακή για είκοσι ή και περισσότερα χρόνια

μα εσύ και μες στη φυλακή θα θυμάσαι πάντοτε την άνοιξη, τη μάνα σου και τον κόσμο.

Εσύ και μες απ' το τετραγωνικό μέτρο του κελιού σου

θα συνεχίζεις το δρόμο σου πάνω στη γη.

Κι όταν μες στην απέραντη σιωπή, τη νύχτα

θα χτυπάς τον τοίχο του κελιού σου με το δάχτυλο

απ' τ' άλλο μέρος του τοίχου θα σου απαντάει η Ισπανία.

Εσύ, κι ας βλέπεις να περνάν τα χρόνια σου και ν' ασπρίζουν τα μαλλιά σου

δε θα γερνάς.

Εσύ και μες στη φυλακή κάθε πρωί θα ξημερώνεσαι πιο νέος

αφού όλο και νέοι αγώνες θ' αρχίζουμε στον κόσμο

αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.

Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος

θα πρέπει να μπορείς να πεθάνεις ένα οποιοδήποτε πρωινό.

Αποβραδίς στην απομόνωση θα γράψεις ένα μεγάλο τρυφερό γράμμα στη μάνα σου

θα γράψεις στον τοίχο την ημερομηνία, τ' αρχικά του ονόματός σου και μια λέξη: Ειρήνη

σα νάγραφες όλη την ιστορία της ζωής σου.

Να μπορείς να πεθάνεις ένα οποιοδήποτε πρωινό

να μπορείς να σταθείς μπροστά στα έξη ντουφέκια

σα να στεκόσουνα μπροστά σ' ολάκερο το μέλλον.

Να μπορείς, απάνω απ' την ομοβροντία που σε σκοτώνει

εσύ ν' ακούς τα εκατομμύρια των απλών ανθρώπων που τραγουδώντας πολεμάνε για την ειρήνη.

Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος

Τ.Λειβαδίτης

:mellow:

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

  • 3 weeks later...

Τουλάχιστον με πλάνες ας γελιούμαι τώρα·

την άδεια την ζωή μου να μη νιώθω.

Και ήμουνα τόσες φορές τόσο κοντά.

Και πώς παρέλυσα, και πώς δειλίασα·

γιατί να μείνω με κλειστά τα χείλη·

και μέσα μου να κλαίει η άδεια μου ζωή,

και να μαυροφορούν οι επιθυμίες μου.

Τόσες φορές τόσο κοντά να είμαι

στα μάτια, και στα χείλη τα ερωτικά,

στ’ ονειρεμένο, το αγαπημένο σώμα.

Τόσες φορές τόσο κοντά να είμαι.

ένα όμορφο ερωτικό ποιημα....

απομάκρυνα τις δυο πρωτες στροφές ...είναι πρωτοβουλία δικιά μου ,

γιατί νομίζω οτι μπορούν να προσαρμοστούν σε κάθε

"ορφανή" , "προδομένη" επιθυμία μας...σε κάθε στιγμή

δειλίας μας που μας στέρησε την πραγμάτωση...είναι ποιήμα

του Καβάφη ..."Σεπτέμβρης 1903"...εσκεμμένα δεν τονισα το

τιτλο και τον ποιητή , για να μην διαβαστεί από την αρχή

υπο το πρίσμα της ζωής του Καβάφη,αλλά να αφεθεί

"ελεύθερο" να προσαρμοστεί στη ζωή του κάθε αναγνώστη

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

τικ τακ το ονομα καβαφης είναι απόλυτα δοσμένο σε κάθε στίχο του ποιητή, σε καθε σειρά λέξεων που φαντάστηκε και συνέταξε.. :rolleyes

είναι λίγο δύσκολο να διαβάσεις 1,2 στίχους του χωρίς να σκεφτείς αντανακλαστικά τον ίδιο :rolleyes:

και απο κει και πέρα...

είναι πολύ δύσκολο μετα την ανάγνωση 2,3 στίχων να μην προσαρμόσεις τους ίδιους στίχους στην ίδια σου τη ζωή :rolleyes:

υγ:

"νύχτες ακόλαστες, πιοτά, σφοδρά συμπλέγματα, γιγάντιες σα θόλοι ναού, ηδονές.

Κι άγνωστες, περ' από κάθε πρόσχημα, τραχειές, σα νίκες, αμαρτίες.

Και το πρωί επεστρεφε μόνος κι εξαντλημένος κι ώριμος κομίζοντας, σα μια καινούρια αγνότητα,

το νέο αμαρτωλό του ποίημα." ("Καβάφης" Τάσος Λειβαδίτης)

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

εχεις απόλυτο δίκιο!!!

ετσι είναι,η ποιήση του Καβάφη εχει την ευφύια , το μεγαλείο

να μην αποτελεί (φανερή,απροκάλυπτη) προσωπική κατάθεση του ποιητή...

ο ποιητής   σκηνοθετεί, βάζει το πλαίσιο, εκφράζει μεν τα "δικά του,τα καβαφικά", αλλά

έξυπνα έχει κάνει άνοιγμα και το χαρίζει στον καθένα μας να τοποθετήσουμε

μέσα τα δικά μας ...γι'αυτο και δεν έχει να κάνει αν είσαι νεος ή γέρος,

τι σεξουαλικές προτιμήσεις έχεις, σε ποιο ιστορικό πλαίσιο αναφέρεται το ποιήμα...

απλώς σκηνοθετεί και αφήνει τους ηθοποιούς (αισθηματά του/εμπειρίες του

και αισθήματά μας/εμπειρίες μας) να πάρουν τη θέση τους και να παίξουν

το ρόλο τους...γενναιόδωρη, τελικά, η ποιηση του Καβάφη, που -ενώ

είναι προσωπικό εργαλείο- το χαρίζει στον κάθε αναγνώστη...

γι'αυτό και πιστεύω οτι περιορίζει η προσέγγιση των ποιημάτών του 

 έχοντας χτυπητά στο μυαλό μας το ποιον του...αυτό μας έκαναν και στο σχολείο

θυμάμαι...χιχιχ...μας τον χωρισαν ,επίσης, σε "διδακτικό" και "ιστορικό" Καβάφη...

....το λεει εξάλλου  ο ιδιος   σε ενα ποιημά του,τα Κρυμμένα...το παραθέτω κι

εδώ να υπάρχει:

Κρυμμένα

Aπ’ όσα έκαμα κι απ’ όσα είπα

να μη ζητήσουνε να βρουν ποιος ήμουν.

Εμπόδιο στέκονταν και μεταμόρφωνε

τες πράξεις και τον τρόπο της ζωής μου.

Εμπόδιο στέκονταν και σταματούσε με

πολλές φορές που πήγαινα να πω.

Οι πιο απαρατήρητές μου πράξεις

και τα γραψίματά μου τα πιο σκεπασμένα —

από εκεί μονάχα θα με νιώσουν.

Aλλά ίσως δεν αξίζει να καταβληθεί

τόση φροντίς και τόσος κόπος να με μάθουν.

Κατόπι — στην τελειοτέρα κοινωνία —

κανένας άλλος καμωμένος σαν εμένα

βέβαια θα φανεί κ’ ελεύθερα θα κάμει

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

Ο ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ

Γρήγορα που σκοτεινιάζει. Φθινοπώριασε

δεν αντέχω τους ανθρώπους άλλο. Χώρια εσέ

Που μιλάς και η νύχτα κλαίει σαν το σκύλο σου

προδομένος απομένει - ποιος; Ο φίλος σου

Αγαμέμνων Αγαμέμνων άμοιρε που σου-

που σου 'μελλε να το 'βρεις απ' τη γυναίκα σου

Ασ' τον άνεμο να λέει άσ' τον να λυσσά

κάποιος θα 'ναι ο Αγαμέμνων κάποια η φόνισσα

Κάποτε κι εσύ θα φτάσεις - ποιος; Ο νικητής

αλλά βασιλιάς μιας χώρας ακατοίκητης

Και το ένα σου Αγαμέμνων και το δέκα σου

θα μετράει στα δάχτυλα της η γυναίκα σου.

Οδυσσεας Ελυτης, απο τα «Τα Ρω του Ερωτα»

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

δεν αντέχω τους ανθρώπους άλλο

"κι αν ο αγέρας φυσά δε μας δροσίζει

κι ο ίσκιος μένει στενός κάτω από τα κυπαρίσσια

κι όλο τριγύρω ανηφοροι στα βουνά

μας βαραίνουν

οι φίλοι που δεν ξέρουν πια πώς να πεθάνουν" (γ.σεφέρης)

"και πόσο παράξενα αντρειεύεσαι μιλώντας με τους πεθαμένους

όταν δε φτάνουν πια οι ζωντανοί που σου απομείναν"(γ.σεφέρης)..

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

με κανει ευτυχη το οτι υπαρχει ενα τετοιο τοπικ στο φορουμ

και με κανει κι ευτυχη το γεγονος οτι βλεπω κοσμο πανω κατω στην ηλικια μου που διαβαζει ποιηση στην ελλαδα του σημερα

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

:) ενα για σενα σηλια,που νομιζω θα σ'αρεσει...

Σάρκινος λόγος

Ι.

Τί ὄμορφη ποὺ εἶσαι. Μὲ τρομάζει ἡ ὀμορφιά σου. Σὲ πεινάω. Σὲ διψάω.

Σοῦ δέομαι: Κρύψου, γίνε ἀόρατη γιὰ ὅλους, ὁρατὴ μόνο σ᾿ ἐμένα.

Καλυμένη ἀπ᾿ τὰ μαλλιά ὡς τὰ νύχια τῶν ποδιῶν μὲ σκοτεινὸ διάφανο πέπλο

διάστικτο ἀπ᾿ τοὺς ἀσημένιους στεναγμοὺς ἐαρινῶν φεγγαριῶν.

Οἱ πόροι σου ἐκπέμπουν φωνήεντα, σύμφωνα ἰμερόεντα.

Ἀρθρώνονται ἀπόρρητες λέξεις. Τριανταφυλλιὲς ἐκρήξεις ἀπ᾿ τὴ πράξη τοῦ ἔρωτα.

Τὸ πέπλο σου ὀγκώνεται, λάμπει πάνω ἀπ᾿ τὴ νυχτωμένη πόλη μὲ τὰ ἠμίφωτα μπάρ,

τὰ ναυτικὰ οἰνομαγειρεῖα.

Πράσινοι προβολεῖς φωτίζουνε τὸ διανυκτερεῦον φαρμακεῖο.

Μιὰ γυάλινη σφαῖρα περιστρέφεται γρήγορα δείχνοντας τοπία τῆς ὑδρογείου.

Ὁ μεθυσμένος τρεκλίζει σὲ μία τρικυμία φυσημένη ἀπ᾿ τὴν ἀναπνοὴ τοῦ σώματός σου.

Μὴ φεύγεις. Μὴ φεύγεις. Τόσο ὑλική, τόσο ἄπιαστη.

Ἕνας πέτρινος ταῦρος πηδάει ἀπ᾿ τὸ ἀέτωμα στὰ ξερὰ χόρτα.

Μιὰ γυμνὴ γυναῖκα ἀνεβαίνει τὴ ξύλινη σκάλα κρατώντας μιὰ λεκάνη μὲ ζεστὸ νερό.

Ὁ ἀτμὸς τῆς κρύβει τὸ πρόσωπο.

Ψηλὰ στὸν ἀέρα ἕνα ἀνιχνευτικὸ ἑλικόπτερο βομβίζει σὲ ἀόριστα σημεῖα.

Φυλάξου. Ἐσένα ζητοῦν. Κρύψου βαθύτερα στὰ χέρια μου.

Τὸ τρίχωμα τῆς κόκκινης κουβέρτας ποὺ μᾶς σκέπει, διαρκῶς μεγαλώνει.

Γίνεται μία ἔγκυος ἀρκούδα ἡ κουβέρτα.

Κάτω ἀπὸ τὴ κόκκινη ἀρκούδα ἐρωτευόμαστε ἀπέραντα,

πέρα ἀπ᾿ τὸ χρόνο κι ἀπ᾿ τὸ θάνατο πέρα, σὲ μιὰ μοναχικὴ παγκόσμιαν ἕνωση.

Τί ὄμορφη ποὺ εἶσαι. Ἡ ὀμορφιά σου μὲ τρομάζει.

Καὶ σὲ πεινάω. Καὶ σὲ διψάω. Καὶ σοῦ δέομαι: Κρύψου.

Ἀθήνα 18.11.80

απο τα "ερωτικα" του ριτσου

(να φανταστεις,το γραφε μια βδομαδα πριν γεννηθω :lol: )

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

:rolleyes:emarup Ρίτσος!!!Από τους αγαπημένους μου Δωρούλα...

Από ''Τέταρτη Διάσταση'' μου αρέσει πολύ...

Η "ΣΟΝΑΤΑ ΤΟΥ ΣΕΛΗΝΟΦΩΤΟΣ"...(ένα απόσπασμα γιατί είναι μεγάλο)

Άφησέ με να 'ρθω μαζί σου. Τί φεγγάρι απόψε!

Είναι καλό το φεγγάρι - δεν θα φαίνεται

που ασπρίσαν τα μαλλιά μου. Το φεγγάρι

θα κάνει πάλι χρυσά τα μαλλιά μου. Δεν θα καταλάβεις.

Άφησέ με να ρθω μαζί σου.

Όταν έχει φεγγάρι μεγαλώνουν οι σκιές μές στο σπίτι,

αόρατα χέρια τραβούν τις κουρτίνες,

ένα δάχτυλο αχνό γράφει στη σκόνη του πιάνου

λησμονημένα λόγια - δεν θέλω να τ΄ακούσω. Σώπα.

Άφησέ με να ρθω μαζί σου

λίγο πιό κάτω - ως τη μάντρα του τουβλάδικου,

ως εκεί που στρίβει ο δρόμος και φαίνεται

η πολιτεία τσιμεντένια κι αέρινη, ασβεστωμένη

με φεγγαρόφωτο, τόσο αδιάφορη και άυλη,

τόσο θετική - σαν μεταφυσική,

που μπορείς επιτέλους να πιστέψεις πώς

υπάρχεις και δεν υπάρχεις,

πώς ποτέ δεν υπήρξες, δεν υπήρξε ο χρόνος κι η φθορά του.

Άφησέ με να ρθω μαζί σου!!.....

Όταν το είχα πρωτοδιαβάσει, ταυτόχρονα άκουγα και τη σονάτα του σεληνόφωτος του Beethoven...!!!!!!Αυτό το ''δέσιμο'' ήταν κάτι απίστευτο...μελαγχολικό, αλλά ωραίο...

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

:)

κι ενα για την ημερα...

Γιάννης Ρίτσος - Καπνισμένο Τσουκάλι (ἀπόσπασμα)

Καὶ νὰ ἀδελφέ μου ποὺ μάθαμε νὰ κουβεντιάζουμε ἥσυχα κι ἁπλά.

Καταλαβαινόμαστε τώρα, δὲν χρειάζονται περισσότερα.

Κι αὔριο λέω θὰ γίνουμε ἀκόμα πιὸ ἁπλοί.

Θὰ βροῦμε αὐτὰ τὰ λόγια ποὺ παίρνουνε τὸ ἴδιο βάρος

σ' ὅλες τὶς καρδιές, σ' ὅλα τὰ χείλη.

Ἔτσι νὰ λέμε πιὰ τὰ σύκα-σύκα καὶ τὴ σκάφη-σκάφη.

Κι ἔτσι ποὺ νὰ χαμογελᾶνε οἱ ἄλλοι καὶ νὰ λένε,

«Τέτοια ποιήματα, σοῦ φτιάχνουμε ἑκατὸ τὴν ὥρα.»

Αὐτὸ θέλουμε κι ἐμεῖς.

Γιατί ἐμεῖς δὲν τραγουδᾶμε γιὰ νὰ ξεχωρίσουμε ἀδελφέ μου ἀπ' τὸν κόσμο.

Ἐμεῖς τραγουδᾶμε γιὰ νὰ σμίξουμε τὸν κόσμο.

...ἔχεις ἀκόμη νὰ κλάψεις πολὺ

ὥσπου νὰ μάθεις τὸν κόσμο νὰ γελάει.

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

Η Πόλις

Είπες· «Θα πάγω σ’ άλλη γη, θα πάγω σ’ άλλη θάλασσα.

Μια πόλις άλλη θα βρεθεί καλλίτερη από αυτή.

Κάθε προσπάθεια μου μια καταδίκη είναι γραφτή·

κ’ είν’ η καρδιά μου — σαν νεκρός — θαμένη.

Ο νους μου ως πότε μες στον μαρασμόν αυτόν θα μένει.

Όπου το μάτι μου γυρίσω, όπου κι αν δω

ερείπια μαύρα της ζωής μου βλέπω εδώ,

που τόσα χρόνια πέρασα και ρήμαξα και χάλασα.»

Καινούριους τόπους δεν θα βρεις, δεν θάβρεις άλλες θάλασσες.

Η πόλις θα σε ακολουθεί. Στους δρόμους θα γυρνάς

τους ίδιους. Και στες γειτονιές τες ίδιες θα γερνάς·

και μες στα ίδια σπίτια αυτά θ’ ασπρίζεις.

Πάντα στην πόλι αυτή θα φθάνεις. Για τα αλλού — μη ελπίζεις—

δεν έχει πλοίο για σε, δεν έχει οδό.

Έτσι που τη ζωή σου ρήμαξες εδώ

στην κώχη τούτη την μικρή, σ’ όλην την γη την χάλασες.

γιατι ,στην τελική,

η αρχή και το τέλος ,το ταξίδι προς την Ιθάκη,είναι το ένα και τ'αυτό : ο εαυτός μας...

όπου και να πάμε, ό,τι και να κάνουμε, όσα ξεκινηματα και να κάνουμε,

όπως και να παρουσιαζόμαστε ,με όποιους και να συναναστρεφόμαστε ....

η πόλις--ο εαυτός μας--μας ακουλουθεί...

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

  • 2 weeks later...

Bρεχει με απολυτη ειλικρινεια.

Αρα δεν ειναι φημη ο ουρανος

υπαρχει

και δεν ειναι το χωμα λοιπον

η μονη λυση

οπως ισχυριζεται ο καθε τεμπελης νεκρος.

emrose

Δυσπνεεις.Κατανοητο.

Πνιγηρη του καθενος μας η δυση.

Κανε ομως κατι , σκαρφαλωσε

η

χτυπα συνθηματικα τον τοιχο

του διπλανου τρομου

η

εστω θυμησου λιγο παραθυρο

να μπαινει ελαχιστος ανθρωπος

ισα να φεγγει να διακρινεις

να μη χτυπας πανω στις κογχες

της επιγνωσης.

Περιττο , περιττο

πότε το λιγο φως που μπαινει

απο εναν κουφωτο ανθρωπο

κατανοησε το ορθανοιχτο?

απαντας κι αφηνοντας πισω το νοημα

βροντηξες με παταγο το περιττο

ξεχνωτας πως του οφειλεσαι

αποκλειστικα

εκεινο επεισε

την ξεροκεφαλη ανυπαρξια

να επιτρεψει την υπαρξη

μονον αυτη θα σε κανει διασημη

της ειπε

αλλιως θα παραμεινεις στην αφανεια

μια αβλαβης εσαει ανυπαρξια

κι εκεινο σε μετεφερε

απο την εκει σου ερημο στην εδω

καβαλα στο πειθηνιο αναγκαιο

ταλαιπωρο να γονατιζει

πιο εξαντλημενο κι απο την υπομονη.

Αλλα του περιττου ο βουρδουλας πεφτει

ζωογονος.

Το ξεχνας

σα να μη σε διδαξε η τοση αντιφαση

οτι χωρις το περιττο

στιγμη δε ζει το απαραιτητο.

Συμφωνοι, περιττος ο ανθρωπος

ομως για καποιο λογο αιωνια δες

τι απαραιτητος του ειναι

του θανατου.

Περιττος θανατος

δεν ειναι και ο ερωτας?

Ναι , αλλα του ειναι απαραιτητο να ζησει

την αναγκαια αθανασια του ονειρου.

emrose

Εκμαγειο ενοχης

Γιατι αραγε να με αγαπουσε αποψε

τοσο πραγματικα εκεινο το ονειρο?

Γιατι μου ελεγε κρατα με

μη μ αφηνεις να ξυπνησω?

Aνησυχω.Συνηθως

ετσι αγαπαμε την απωλεια.

Λες να μη με ξαναονειρευτει

αυτη η πολυ συνηθισμενη απωλεια?

emrose

Το εκτοπισμα

Οπως γκρεμιστηκε

ακομη εκει ειναι.

Ογκους λασπη κοτρονες

κονιορτο

εκει τα παρατησα

στη μεση του διαδρομου

απ οπου υποχρωτικα περνω

για να βγω εξω

η να σπρωχνω πιο μεσα.

Βουνο τα γκρεμιδια.

Αναρωτιεμαι

τοσο μεγαλη ηταν αυτη η ιστορια?

Αντιθετα

η ελαχιστοτητα μιας ιστοριας

ειναι που σωριαζει τοσον ογκο λυπης.

Και χαρη σ αυτη τη δυσαναλογια

σωζεται το κυρος του ακατανοητου.

emrose

Μηδενος εξαιρουμενου

Τι αντικοινωνικα που ειναι τα ονειρα.

Ουτε φιλιες ουτε δεσμοι

μολις μας δουν σβηνουν

σα σπιθα εκθετη σε θυελλα.

Ανθρωποφοβια?

Ισως τραυματισμενο γοητρο

επειδη δουλευουν εκει κατω

στα ορυχεια χαμενων ευκαιριων.

Ειχαν βλεπεις κι αυτα

αλλα ονειρα.

emrose

απο την ποιητικη συλλογη τις Κικης Δημουλα-Μεταφερθηκαμε παραπλευρως , εκδοσεις Ικαρος.

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

  • 2 weeks later...

Εις την Οδόν των Φιλελλήνων [απόσπασμα]

Στον Conrad Russel Rooks

Mια μέρα που κατέβαινα στην οδόν των Φιλελλήνων, μαλάκωνε η άσφαλτος κάτω απ' τα πόδια και από τα δένδρα της πλατείας ηκούοντο τζιτζίκια, μέσ' στην καρδιά των Aθηνών, μέσ' στην καρδιά του θέρους.

Παρά την υψηλήν θερμοκρασίαν, η κίνησις ήτο ζωηρά. Aίφνης μία κηδεία πέρασε. Oπίσω της ακολουθούσαν πέντε-έξη αυτοκίνητα με μελανειμονούσας, και ενώ στα αυτιά μου έφθαναν ριπαί πνιγμένων θρήνων, για μια στιγμή η κίνησις διεκόπη. Tότε, μερικοί από μας (άγνωστοι μεταξύ μας μέσ' στο πλήθος) με άγχος κοιταχθήκαμε στα μάτια, ο ένας του άλλου προσπαθώντας την σκέψι να μαντεύση. Έπειτα, διαμιάς, ως μία επέλασις πυκνών κυμάτων, η κίνησις εξηκολούθησε.

Ήτο Iούλιος. Eις την οδόν διήρχοντο τα λεωφορεία, κατάμεστα από ιδρωμένον κόσμο ― από άνδρας λογής-λογής, κούρους λιγνούς και άρρενας βαρείς, μυστακοφόρους, από οικοκυράς χονδράς, ή σκελετώδεις, και από πολλάς νεάνιδας και μαθητρίας[...]

Nαι, ήτο Iούλιος· και όχι μόνον η οδός των Φιλελλήνων, μα και η Nτάπια του Mεσολογγιού και ο Mαραθών και οι Φαλλοί της Δήλου επάλλοντο σφύζοντες στο φως, όπως στου Mεξικού τας αυχμηράς εκτάσεις πάλλονται ευθυτενείς οι κάκτοι της ερήμου, στην μυστηριακή σιγή που περιβάλλει τας πυραμίδας των Aζτέκων.

Tο θερμόμετρον ανήρχετο συνεχώς. Δεν ήτο θάλπος, αλλά ζέστη - η ζέστη που την γεννά το κάθετο λιοπύρι. Kαι όμως, παρά τον καύσωνα και την γοργήν αναπνοήν των πνευστιώντων, παρά την διέλευσιν της νεκρικής πομπής προ ολίγου, κανείς διαβάτης δεν ησθάνετο βαρύς, ούτε εγώ, παρ' όλον ότι εφλέγετο ο δρόμος. Kάτι σαν τέττιξ ζωηρός μέσ' στην ψυχή μου, με ηνάγκαζε να προχωρώ, με βήμα ελαφρόν υψίσυχνον. Tα πάντα ήσαν τριγύρω μου εναργή, απτά και δια της οράσεως ακόμη, και όμως, συγχρόνως, σχεδόν εξαϋλούντο μέσα στον καύσωνα τα πάντα - οι άνθρωποι και τα κτίσματα - τόσον πολύ, που και η λύπη ακόμη ενίων τεθλιμμένων, λες και εξητμίζετο σχεδόν ολοσχερώς, υπό το ίσον φως.

Tότε εγώ, με ισχυρόν παλμόν καρδίας, σταμάτησα για μια στιγμή, ακίνητος μέσα στο πλήθος, ως άνθρωπος που δέχεται αποκάλυψιν ακαριαίαν, ή ως κάποιος που βλέπει να γίνεται μπροστά του ένα θαύμα και ανέκραξα κάθιδρως:

"Θεέ ! O καύσων αυτός χρειάζεται για να υπάρξη τέτοιο φως ! Tο φως αυτό χρειάζεται, μια μέρα για να γίνη μια δόξα κοινή, μια δόξα πανανθρώπινη, η δόξα των Eλλήνων, που πρώτοι, θαρρώ, αυτοί,

στον κόσμον εδώ κάτω, έκαμαν οίστρο της ζωής τον φόβο του θανάτου".

(Ανδρέας Εμπειρίκος, από την Oκτάνα, Ίκαρος 1980)

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

  • 2 weeks later...

ch.baudelaire -l ideal et le reel-

J'ai connu une certaine Bénédicta, qui remplissait l'atmosphère d'idéal, et dont les yeux répandaient le désir de la grandeur, de la beauté, de la gloire et de tout ce qui fait croire à l'immortalité.

Mais cette fille miraculeuse était trop belle pour vivre longtemps; aussi est-elle morte quelques jours après que j'eus fait sa connaissance, et c'est moi-même qui l'ai enterrée, un jour que le printemps agitait son encensoir jusque dans les cimetières. C'est moi qui l'ai enterrée, bien close dans une bière d'un bois parfumé et incorruptible comme les coffres de l'Inde.

Et comme mes yeux restaient fichés sur le lieu où était enfoui mon trésor, je vis subitement une petite personne qui ressemblait singulièrement à la défunte, et qui, piétinant sur la terre fraîche avec une violence hystérique et bizarre, disait en éclatant de rire: "C'est moi, la vraie Bénédicta! C'est moi, une fameuse canaille! Et pour la punition de ta folie et de ton aveuglement, tu m'aimeras telle que je suis!"

Mais moi, furieux, j'ai répondu: "Non! non! non!" Et pour mieux accentuer mon refus, j'ai frappé si violemment la terre du pied que ma jambe s'est enfoncée jusqu'au genou dans la sépulture récente, et que, comme un loup pris au piège, je reste attaché, pour toujours peut-être, à la fosse de l'idéal.

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

το μονο που καταλαβα,ειναι αυτο emardown

frappé

...και παλι,δεν ειμαι σιγουρη... emlmfao

emkafes

υ.γ. οποιος βαζει γαλλικα,να βαζει και μεταφραση λεμε! :P

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

Ποίημα Τσιγγάνικης Σιγκιρίγιας

Τοπίο

Ο κάμπος με τα λιόδεντρα

ανοίγεται και κλείει

όπως ένα ριπίδι.

Πάνω απ' τον ελιώνα

ουρανός γκρεμισμένος

και σκοτεινή βροχή

από παγερά αστέρια.

Σκίνος κι ημίφως τρέμουνε

στου ποταμού τον όχτο.

Ζαρώνει ο γκρίζος άνεμος.

Τα λιόδεντρα βαριά 'ναι

από κραυγές.

Ένα σμήνος πουλιά

αιχμαλωτισμένα

κινούν τις μακρουλές

ουρές τους στο σκοτάδι

FEDERICO GARCIA LORKA

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

Το Πρωί Και Το Βράδυ

(Μ.Σαχτούρης)

Το πρωί

βλέπεις το θάνατο

να κοιτάζει απ' το παράθυρο

τον κήπο

το σκληρό πουλί

και την ήσυχη γάτα

πάνω στο κλαδί

έξω στο δρόμο

περνάει

τ' αυτοκίνητο-φάντασμα

ο υποθετικός σωφέρ

ο άνθρωπος με τη σκούπα

τα χρυσά δόντια

γελάει

και το βράδυ

στον κινηματογράφο

βλέπεις

ό,τι δεν είδες το πρωί

το χαρούμενο κηπουρό

το αληθινό αυτοκίνητο

τα φιλιά με το αληθινό ζευγάρι

ότι δεν αγαπάει το θάνατο

ο κινηματογράφος

*******************

και "έμεινα" διαβάζοντας το παρακάτω ποιήμά του....

ένα ποίημα-καταγγελία...γιατί και ο χώρος

της τέχνης και του πνεύματος έχει τις συντεχνίες του....

ΓΙΑ ΤΟΝ ΝΙΚΟ ΚΑΡΟΥΖΟ

Καημένε Νίκο

τί ζωή ήταν κι αυτή

κατατρεγμένος από τους Κατσιμπαλήδες

οι πλούσιοι φτύναν πάνω στη φτώχεια σου

όμως εσύ καλά έκανες

έπινες τα ουζάκια σου

κι όλους αυτούς τους μούντζωνες

και πριν να φύγεις

πρόφτασες κι αρπάχτηκες

από ένα κάτασπρο σύννεφο

από ψηλά τώρα από το σύννεφο αυτό

κοιτάζεις

την αθανασία σου

Ο Κατσίμπαλης ήταν μαζί με το Θεοτόκη και άλλον έναν (νομίζω το Δημαρά)

η τριάδα των ισχυρών ανδρών των γραμμάτων,είχαν το περιοδικό "Νεα γράμματα"

και όποιοι ποιητές κατάφερναν να περάσουν τις σελίδες του είχαν συνήθως και

ευνοϊκή μετέπειτα πορεία. Ο Κατσίμπαλης προωθούσε ποιητές  (χαρακτηριστικό

είναι το γεγονός οτι μετά την δημοσιεύση της πρωτης ποιητικής συλλογής του Σεφέρη

δεν έγινε απλώς κριτική ,αλλά γράφτηκε ολοκληρο βιβλίο για την ποιητική του

πρωτοεμφανιζόμενου ποιητή...και αυτό κατοπιν κινήσεων του Κατσίμπαλη...επίσης,"πιέστηκε"

κι ο Παλαμάς να κάνει κριτική, ο οποίος , όμως, φρόντισε να μη φανεί ενθουσιώδης,κράτησε τις

επιφυλάξεις του προσμένοντας σε άλλα δείγματα έργου.Όχι οτι δεν άξιζε ο Σεφέρης...προς Θεού!...αλλά

άλλοι είχαν πέρα από τις δυνατότητές τους , καλές P.R. και άλλοι όχι,όπως π.χ.

ο Καζαντζάκης , ο Ρίτσος, --ακόμη κι ο Καβάφης--που "πολεμήθηκαν" από τους ανωτέρω...)

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

  • 4 weeks later...

GEORGE BACOVIA (1881-1957)

LACUSTRA

De-atitea nopti aud plouind,

Aud materia plingind...

Sint singur, si mă duce un gând

Spre locuintele lacustre.

Si parca dorm pe scinduri ude,

In spate mă izbeste-un val --

Tresar prin somn si mi se pare

Ca n-am tras podul de la mal.

Un gol istoric se intinde,

Pe-acelasi vremuri mă gasesc...

Si simt cum de atita ploaie

Pilotii grei se prabusesc.

De-atitea nopti aud plouind,

Tot tresarind, tot asteptind...

Sint singur, si mă duce-un gând

Spre locuintele lacustre.

***********

( emarup ΣΕ ΑΠΟΔΟΣΗ ΓΙΑΝΝΗ ΡΙΤΣΟΥ-ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΡΟΥΜΑΝΙΚΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ)

ΛΙΜΝΑΙΟ

Πόσες νύχτες ακούω τη βροχή.

Ακούω την ύλη να στενάζει.

Είμαι μόνος, κ’ η σκέψη μου με αράζει

Σε λιμναίων σπιτιών περιοχή.

Σα να κοιμάμαι σε σανίδια υγρά,

Με χτυπάει κάποιο κύμα στην πλάτη.

Αναπηδώ στον ύπνο και θαρρώ έτσι κάτι:

Πως δεν έχω τραβήξει το γεφύρι απ’ τη στεριά.

Ιστορικό κενό απλωμένο στους αιώνες

Κ’ είμαι κ’ εγώ σ’ αυτή την εποχή

Και νιώθω πως απ’ την πολλή βροχή

Γκρεμίζονται οι βαριοί πυλώνες.

Πόσες νύχτες ακούω τη βροχή

Αναπηδώντας και προσμένοντας στο αγιάζι.

Είμαι μόνος κ’ η σκέψη μου με αράζει

Σε λιμναίων σπιτιών περιοχή.

GEORGE BACOVIA (1881-1957)

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

Καημος

Πολλες οι αποχρωσεις

της θλιψης,

σε κανουν να γελιεσαι

οταν νομιζεις

τη σταχτοπρασινη λυπη

του συντροφου σου

ταχα γι' αλαζονεια.

Σαμπως τη δικια σου θλιψη

τη γνωρισες;

'Η μηπως αδιαφορα παλι

την προσπερασες

ισως γιατι δε νοιαζεσαι,

ισως γιατι σε ματωνει.

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

Edgar Allan Poe-The Raven

Once upon a midnight dreary, while I pondered, weak and weary,

Over many a quaint and curious volume of forgotten lore,

While I nodded, nearly napping, suddenly there came a tapping,

As of some one gently rapping, rapping at my chamber door.

"'Tis some visiter," I muttered, "tapping at my chamber door —

Only this, and nothing more."

Ah, distinctly I remember it was in the bleak December,

And each separate dying ember wrought its ghost upon the floor.

Eagerly I wished the morrow; — vainly I had tried to borrow

From my books surcease of sorrow — sorrow for the lost Lenore —

For the rare and radiant maiden whom the angels name Lenore —

Nameless here for evermore.

And the silken sad uncertain rustling of each purple curtain

Thrilled me — filled me with fantastic terrors never felt before;

So that now, to still the beating of my heart, I stood repeating

"'Tis some visiter entreating entrance at my chamber door —

Some late visiter entreating entrance at my chamber door; —

This it is, and nothing more."

Presently my soul grew stronger; hesitating then no longer,

"Sir," said I, "or Madam, truly your forgiveness I implore;

But the fact is I was napping, and so gently you came rapping,

And so faintly you came tapping, tapping at my chamber door,

That I scarce was sure I heard you " — here I opened wide the door; —

Darkness there and nothing more.

Deep into that darkness peering, long I stood there wondering, fearing,

Doubting, dreaming dreams no mortal ever dared to dream before;

But the silence was unbroken, and the darkness gave no token,

And the only word there spoken was the whispered word, "Lenore!"

This I whispered, and an echo murmured back the word, "Lenore!" —

Merely this, and nothing more.

Then into the chamber turning, all my soul within me burning,

Soon I heard again a tapping somewhat louder than before.

"Surely," said I, "surely that is something at my window lattice;

Let me see, then, what thereat is, and this mystery explore —

Let my heart be still a moment and this mystery explore;—

'Tis the wind and nothing more!"

Open here I flung the shutter, when, with many a flirt and flutter,

In there stepped a stately raven of the saintly days of yore;

Not the least obeisance made he; not an instant stopped or stayed he;

But, with mien of lord or lady, perched above my chamber door —

Perched upon a bust of Pallas just above my chamber door —

Perched, and sat, and nothing more.

Then this ebony bird beguiling my sad fancy into smiling,

By the grave and stern decorum of the countenance it wore,

"Though thy crest be shorn and shaven, thou," I said, "art sure no craven,

Ghastly grim and ancient raven wandering from the Nightly shore —

Tell me what thy lordly name is on the Night's Plutonian shore!"

Quoth the raven "Nevermore."

Much I marvelled this ungainly fowl to hear discourse so plainly,

Though its answer little meaning — little relevancy bore;

For we cannot help agreeing that no sublunary being

Ever yet was blessed with seeing bird above his chamber door —

Bird or beast upon the sculptured bust above his chamber door,

With such name as "Nevermore."

But the raven, sitting lonely on the placid bust, spoke only

That one word, as if his soul in that one word he did outpour.

Nothing further then he uttered — not a feather then he fluttered —

Till I scarcely more than muttered "Other friends have flown before —

On the morrow he will leave me, as my hopes have flown before."

Quoth the raven "Nevermore."

Wondering at the stillness broken by reply so aptly spoken,

"Doubtless," said I, "what it utters is its only stock and store

Caught from some unhappy master whom unmerciful Disaster

Followed fast and followed faster so when Hope he would adjure —

Stern Despair returned, instead of the sweet Hope he dared adjure —

That sad answer, "Never — nevermore."

But the raven still beguiling all my sad soul into smiling,

Straight I wheeled a cushioned seat in front of bird, and bust and door;

Then, upon the velvet sinking, I betook myself to linking

Fancy unto fancy, thinking what this ominous bird of yore —

What this grim, ungainly, ghastly, gaunt and ominous bird of yore

Meant in croaking "Nevermore."

This I sat engaged in guessing, but no syllable expressing

To the fowl whose fiery eyes now burned into my bosom's core;

This and more I sat divining, with my head at ease reclining

On the cushion's velvet lining that the lamp-light gloated o'er,

But whose velvet violet lining with the lamp-light gloating o'er,

She shall press, ah, nevermore!

Then, methought, the air grew denser, perfumed from an unseen censer

Swung by Angels whose faint foot-falls tinkled on the tufted floor.

"Wretch," I cried, "thy God hath lent thee — by these angels he hath sent thee

Respite — respite and nepenthe, from thy memories of Lenore;

Let me quaff this kind nepenthe and forget this lost Lenore!"

Quoth the raven "Nevermore."

"Prophet!" said I, "thing of evil! — prophet still, if bird or devil! —

Whether Tempter sent, or whether tempest tossed thee here ashore,

Desolate yet all undaunted, on this desert land enchanted —

On this home by Horror haunted — tell me truly, I implore —

Is there — is there balm in Gilead? — tell me — tell me, I implore!"

Quoth the raven "Nevermore."

"Prophet!" said I, "thing of evil — prophet still, if bird or devil!

By that Heaven that bends above us — by that God we both adore —

Tell this soul with sorrow laden if, within the distant Aidenn,

It shall clasp a sainted maiden whom the angels name Lenore —

Clasp a rare and radiant maiden whom the angels name Lenore."

Quoth the raven "Nevermore."

"Be that word our sign in parting, bird or fiend!" I shrieked, upstarting —

"Get thee back into the tempest and the Night's Plutonian shore!

Leave no black plume as a token of that lie thy soul hath spoken!

Leave my loneliness unbroken! — quit the bust above my door!

Take thy beak from out my heart, and take thy form from off my door!"

Quoth the raven "Nevermore."

And the raven, never flitting, still is sitting, still is sitting

On the pallid bust of Pallas just above my chamber door;

And his eyes have all the seeming of a demon that is dreaming,

And the lamp-light o'er him streaming throws his shadow on the floor;

And my soul from out that shadow that lies floating on the floor

Shall be lifted — nevermore!

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

Μπορεί να με έχεις από κάτω

και με το ζόρι να με θάβεις στη σιωπή

Να επιμένεις πως μου αξίζει ένα άδειο πιάτο

Και σαν σκυλί να με κλωτσάς μεσ' τη βροχή

Μα όσο κι αν θες να το πιστεύεις

πως μου 'χεις πάρει κιόλας την ψυχή

Κι όταν ακόμα θα νομίζεις

πως μια για πάντα έχω χαθεί

Εγώ θα φλέγομαι

θ' ανθίζω

θα γιορτάζω

θ' ανατέλλω

Θα σε καίω

Θα καταστρέφω με τραγούδια της ψυχής σου το μπουρδέλο

Θα ανατέλλω

Μπορεί αν θες με ένα σου ψέμα

να με κρατάς μέσα στη λάσπη

Κι αν πάλι χρειαστεί να μου φοράς τα πιο ωραία σου κουρέλια

Και να με βγάζεις σαν σκλαβάκι στο σφυρί

Μα όσο κι αν θες να το πιστεύεις

πως μου 'χεις πάρει κιόλας την ψυχή

Κι όταν ακόμα θα νομίζεις

πως μια για πάντα έχω χαθεί

Εγώ θα φλέγομαι

θ' ανθίζω

θα γιορτάζω

θ' ανατέλλω

Θα σε καίω

Θα καταστρέφω με τραγούδια της ψυχής σου το μπουρδέλο

Θα ανατέλλω

Ακόμα κι όταν θα νομίζεις

πως μου πήρες τη ψυχή

θα σε καίω

Κι όταν ακόμα θα νομίζεις

πως για πάντα έχω χαθεί

Θα ανατέλλω

Ω, είναι ωραία στον παράδεισο...

γ. αγγελακας

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

Archived

This topic is now archived and is closed to further replies.


×
×
  • Δημιουργία νέας...

Important Information

By using this site, you agree to our Terms of Use.