Jump to content

Ευρωδικαστήριο: Καταδίκη της Ελλάδας για το ωράριο των γιατρών


guerilla

Recommended Posts

Δικαίωση των εργαζομένων γιατρών από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο με την σημερινή του απόφαση για καταδίκη της Ελλάδας

ως προς την ελληνική νομοθεσία που κρίθηκε πως καταστρατηγεί στοιχειώδη εργασιακά δικαιώματα των γιατρών.

Ευρωχαστούκι για το ωράριο εργασίας των γιατρών

ΑΘΗΝΑ 23/12/2015


Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η ελληνική νομοθεσία, επιτρέποντας να εργάζονται οι γιατροί επί 24 ή και περισσότερες ώρες, αδιαλείπτως, αντιβαίνει στο δίκαιο της Ευρωπαικής Ένωσης. 

Επίσης, το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι αντίθετο προς το Ευρωπαϊκό Δίκαιο είναι και το γεγονός ότι η Ελλάδα παρέλειψε να εφαρμόσει εβδομαδιαία διάρκεια εργασίας μη υπερβαίνουσα τις 48 ώρες και δεν καθιέρωσε ελάχιστο ημερήσιο χρόνο αναπαύσεως, ούτε περίοδο αντισταθμιστικής αναπαύσεως.
Η υπόθεση έφθασε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο επειδή δέκα ενώσεις Ελλήνων γιατρών υπέβαλαν καταγγελίες στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Κατά τις ενώσεις, οι γιατροί (μισθωτοί ή ασκούμενοι) υποχρεώνονταν, βάσει της εθνικής νομοθεσίας, να εργάζονται κατά μέσο όρο εβδομαδιαίως από 60 έως 93 ώρες.

Υποχρεώνονταν, επίσης, σε τακτική βάση, να εργάζονται έως και 32 ώρες, αδιαλείπτως, στον χώρο εργασίας, χωρίς να απολαύουν των ελάχιστων περιόδων ημερήσιας και εβδομαδιαίας αναπαύσεως ή των ισοδύναμων περιόδων αντισταθμιστικής αναπαύσεως.

Κατόπιν τούτου, η Επιτροπή άσκησε προσφυγή κατά της Ελλάδας λόγω παραβάσεως του Ευρωπαϊκού Δικαίου, ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.

Υποστήριξε ότι η Ελλάδα, παραλείποντας να προβλέψει και/ή να εφαρμόσει εβδομαδιαία διάρκεια εργασίας μη υπερβαίνουσα τις 48 ώρες και παραλείποντας να καθιερώσει ελάχιστο ημερήσιο και εβδομαδιαίο χρόνο αναπαύσεως ή ισοδύναμη περίοδο αντισταθμιστικής αναπαύσεως που να διαδέχεται άμεσα τον χρόνο εργασίας, τον οποίο αυτή η περίοδος θεωρείται ότι αντισταθμίζει, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το δίκαιο της ΕΕ.

Σημειώνεται, ότι κατά την κοινοτική οδηγία σχετικά με την οργάνωση του χρόνου εργασίας, η εβδομαδιαία διάρκεια του χρόνου εργασίας δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 48 ώρες κατά μέσο όρο, ενώ κάθε εργαζόμενος πρέπει να διαθέτει, ανά εικοσιτετράωρο, περίοδο αναπαύσεως ελάχιστης χρονικής διάρκειας ένδεκα συναπτών ωρών και, ανά περίοδο επτά ημερών, περίοδο συνεχούς αναπαύσεως ελάχιστης χρονικής διάρκειας 24 ωρών, στις οποίες προστίθενται οι 11 ώρες ημερήσιας αναπαύσεως.

Με τη σημερινή απόφασή του, το Ευρωπαικό Δικαστήριο υπενθυμίζει καταρχήν ότι η μέγιστη εβδομαδιαία διάρκεια της εργασίας των γιατρών αποτελεί ιδιαίτερης βαρύτητας κανόνα του εργατικού δικαίου της ΕΕ, ο οποίος πρέπει να εφαρμόζεται στην περίπτωση κάθε εργαζομένου ως ελάχιστη πρόβλεψη αποβλέπουσα στη διασφάλιση της προστασίας της υγείας και της ασφάλειάς του.

Εν προκειμένω, το Δικαστήριο επισημαίνει ότι οι ώρες των ενεργών εφημεριών, καθώς και οι ώρες των εφημεριών ετοιμότητας κατά τις οποίες οι γιατροί παραμένουν στο νοσοκομείο προς παροχή ιατρικών υπηρεσιών, προστίθενται στις 35 ώρες τις οποίες προβλέπει το τακτικό εβδομαδιαίο ωράριο εργασίας.

Πράγματι, σημειώνει το Ευρωδικαστήριο, ενώ τυπικώς προβλέπει τα ανώτατα όρια όσον αφορά την εβδομαδιαία διάρκεια του χρόνου εργασίας, η ελληνική νομοθεσία προβλέπει επίσης ότι οι γιατροί υποχρεούνται να πραγματοποιούν μηνιαίως πλείονες εφημερίες ετοιμότητας, γεγονός που έχει ως συνέπεια, οσάκις αυτοί καλούνται στο νοσοκομείο προς παροχή ιατρικών υπηρεσιών, την επιμήκυνση της παραμονής τους στον χώρο εργασίας.

Επιπλέον, επιτρέπει την επιβολή, υπό τη μορφή εφημεριών, πρόσθετου χρόνου εργασίας χωρίς να προβλέπει κανένα ανώτατο όριο σχετικώς.

Κατά συνέπεια, όπως αποφάνθηκε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, η ελληνική νομοθεσία έχει ως αποτέλεσμα να καθιστά δυνατή, όσον αφορά την εβδομαδιαία διάρκεια του χρόνου εργασίας, την υπέρβαση του ορίου των 48 ωρών, χωρίς να υφίσταται σαφής διάταξη η οποία να διασφαλίζει ότι οι ώρες των εφημεριών που πραγματοποιούν οι γιατροί στο νοσοκομείο δεν συνεπάγονται τέτοια υπέρβαση.

Όσον αφορά την ημερήσια ανάπαυση, το Δικαστήριο διαπιστώνει ότι εθνική νομοθεσία η οποία επιτρέπει ωράρια εργασίας δυνάμενα να διαρκέσουν 24 ώρες αδιαλείπτως δεν είναι συμβατή με το δίκαιο της ΕΕ.

Βάσει της ελληνικής νομοθεσίας, όμως, γιατρός μπορεί να υποχρεωθεί να εργασθεί, οσάκις του τακτικού ωραρίου εργασίας έπεται άμεσα εφημερία, πέραν του εικοσιτετραώρου αδιάλειπτης εργασίας, μάλιστα, δε, έως και 32 ώρες αδιαλείπτως στην ειδική περίπτωση κατά την οποία νέο τακτικό ωράριο εργασίας αρχίζει αμέσως μετά από αυτήν την εφημερία.

Η χορήγηση τέτοιων περιόδων αναπαύσεως απλώς σε «άλλες στιγμές», που δεν συνδέονται πλέον άμεσα με τον χρόνο εργασίας ο οποίος παρατάθηκε λόγω των πραγματοποιηθεισών υπερωριών, κατά το Ευρωδικαστήριο, δεν λαμβάνει υπόψη προσηκόντως την ανάγκη τηρήσεως των γενικών αρχών της προστασίας της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων που συνιστούν το θεμέλιο του καθεστώτος της ΕΕ περί οργανώσεως του χρόνου εργασίας.

Επομένως, η ελληνική νομοθεσία, καθόσον προβλέπει ότι η εικοσιτετράωρη ανάπαυση που πρέπει να χορηγείται σε γιατρό μετά από κάθε ενεργό εφημερία μπορεί να μεταφερθεί έως και μία εβδομάδα από της ημέρας πραγματοποιήσεως αυτής της εφημερίας, δεν είναι σύμφωνη με την οδηγία περί οργανώσεως του χρόνου εργασίας, κατέληξε το Ευρωδικαστήριο.

http://www.nooz.gr/greece/euroxastoiki- ## no greeklish please! ## - oxi fragolevantika grapste kalytera sta agglika --to-orario-ergasias-ton-giatron

Παράνομο το ωράριο εργασίας των Ελλήνων γιατρών λέει το Ευρωπαικό Δικαστήριο 
Απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου δικαιώνει για το ωράριο τους Έλληνες γιατρούς 

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αποφάνθηκε σήμερα ότι η ελληνική νομοθεσία, επιτρέποντας να εργάζονται οι γιατροί επί 24 ή και περισσότερες ώρες, αδιαλείπτως, αντιβαίνει στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Επίσης, το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι αντίθετο προς το Ευρωπαϊκό Δίκαιο είναι και το γεγονός ότι η Ελλάδα παρέλειψε να εφαρμόσει εβδομαδιαία διάρκεια εργασίας μη υπερβαίνουσα τις 48 ώρες και δεν καθιέρωσε ελάχιστο ημερήσιο χρόνο αναπαύσεως, ούτε περίοδο αντισταθμιστικής αναπαύσεως.

Η υπόθεση έφθασε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο επειδή δέκα ενώσεις Ελλήνων γιατρών υπέβαλαν καταγγελίες στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Κατά τις ενώσεις, οι γιατροί (μισθωτοί ή ασκούμενοι) υποχρεώνονταν, βάσει της εθνικής νομοθεσίας, να εργάζονται κατά μέσο όρο εβδομαδιαίως από 60 έως 93 ώρες. Υποχρεώνονταν, επίσης, σε τακτική βάση, να εργάζονται έως και 32 ώρες, αδιαλείπτως, στον χώρο εργασίας, χωρίς να απολαύουν των ελάχιστων περιόδων ημερήσιας και εβδομαδιαίας αναπαύσεως ή των ισοδύναμων περιόδων αντισταθμιστικής αναπαύσεως.

Κατόπιν τούτου, η Επιτροπή άσκησε προσφυγή κατά της Ελλάδας λόγω παραβάσεως του Ευρωπαϊκού Δικαίου, ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Υποστήριξε ότι η Ελλάδα, παραλείποντας να προβλέψει και/ή να εφαρμόσει εβδομαδιαία διάρκεια εργασίας μη υπερβαίνουσα τις 48 ώρες και παραλείποντας να καθιερώσει ελάχιστο ημερήσιο και εβδομαδιαίο χρόνο αναπαύσεως ή ισοδύναμη περίοδο αντισταθμιστικής αναπαύσεως που να διαδέχεται άμεσα τον χρόνο εργασίας, τον οποίο αυτή η περίοδος θεωρείται ότι αντισταθμίζει, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το δίκαιο της ΕΕ. Σημειώνεται, ότι κατά την κοινοτική οδηγία σχετικά με την οργάνωση του χρόνου εργασίας, η εβδομαδιαία διάρκεια του χρόνου εργασίας δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 48 ώρες κατά μέσο όρο, ενώ κάθε εργαζόμενος πρέπει να διαθέτει, ανά εικοσιτετράωρο, περίοδο αναπαύσεως ελάχιστης χρονικής διάρκειας ένδεκα συναπτών ωρών και, ανά περίοδο επτά ημερών, περίοδο συνεχούς αναπαύσεως ελάχιστης χρονικής διάρκειας 24 ωρών, στις οποίες προστίθενται οι 11 ώρες ημερήσιας αναπαύσεως.

Με τη σημερινή απόφασή του, το Ευρωπαικό Δικαστήριο υπενθυμίζει καταρχήν ότι η μέγιστη εβδομαδιαία διάρκεια της εργασίας των γιατρών αποτελεί ιδιαίτερης βαρύτητας κανόνα του εργατικού δικαίου της ΕΕ, ο οποίος πρέπει να εφαρμόζεται στην περίπτωση κάθε εργαζομένου ως ελάχιστη πρόβλεψη αποβλέπουσα στη διασφάλιση της προστασίας της υγείας και της ασφάλειάς του.

Εν προκειμένω, το Δικαστήριο επισημαίνει ότι οι ώρες των ενεργών εφημεριών, καθώς και οι ώρες των εφημεριών ετοιμότητας κατά τις οποίες οι γιατροί παραμένουν στο νοσοκομείο προς παροχή ιατρικών υπηρεσιών, προστίθενται στις 35 ώρες τις οποίες προβλέπει το τακτικό εβδομαδιαίο ωράριο εργασίας. Πράγματι, σημειώνει το Ευρωδικαστήριο, ενώ τυπικώς προβλέπει τα ανώτατα όρια όσον αφορά την εβδομαδιαία διάρκεια του χρόνου εργασίας, η ελληνική νομοθεσία προβλέπει επίσης ότι οι γιατροί υποχρεούνται να πραγματοποιούν μηνιαίως πλείονες εφημερίες ετοιμότητας, γεγονός που έχει ως συνέπεια, οσάκις αυτοί καλούνται στο νοσοκομείο προς παροχή ιατρικών υπηρεσιών, την επιμήκυνση της παραμονής τους στον χώρο εργασίας.

Επιπλέον, επιτρέπει την επιβολή, υπό τη μορφή εφημεριών, πρόσθετου χρόνου εργασίας χωρίς να προβλέπει κανένα ανώτατο όριο σχετικώς. Κατά συνέπεια, όπως αποφάνθηκε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, η ελληνική νομοθεσία έχει ως αποτέλεσμα να καθιστά δυνατή, όσον αφορά την εβδομαδιαία διάρκεια του χρόνου εργασίας, την υπέρβαση του ορίου των 48 ωρών, χωρίς να υφίσταται σαφής διάταξη η οποία να διασφαλίζει ότι οι ώρες των εφημεριών που πραγματοποιούν οι γιατροί στο νοσοκομείο δεν συνεπάγονται τέτοια υπέρβαση.

Όσον αφορά την ημερήσια ανάπαυση, το Δικαστήριο διαπιστώνει ότι εθνική νομοθεσία η οποία επιτρέπει ωράρια εργασίας δυνάμενα να διαρκέσουν 24 ώρες αδιαλείπτως δεν είναι συμβατή με το δίκαιο της ΕΕ. Βάσει της ελληνικής νομοθεσίας, όμως, γιατρός μπορεί να υποχρεωθεί να εργασθεί, οσάκις του τακτικού ωραρίου εργασίας έπεται άμεσα εφημερία, πέραν του εικοσιτετραώρου αδιάλειπτης εργασίας, μάλιστα, δε, έως και 32 ώρες αδιαλείπτως στην ειδική περίπτωση κατά την οποία νέο τακτικό ωράριο εργασίας αρχίζει αμέσως μετά από αυτήν την εφημερία.

Η χορήγηση τέτοιων περιόδων αναπαύσεως απλώς σε «άλλες στιγμές», που δεν συνδέονται πλέον άμεσα με τον χρόνο εργασίας ο οποίος παρατάθηκε λόγω των πραγματοποιηθεισών υπερωριών, κατά το Ευρωδικαστήριο, δεν λαμβάνει υπόψη προσηκόντως την ανάγκη τηρήσεως των γενικών αρχών της προστασίας της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων που συνιστούν το θεμέλιο του καθεστώτος της ΕΕ περί οργανώσεως του χρόνου εργασίας. Επομένως, η ελληνική νομοθεσία, καθόσον προβλέπει ότι η εικοσιτετράωρη ανάπαυση που πρέπει να χορηγείται σε γιατρό μετά από κάθε ενεργό εφημερία μπορεί να μεταφερθεί έως και μία εβδομάδα από της ημέρας πραγματοποιήσεως αυτής της εφημερίας, δεν είναι σύμφωνη με την οδηγία περί οργανώσεως του χρόνου εργασίας, κατέληξε το Ευρωδικαστήριο.

http://www.dikaiologitika.gr//eidhseis/dhmosio/88130/paranomo-to-orario-ergasias-ton-ellinon-giatron-leei-to-evropaiko-dikastirio

Ευρωπαϊκό Δικαστήριο: Η Ελλάδα «παρανομεί» στις ώρες εργασίας των γιατρών Σημερινή απόφαση του δικαστηρίου αποφαίνεται κατά του εξαντλητικού ωραρίου των Ελλήνων γιατρών 23.12.2015 | 13:45

Όπως μεταδίδει ο ανταποκριτής του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων Μανώλης Σπιθουράκης από τις Βρυξέλλες, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αποφάνθηκε σήμερα ότι η ελληνική νομοθεσία, αντιβαίνει στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφού υποχρεώνει τους γιατρούς να εργάζονται επί 24 ή και περισσότερες ώρες συνεχώς.   Επίσης, το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι αντίθετο προς το Ευρωπαϊκό Δίκαιο είναι και το γεγονός ότι η Ελλάδα παρέλειψε να εφαρμόσει εβδομαδιαία διάρκεια εργασίας μη υπερβαίνουσα τις 48 ώρες και δεν καθιέρωσε ελάχιστο ημερήσιο χρόνο αναπαύσεως, ούτε περίοδο αντισταθμιστικής αναπαύσεως.  

Η υπόθεση έφθασε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έπειτα από καταγγελίες δέκα ενώσεων Ελλήνων γιατρών προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Σύμφωνα με τις ενώσεις, οι γιατροί (μισθωτοί ή ασκούμενοι) υποχρεώνονταν, βάσει της εθνικής νομοθεσίας, να εργάζονται κατά μέσο όρο εβδομαδιαίως από 60 έως 93 ώρες. Ακόμη αναγκάζονταν σε τακτική βάση, να εργάζονται έως και 32 ώρες, αδιαλείπτως, στον χώρο εργασίας, χωρίς να κάνουν χρήση των ελάχιστων περιόδων ημερήσιας και εβδομαδιαίας αναπαύσεως ή των ισοδύναμων περιόδων αντισταθμιστικής αναπαύσεως.  

...

Πηγή: ΑΠΕ / ΜΠΕ

http://www.lifo.gr/now/greece/84690

Ευρωδικαστήριο: Ενάντια στο Δίκαιο της ΕΕ το ωράριο των γιατρών στην Ελλάδα

http://news.in.gr/greece/article/?aid=1500047861

Η δικαίωση αφιερωμένη στο Δημόσιο Σύστημα Υγείας,
επειδή είθε οι υποστηρικτές του να είναι και υποστηρικτές των εργασιακών δικαιωμάτων

μολονότι στην πράξη καταστρατήγησαν επί δεκαετίες τα εργασιακά δικαιώματα των εργαζομένων γιατρών.

Αφιερωμένη και στους πολιτικούς που μαζί με την κοινωνία στοχοποίησαν από πάνω και στοχοποιούν ακόμα τους Έλληνες γιατρούς.

 

ΥΓ: Βάσανα για την πολιτική υγείας να αναζητήσει τους απαραίτητους οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους στην εφαρμογή της απόφασης οψέποτε. Είμαι σίγουρος πως το ισοδύναμο θα βρεθεί και πάλι στη γνωστή πρακτική των αδήλωτων και απλήρωτων ωρών εργασίας.

Το ξεμπρόστιασμα όμως σε ευρωπαϊκό επίπεδο της ελληνικής κοινωνίας παραμένει, όσο και αν η συγκεκριμένη είδηση δε θα είναι ποτέ πρωτοσέλιδο. 

ΥΓ2: Ας είναι καλά και ο Λοβέρδος ο οποίος χρεώνεται τη διαπόμπευση των οροθετικών, αλλά δε χρεώνεται την απόσυρση των ελάχιστων εκείνων βημάτων που είχαν γίνει για την εναρμόνιση με την ευρωπαϊκή νομοθεσία του ωραρίου των εργαζομένων γιατρών.

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

Η προσφυγή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής εναντίον της Ελλάδας κατόπιν καταγγελιών των Ενώσεων Γιατρών:

http://curia.europa.eu/juris/document/document_print.jsf;jsessionid=9ea7d0f130de7553c41d7b914c64812be8b606c10e7e.e34KaxiLc3eQc40LaxqMbN4OaNqPe0?doclang=EL&text=&pageIndex=0&part=1&mode=DOC&docid=152713&occ=first&dir=&cid=177055

Προσφυγή της 11ης Απριλίου 2014 – Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Ελληνικής Δημοκρατίας

 

 

(Υπόθεση C-180/14)

 

 

Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική

 

 

Διάδικοι

 

 

Προσφεύγουσα: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: Μ. Πατακιά και M. van Beek)

 

 

Καθής: Ελληνική Δημοκρατία

 

 

Αιτήματα:

 

 

Να διαπιστωθεί ότι μη έχοντας προβλέψει ή/και μη έχοντας εφαρμόσει ανώτατο εβδομαδιαίο χρόνο εργασίας που να μην υπερβαίνει τις 48 ώρες και μη έχοντας εξασφαλίσει ελάχιστο ημερήσιο και εβδομαδιαίο χρόνο ανάπαυσης ούτε αντισταθμιστική περίοδο ανάπαυσης που να διαδέχεται άμεσα το χρόνο εργασίας που υποτίθεται ότι θα αντισταθμίσει, η Ελληνική Δημοκρατία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 3, 5 και 6 της οδηγίας 2003/88/ΕΚ1 .

 

 

Να καταδικαστεί η Ελληνική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

 

 

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

 

 

1.    Η οδηγία 2003/88 καθορίζει κοινά ελάχιστα πρότυπα για την οργάνωση του χρόνου εργασίας, με σκοπό την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων κυρίως, ένα ανώτατο όριο για τον μέσο χρόνο εργασίας κατ' εβδομάδα (άρθρο 6) και ελάχιστο ημερήσιο και εβδομαδιαίο χρόνο ανάπαυσης (άρθρα 3, 5 και 6 της).

 

 

2.    Η Ελλάδα μετέφερε την οδηγία στο εθνικό δίκαιο, και για τους ιατρούς που απασχολούνται σε δημόσιες υπηρεσίες υγείας, με το προεδρικό διάταγμα 88/1999. Η Ελλάδα μετέφερε στη συνέχεια την οδηγία όσον αφορά τους ασκούμενους ιατρούς, με το προεδρικό διάταγμα 76/2005.

 

 

3.    Ωστόσο, η Ελλάδα εξέδωσε στη συνέχεια μια σειρά νομοθετικών μέτρων τα οποία ανέστειλαν την εφαρμογή της νομοθεσίας μεταφοράς στους μισθωτούς ιατρούς και στους ασκούμενους ιατρούς των δημοσίων υπηρεσιών υγείας.

 

 

4.    Επιπλέον, από τις καταγγελίες που υπέβαλαν στην Επιτροπή δέκα διαφορετικές ενώσεις ελλήνων ιατρών προκύπτει ότι οι εργαζόμενοι αυτοί υποχρεώνονταν βάσει της εθνικής νομοθεσίας, αλλά και στην πράξη, να εργάζονται κατά μέσο όρο εβδομαδιαίως από 60 έως 72 ώρες (μισθωτοί ιατροί) και από 71 έως 93 ώρες (ασκούμενοι ιατροί). Υποχρεώνονταν επίσης σε τακτική βάση να εργάζονται έως και 32 ώρες χωρίς διακοπή στον χώρο εργασίας.5.    Στη συνέχεια, συνήφθη συλλογική σύμβαση εργασίας και εκδόθηκαν οι νόμοι 37542009 και 3868/2010 που ενσωμάτωναν διατάξεις της παραπάνω συλλογικής σύμβασης . Το εθνικό δίκαιο εξακολουθεί να μην καθορίζει ένα πραγματικό ανώτατο όριο του χρόνου κατά τον οποίο είναι δυνατόν να υποχρεώνονται να εργάζονται οι εν λόγω εργαζόμενοι, εφόσον, εκτός από την τακτική υπηρεσία, προβλέπεται ότι «oι νοσοκομειακοί ιατροί του ΕΣΥ, οι πανεπιστημιακοί ιατροί και οι ειδικευόμενοι πραγματοποιούν τις απαραίτητες εφημερίες για την ασφαλή λειτουργία των νοσοκομείων και των κέντρων υγείας».6.    Επιπλέον, όπως οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται και στην πράξη, δεν εξασφαλίζεται ο ελάχιστος χρόνος ημερήσιας και εβδομαδιαίας ανάπαυσης, εφόσον αφενός δεν αναγνωρίζονται όλοι οι τύποι εφημερίας ως χρόνος εργασίας και αφετέρου δεν παρέχονται ισοδύναμες περίοδοι αντισταθμιστικής ανάπαυσης που να παρέχονται άμεσα μετά από τον επιπλέον χρόνο εργασίας που υποτίθεται ότι αντισταθμίζουν.7.    Οι ως άνω νομοθεσία

 

 

και πρακτική αποκλίνουν σοβαρά από τις ελάχιστες απαιτήσεις που επιβάλλει η οδηγία και συνιστούν παραβίαση των άρθρων 3, 5 και 6 της οδηγίας 2003/88.

 

Η καταδικαστική απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης:

http://curia.europa.eu/juris/document/document_print.jsf;jsessionid=9ea7d0f130d56b59e2a6142c4110b530ad7bf3f9dbf7.e34KaxiLc3eQc40LaxqMbN4Oc3mLe0?doclang=EL&text=&pageIndex=0&part=1&mode=DOC&docid=173253&occ=first&dir=&cid=629351#Footnote*

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ένατο τμήμα)

της 23ης Δεκεμβρίου 2015 (*)

«Παράβαση κράτους μέλους — Οδηγία 2003/88/ΕΚ — Οργάνωση του χρόνου εργασίας — Ημερήσια ανάπαυση — Εβδομαδιαία ανάπαυση — Μέγιστη εβδομαδιαία διάρκεια εργασίας»

Στην υπόθεση C‑180/14,

με αντικείμενο προσφυγή λόγω παραβάσεως δυνάμει του άρθρου 258 ΣΛΕΕ, η οποία ασκήθηκε στις 11 Απριλίου 2014,

Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τη Μ. Πατακιά και τον M. van Beek,

προσφεύγουσα,

κατά

Ελληνικής Δημοκρατίας, εκπροσωπούμενης από τις Αικ. Σαμώνη-Ράντου, Ν. Δαφνίου και Σ. Βώδινα,

καθής,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (ένατο τμήμα),

συγκείμενο από τον J. Malenovský, ασκούντα καθήκοντα προέδρου τμήματος, και τις A. Prechal (εισηγήτρια) και K. Jürimäe, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: P. Cruz Villalón

γραμματέας: L. Hewlett, κύρια υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 23ης Σεπτεμβρίου 2015,

κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Με το δικόγραφο της προσφυγής της, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζητεί από το Δικαστήριο να διαπιστώσει ότι η Ελληνική Δημοκρατία, μην έχοντας προβλέψει και/ή μην έχοντας εφαρμόσει μέγιστη εβδομαδιαία διάρκεια εργασίας που να μην υπερβαίνει τις 48 ώρες και μην έχοντας εξασφαλίσει ελάχιστο ημερήσιο και εβδομαδιαίο χρόνο ανάπαυσης ούτε αντισταθμιστική περίοδο ανάπαυσης που να διαδέχεται άμεσα τον χρόνο εργασίας τον οποίο θεωρείται ότι αντισταθμίζει, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 3, 5 και 6 της οδηγίας 2003/88/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με ορισμένα στοιχεία της οργάνωσης του χρόνου εργασίας (ΕΕ L 299, σ. 9).

 Το νομικό πλαίσιο

 Το δίκαιο της Ένωσης

2        Η οδηγία 2003/88 κατήργησε και αντικατέστησε την οδηγία 93/104/ΕΚ του Συμβουλίου, της 23ης Νοεμβρίου 1993, σχετικά με ορισμένα στοιχεία της οργάνωσης του χρόνου εργασίας (ΕΕ L 307, σ. 18).

3        Το άρθρο 2 της οδηγίας 2003/88, το οποίο φέρει τον τίτλο «Ορισμοί», προβλέπει τα εξής:

«Κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως:

1.      “χρόνος εργασίας”: κάθε περίοδος κατά τη διάρκεια της οποίας ο εργαζόμενος ευρίσκεται στην εργασία, στη διάθεση του εργοδότη, και ασκεί τη δραστηριότητα ή τα καθήκοντά του, σύμφωνα με τις εθνικές νομοθεσίες ή/και πρακτικές·

2.      “περίοδος ανάπαυσης”: κάθε περίοδος που δεν είναι χρόνος εργασίας·

[...]

9.      “επαρκής χρόνος ανάπαυσης”: η πραγματική κατάσταση κατά την οποία οι εργαζόμενοι έχουν τακτικές περιόδους ανάπαυσης, η διάρκεια των οποίων εκφράζεται σε μονάδες χρόνου και οι οποίες είναι επαρκώς μακρές και συνεχείς, ώστε να εξασφαλίζουν ότι οι εργαζόμενοι δεν θα προκαλούν σωματικές βλάβες στους ίδιους, σε συναδέλφους τους ή σε τρίτους και ότι δεν θα βλάπτουν την υγεία τους, βραχυπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα, λόγω κόπωσης ή άτακτων ρυθμών εργασίας.»

4        Το άρθρο 3 της οδηγίας αυτής, το οποίο φέρει τον τίτλο «Ημερήσια ανάπαυση», ορίζει:

«Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα αναγκαία μέτρα ώστε κάθε εργαζόμενος να διαθέτει, ανά εικοσιτετράωρο, περίοδο αναπαύσεως ελάχιστης διάρκειας ένδεκα συναπτών ωρών.»

5        Το άρθρο 5 της εν λόγω οδηγίας, το οποίο φέρει τον τίτλο «Εβδομαδιαία ανάπαυση», προβλέπει στο πρώτο εδάφιό του τα εξής:

«Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα αναγκαία μέτρα ώστε κάθε εργαζόμενος να διαθέτει, ανά περίοδο επτά ημερών, μια ελάχιστη περίοδο συνεχούς αναπαύσεως είκοσι τεσσάρων ωρών, στις οποίες προστίθενται οι ένδεκα ώρες ημερήσιας αναπαύσεως οι οποίες προβλέπονται στο άρθρο 3.»

6        Κατά το άρθρο 6 της οδηγίας 2003/88, το οποίο φέρει τον τίτλο «Μέγιστη εβδομαδιαία διάρκεια εργασίας»:

«Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα αναγκαία μέτρα ώστε, σε συνάρτηση με τις επιταγές προστασίας της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων:

[...]

β)      ο χρόνος εργασίας να μην υπερβαίνει, ανά επταήμερο, τις 48 ώρες, κατά μέσο όρο, συμπεριλαμβανομένων των υπερωριών.»

7        Το άρθρο 17 της οδηγίας 2003/88, το οποίο φέρει τον τίτλο «Παρεκκλίσεις», προβλέπει:

«[...]

2.      Οι παρεκκλίσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 3, 4 και 5 επιτρέπεται να θεσπίζονται μέσω της νομοθετικής, κανονιστικής ή διοικητικής οδού ή με συλλογικές συμβάσεις ή με συμφωνίες μεταξύ κοινωνικών εταίρων, υπό τον όρο ότι στους οικείους εργαζομένους χορηγούνται ισοδύναμες περίοδοι αντισταθμιστικής ανάπαυσης ή ότι, σε εξαιρετικές περιπτώσεις όπου είναι αντικειμενικώς αδύνατη η χορήγηση ισοδύναμων περιόδων αντισταθμιστικής ανάπαυσης, παρέχεται κατάλληλη προστασία στους οικείους εργαζομένους.

[...]

5.      Σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, παρεκκλίσεις από το άρθρο 6 [...] είναι δυνατόν να επιτρέπονται στην περίπτωση ασκούμενων γιατρών σύμφωνα με τις διατάξεις του δεύτερου έως εβδόμου εδαφίου της παρούσας παραγράφου.

Όσον αφορά τις αναφερόμενες στο πρώτο εδάφιο παρεκκλίσεις από το άρθρο 6, αυτές επιτρέπονται για μεταβατική περίοδο πέντε ετών από την 1η Αυγούστου 2004.

Τα κράτη μέλη μπορούν να έχουν στη διάθεσή τους πρόσθετη περίοδο μέχρι δύο ετών, εάν χρειασθεί, προκειμένου να λάβουν υπόψη τις δυσκολίες ως προς την τήρηση των διατάξεων περί χρόνου εργασίας σε ό,τι αφορά τις ευθύνες τους για την οργάνωση και την παροχή υπηρεσιών υγείας και ιατρικής φροντίδας. Τουλάχιστον έξι μήνες πριν από τη λήξη της μεταβατικής περιόδου, το οικείο κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή παραθέτοντας τους λόγους του, έτσι ώστε η Επιτροπή να μπορέσει να εκδώσει γνωμοδότηση, μετά από κατάλληλες διαβουλεύσεις, εντός τριών μηνών από τη λήψη των εν λόγω πληροφοριών. Εάν το κράτος μέλος δεν ακολουθήσει τη γνωμοδότηση της Επιτροπής, αιτιολογεί την απόφασή του. Η γνωστοποίηση και η αιτιολόγηση εκ μέρους του κράτους μέλους και η γνωμοδότηση της Επιτροπής δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και διαβιβάζονται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Τα κράτη μέλη μπορούν να έχουν στη διάθεσή τους πρόσθετη περίοδο μέχρις ενός έτους, εάν χρειασθεί, για να ληφθούν υπόψη οι ειδικές δυσκολίες ως προς την ανταπόκριση στις ευθύνες που αναφέρονται στο τρίτο εδάφιο. Ακολουθούν τη διαδικασία που περιγράφεται στο εν λόγω εδάφιο.

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε σε καμία περίπτωση ο αριθμός των εβδομαδιαίων ωρών εργασίας να μην υπερβαίνει τις 58, κατά μέσο όρο, κατά τη διάρκεια των τριών πρώτων ετών της μεταβατικής περιόδου, τις 56, κατά μέσο όρο, κατά τα επόμενα δύο έτη και τις 52, κατά μέσο όρο, για κάθε εναπομένουσα περίοδο.

[...]»

 Το ελληνικό δίκαιο

8        Τα προεδρικά διατάγματα 88/1999, όσον αφορά τους ειδικευμένους ιατρούς (ΦΕΚ Α΄ 94/13.5.1999), και 76/2005, όσον αφορά τους ειδικευόμενους ιατρούς (ΦΕΚ Α΄ 117/19.5.2005), έχουν ως σκοπό τη μεταφορά της οδηγίας 2003/88 στην εσωτερική έννομη τάξη.

9        Το άρθρο 6 του προεδρικού διατάγματος 88/1999 ορίζει τα εξής:

«[…] ο χρόνος εβδομαδιαίας εργασίας των μισθωτών δεν μπορεί να υπερβαίνει ανά περίοδο το πολύ τεσσάρων (4) μηνών τις σαράντα οκτώ (48) ώρες κατά μέσο όρο, συμπεριλαμβανομένων των υπερωριών.»

10      Το άρθρο 5 του προεδρικού διατάγματος 76/2005 προέβλεπε ότι, όσον αφορά το χρονικό διάστημα από 1ης Αυγούστου 2009 έως τις 31 Ιουλίου 2012, ο χρόνος εβδομαδιαίας εργασίας των ασκούμενων (ειδικευόμενων) ιατρών στις δημόσιες υπηρεσίες υγείας, ανά περίοδο έξι μηνών, δεν μπορεί να υπερβαίνει τις 52 ώρες κατά μέσο όρο.

11      Το άρθρο 1, παράγραφος 1, του νόμου 3754/2009, περί ρυθμίσεως των όρων απασχολήσεως των νοσοκομειακών ιατρών του εθνικού συστήματος υγείας (ΦΕΚ Α΄ 43/11.3.2009, στο εξής: νόμος 3754/2009), προβλέπει:

«Οι νοσοκομειακοί ιατροί του ΕΣΥ, οι πανεπιστημιακοί ιατροί και οι ειδικευόμενοι πραγματοποιούν τις απαραίτητες εφημερίες για την ασφαλή λειτουργία των νοσοκομείων και των κέντρων υγείας.»

12      Το άρθρο 2 του νόμου 3754/2009 προβλέπει τα εξής:

«Το επίσημο ωράριο των νοσοκομειακών ιατρών είναι επτάωρο, συνεχές, πρωινό και πενθήμερο από Δευτέρα έως Παρασκευή. Ύστερα από κάθε ενεργό εφημερία παρέχεται στον ιατρό, νοσοκομειακό ή πανεπιστημιακό ή υπηρεσίας υπαίθρου, σε εργάσιμη ημέρα, εικοσιτετράωρη ανάπαυση, η οποία δεν μεταφέρεται πέραν της μιας εβδομάδας από την ημέρα πραγματοποίησης της ενεργούς εφημερίας.»

13      Με το άρθρο 45 του νόμου 3205/2003 (ΦΕΚ Α΄ 297) ορίζεται το καθεστώς των εφημεριών των ιατρών. Βάσει της ελληνικής νομοθεσίας, οι εφημερίες διακρίνονται συναφώς σε τρεις κατηγορίες:

–        Την «ενεργό εφημερία» ή «γνήσια ετοιμότητα». Η εφημερία αυτή αρχίζει μετά το πέρας του τακτικού ωραρίου εργασίας των επτά ωρών, οι δε ιατροί πρέπει να βρίσκονται υποχρεωτικώς στο νοσοκομείο καθ’ όλη τη διάρκειά της, δηλαδή σε εικοσιτετράωρη βάση. Στην ενεργό εφημερία αυτή, οι ιατροί οφείλουν να βρίσκονται σε ορισμένο τόπο και χρόνο, διατηρώντας τις σωματικές και πνευματικές δυνάμεις τους σε εγρήγορση, προκειμένου να μπορούν να παράσχουν τις υπηρεσίες τους σε περίπτωση ανάγκης.

–        Την «εφημερία ετοιμότητας» ή «απλή ετοιμότητα». Η εφημερία αυτή αρχίζει μετά το πέρας του τακτικού ωραρίου εργασίας των επτά ωρών, δεν απαιτείται όμως η φυσική παρουσία των ιατρών στο νοσοκομείο. Οφείλουν, αντιθέτως, να προσέλθουν σε αυτό όταν κληθούν να παράσχουν ιατρικές υπηρεσίες.

–        Τη «μεικτή εφημερία». Η εφημερία αυτή αρχίζει μετά το πέρας του τακτικού ωραρίου εργασίας και συνίσταται σε ενεργό εφημερία διαρκείας έξι ωρών, η οποία συνεχίζεται ως εφημερία ετοιμότητας διαρκείας ένδεκα ωρών, μέχρι τη συμπλήρωση του ορίου των είκοσι τεσσάρων ωρών εργασίας.

14      Το άρθρο 4 του νόμου 3868/2010 για την αναβάθμιση του εθνικού συστήματος υγείας (ΦΕΚ Α΄ 129/3.8.2010, στο εξής: νόμος 3868/2010) ρυθμίζει τα της αποζημιώσεως των εφημεριών των νοσοκομειακών ιατρών και των ιατρών των κέντρων υγείας του εθνικού συστήματος υγείας. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι:

–        οι ειδικευόμενοι ιατροί (σε όλες τις ζώνες) λαμβάνουν μηνιαίως αποζημίωση που αντιστοιχεί σε επτά ενεργές εφημερίες κάθε μήνα (πέντε καθημερινές, ένα Σάββατο, μία Κυριακή/εξαιρέσιμη ημέρα)·

–        οι ειδικευμένοι ιατροί στη ζώνη Γ (πλην των συντονιστών διευθυντών και των διευθυντών) λαμβάνουν μηνιαίως αποζημίωση που αντιστοιχεί σε ένδεκα εφημερίες, εκ των οποίων επτά ενεργές εφημερίες (πέντε καθημερινές, ένα Σάββατο, μία Κυριακή/εξαιρέσιμη ημέρα) και τέσσερις εφημερίες ετοιμότητας·

–        οι ειδικευμένοι ιατροί στη ζώνη Β (πλην των συντονιστών διευθυντών και των διευθυντών) λαμβάνουν μηνιαίως αποζημίωση που αντιστοιχεί σε επτά εφημερίες, εκ των οποίων πέντε ενεργές εφημερίες (τρεις καθημερινές, ένα Σάββατο, μία Κυριακή/εξαιρέσιμη ημέρα) και δύο εφημερίες ετοιμότητας, και

–        οι ειδικευμένοι ιατροί στη ζώνη Α (πλην των συντονιστών διευθυντών και των διευθυντών) λαμβάνουν μηνιαίως αποζημίωση που αντιστοιχεί σε έξι εφημερίες, εκ των οποίων τέσσερις ενεργές εφημερίες (δύο καθημερινές, ένα Σάββατο, μία Κυριακή/εξαιρέσιμη ημέρα) και δύο εφημερίες ετοιμότητας.

15      Το άρθρο 4 του νόμου 3868/2010 προβλέπει επίσης ότι, με απόφαση του διοικητή της οικείας υγειονομικής περιφέρειας, η οποία εκδίδεται με εισήγηση του διοικητικού συμβουλίου του νοσοκομείου, κατόπιν γνώμης του επιστημονικού συμβουλίου του, είναι δυνατό να εγκρίνονται πρόσθετες εφημερίες με σκοπό την κάλυψη των αναγκών του νοσοκομείου αυτού.

 Η προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασία

16      Κρίνοντας ότι η Ελληνική Δημοκρατία είχε παραβεί τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 3, 5 και 6 της οδηγίας 2003/88, όσον αφορά τις ελάχιστες περιόδους ημερήσιας και εβδομαδιαίας αναπαύσεως και τη μέγιστη εβδομαδιαία χρονική διάρκεια εργασίας, η Επιτροπή απηύθυνε στο κράτος μέλος αυτό, στις 16 Οκτωβρίου 2008, προειδοποιητική επιστολή, στην οποία απήντησε το εν λόγω κράτος μέλος με την από 16 Δεκεμβρίου 2008 επιστολή.

17      Στις 30 Σεπτεμβρίου 2011 η Επιτροπή εξέδωσε αιτιολογημένη γνώμη, καλώντας την Ελληνική Δημοκρατία να λάβει τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να συμμορφωθεί προς τη γνώμη αυτή εντός προθεσμίας δύο μηνών από την παραλαβή της. Το κράτος μέλος αυτό απήντησε στην ως άνω αιτιολογημένη γνώμη με την από 19 Δεκεμβρίου 2011 επιστολή.

18      Η Επιτροπή, δεδομένου ότι, κατόπιν περαιτέρω αλληλογραφίας, εξακολούθησε να μην έχει πεισθεί από τις εξηγήσεις που παρέσχε η Ελληνική Δημοκρατία, αποφάσισε να ασκήσει την υπό κρίση προσφυγή.

 Επί της προσφυγής

 Επί της πρώτης αιτιάσεως, η οποία αντλείται από παράβαση του άρθρου 6 της οδηγίας 2003/88

19      Η πρώτη αιτίαση, η οποία αφορά τη μέγιστη εβδομαδιαία διάρκεια εργασίας των ιατρών, αναλύεται σε δύο σκέλη.

 Επί του πρώτου σκέλους της πρώτης αιτιάσεως

–       Επιχειρήματα των διαδίκων

20      Η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι, κατά το άρθρο 6 της οδηγίας 2003/88, ο χρόνος εργασίας δεν πρέπει να υπερβαίνει, ανά επταήμερο, τις 48 ώρες κατά μέσο όρο. Όσον αφορά, όμως, το χρονικό διάστημα από την 1η Αυγούστου 2009 έως τις 31 Ιουλίου 2012, το άρθρο 5 του προεδρικού διατάγματος 76/2005 καθόριζε τη μέγιστη διάρκεια εβδομαδιαίας εργασίας των ειδικευόμενων ιατρών, ανά περίοδο έξι μηνών, στις 52 ώρες κατά μέσο όρο. Η Επιτροπή προσθέτει ότι η Ελληνική Δημοκρατία δεν έκανε χρήση της δυνατότητας, την οποία της παρείχε το άρθρο 17, παράγραφος 5, τρίτο εδάφιο, της οδηγίας αυτής, να γνωστοποιήσει στην Επιτροπή την πρόθεσή της να ζητήσει και να τύχει παρατάσεως της ισχύος των μεταβατικών μέτρων πέραν της 31ης Ιουλίου 2009.

21      Η Ελληνική Δημοκρατία δεν αμφισβητεί την παράβαση η οποία της προσάπτεται. Διατείνεται, ωστόσο, ότι η παράταση της ισχύος των μεταβατικών μέτρων οφείλεται στην έλλειψη οικονομικών πόρων για την πρόσληψη επιπλέον ιατρικού προσωπικού στον δημόσιο τομέα υγείας και την ανάγκη του αρμόδιου υπουργείου να διασφαλίσει ότι το Δημόσιο θα εξακολουθήσει να παρέχει ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και νοσηλευτικές υπηρεσίες. Η Ελληνική Δημοκρατία προσθέτει ότι, εν πάση περιπτώσει, το άρθρο 5 του προεδρικού διατάγματος 76/2005 κατέστη ανενεργό από 1ης Ιουλίου 2012 και ότι, έκτοτε, η μέγιστη εβδομαδιαία διάρκεια εργασίας των ειδικευόμενων ιατρών είναι αυτή που προβλέπει το άρθρο 6 του προεδρικού διατάγματος 88/1999, δηλαδή 48 ώρες.

–       Εκτίμηση του Δικαστηρίου

22      Αρκεί να υπομνησθεί συναφώς ότι, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, η ύπαρξη παραβάσεως πρέπει να εκτιμάται σε συνάρτηση με την κατάσταση του κράτους μέλους κατά τη λήξη της ταχθείσας με την αιτιολογημένη γνώμη προθεσμίας, οι δε επελθούσες στη συνέχεια μεταβολές δεν λαμβάνονται υπόψη από το Δικαστήριο (βλ., μεταξύ άλλων, απόφαση Επιτροπή κατά Πολωνίας, C‑303/14, EU:C:2015:423, σκέψη 18 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

23      Εν προκειμένω, όμως, δεν αμφισβητείται ότι, κατά τη λήξη της ταχθείσας με την αιτιολογημένη γνώμη προθεσμίας, η Ελληνική Δημοκρατία εξακολουθούσε να εφαρμόζει μέγιστο όριο 52 ωρών όσον αφορά την εβδομαδιαία διάρκεια εργασίας των ειδικευόμενων ιατρών, χωρίς να έχει γνωστοποιήσει στην Επιτροπή, τουλάχιστον έξι μήνες προ της λήξεως της μεταβατικής περιόδου, κατά τη διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 17, παράγραφος 5, τρίτο εδάφιο, της οδηγίας 2003/88, την πρόθεσή της να τύχει παρατάσεως της περιόδου αυτής.

24      Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να διαπιστωθεί η παράβαση της Ελληνικής Δημοκρατίας σχετικώς.

 Επί του δευτέρου σκέλους της πρώτης αιτιάσεως

–       Επιχειρήματα των διαδίκων

25      Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι, μολονότι ο νόμος 3754/2009 προβλέπει ότι η συνήθης διάρκεια του χρόνου εργασίας των ιατρών και των ασκούμενων ιατρών δεν υπερβαίνει τις 35 ώρες ανά εβδομάδα, οι εν λόγω ιατροί εξακολουθούν να υποχρεούνται, βάσει του νόμου αυτού, να πραγματοποιούν υπερωρίες με τη μορφή εφημεριών στο πλαίσιο του χρόνου εργασίας, με συνέπεια να μην τηρείται η κατά το άρθρο 6 της οδηγίας 2003/88 μέγιστη εβδομαδιαία διάρκεια εργασίας των 48 ωρών.

26      Η Επιτροπή επεξηγεί την, κατ’ αυτήν, πρακτική συνέπεια των διατάξεων του άρθρου 4 του νόμου 3868/2010. Όσον αφορά τους ειδικευμένους ιατρούς, αυτοί υποχρεούνται να πραγματοποιούν 4, 5 ή 7 «ενεργές εφημερίες» μηνιαίως, αναλόγως αν ασκούν την επαγγελματική δραστηριότητά τους στη ζώνη Α, Β ή Γ. Επιπλέον, ανεξαρτήτως ζώνης, δύο από τις εφημερίες αυτές πραγματοποιούνται το Σάββατο και την Κυριακή ή σε ημέρες αργίας και έχουν κατά συνέπεια χρονική διάρκεια 24 ωρών. Οι λοιπές εφημερίες, χρονικής διάρκειας 16 ωρών, πραγματοποιούνται τις καθημερινές, μετά το πέρας του ωραρίου εργασίας. Τούτο αντιστοιχεί σε μέσο υποχρεωτικό χρόνο «ενεργών εφημεριών» στον χώρο εργασίας ίσο με 17,7, 21,3 ή 28,4 ώρες ανά εβδομάδα, αναλόγως της οικείας ζώνης. Προσθέτοντας τις 35 ώρες του τακτικού εβδομαδιαίου ωραρίου, η διάρκεια του συσσωρευμένου υποχρεωτικού χρόνου εργασίας στον χώρο εργασίας ανέρχεται μεταξύ 53 και 64 ωρών, αναλόγως της οικείας ζώνης.

27      Κατά την Επιτροπή, το άρθρο 4 του νόμου 3868/2010 προβλέπει επίσης ότι οι ειδικευμένοι ιατροί υποχρεούνται να πραγματοποιούν δύο ή τέσσερις εφημερίες ετοιμότητας μηνιαίως, αναλόγως της οικείας ζώνης. Η υποχρέωση πραγματοποιήσεως των εφημεριών αυτών έχει, κατά την προσφεύγουσα, ως συνέπεια την επιμήκυνση της παραμονής στον χώρο εργασίας οσάκις ο ιατρός καλείται να παράσχει ιατρικές υπηρεσίες. Η ελληνική νομοθεσία, όμως, δεν προβλέπει ανώτατο όριο όσον αφορά την παραμονή αυτή, ενώ δεν έχει παρασχεθεί κανένα στοιχείο ως προς τη συχνότητα των εφημεριών αυτών στην πράξη. Κατά συνέπεια, δεν υφίσταται σαφές και επακριβές εθνικό νομικό πλαίσιο το οποίο να διασφαλίζει στους ιατρούς αυτούς ότι τηρείται το όριο της μέγιστης εβδομαδιαίας διάρκειας εργασίας 48 ωρών.

28      Όσον αφορά τους ειδικευόμενους ιατρούς, η Επιτροπή επισημαίνει ότι αυτοί υποχρεούνται να πραγματοποιούν επτά ενεργές εφημερίες μηνιαίως, ανεξαρτήτως της ζώνης εντός της οποίας εργάζονται. Δύο εκ των εφημεριών αυτών πραγματοποιούνται το Σάββατο και την Κυριακή ή σε μέρα αργίας, έχουν δε, επομένως, χρονική διάρκεια 24 ωρών. Οι υπόλοιπες πέντε εφημερίες, χρονικής διάρκειας 16 ωρών η καθεμία, πραγματοποιούνται τις καθημερινές, μετά το πέρας του ημερησίου ωραρίου εργασίας. Προσθέτοντας τις 35 ώρες του τακτικού εβδομαδιαίου ωραρίου εργασίας, ο συνολικός υποχρεωτικός χρόνος εργασίας στον χώρο εργασίας ανέρχεται κατά μέσο όρο στις 64 ώρες ανά εβδομάδα.

29      Επομένως, κατά την Επιτροπή, ο νόμος 3868/2010 αντιβαίνει στο άρθρο 6 της οδηγίας 2003/88 καθόσον έχει ως αποτέλεσμα να επιβάλλει στους ιατρούς και τους ειδικευόμενους ιατρούς εβδομαδιαία διάρκεια εργασίας που ενδέχεται να υπερβαίνει το ανώτατο όριο των 48 ωρών κατά την τελευταία αυτή διάταξη.

30      Σε αντίκρουση των ανωτέρω, η Ελληνική Δημοκρατία υποστηρίζει ότι η μέγιστη διάρκεια παραμονής των ιατρών στον χώρο εργασίας κατά τη διάρκεια ενεργού εφημερίας ή εφημερίας ετοιμότητας δεν μπορεί να υπερβαίνει, κατά τον νόμο, τις 24 ώρες συνολικά. Εξάλλου, η πραγματοποίηση επτά ενεργών εφημεριών μηνιαίως, πέραν ορισμένων εφημεριών ετοιμότητας, αποτελεί, κατά την εθνική νομοθεσία, μέγιστη και όχι ελάχιστη απαίτηση, όπως κακώς διατείνεται η Επιτροπή. Επιπλέον, μολονότι το άρθρο 4 του νόμου 3868/2010 προβλέπει επίσης τη δυνατότητα πραγματοποιήσεως, εντός νοσοκομείου, πρόσθετων εφημεριών για την κάλυψη εξαιρετικών αναγκών του, η χρήση τέτοιων εφημεριών είναι κατ’ ανάγκη περιορισμένη, λόγω του ότι η προβλεπόμενη προς τούτο αποζημίωση προέρχεται από τον προϋπολογισμό που έχει στη διάθεσή του το νοσοκομείο αυτό.

31      Επιπλέον, η Ελληνική Δημοκρατία διατείνεται ότι οι οικείοι ιατροί δεν εξαναγκάζονται σε καμία περίπτωση να εργάζονται χωρίς τη συγκατάθεσή τους. Όπως ένας εργοδότης δεν μπορεί να εξαναγκάσει εργαζόμενο σε χρήση των περιόδων αναπαύσεως που δικαιούται, ομοίως δεν μπορεί να τον εξαναγκάσει σε υπερβολικό αριθμό ωρών εργασίας.

–       Εκτίμηση του Δικαστηρίου

32      Καταρχάς, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η Επιτροπή δεν αμφισβητεί ούτε ότι, κατά το γράμμα του άρθρου 6 του προεδρικού διατάγματος 88/1999, ο μέγιστος χρόνος εβδομαδιαίας εργασίας, περιλαμβανομένων των υπερωριών, δεν μπορεί να υπερβαίνει, ανά περίοδο τεσσάρων μηνών κατά το μέγιστο, τις 48 ώρες κατά μέσο όρο ούτε ότι, κατά τη σχετική ελληνική νομοθεσία, το τακτικό εβδομαδιαίο ωράριο εργασίας των ιατρών και των ειδικευόμενων ιατρών δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 35 ώρες. Η Επιτροπή διατείνεται, αντιθέτως, ότι το σύστημα των εφημεριών έχει κατ’ ανάγκη ως αποτέλεσμα διάρκεια εργασίας η οποία κατά μέσο όρο υπερβαίνει το όριο των 48 ωρών ανά εβδομάδα.

33      Η επιχειρηματολογία της Επιτροπής πρέπει να γίνει δεκτή.

34      Συναφώς, από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι το άρθρο 6, στοιχείο β΄, της οδηγίας 2003/88 αποτελεί ιδιαίτερης βαρύτητας κανόνα του εργατικού δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος πρέπει να τυγχάνει εφαρμογής στην περίπτωση κάθε εργαζομένου ως ελάχιστη πρόβλεψη αποβλέπουσα στη διασφάλιση της προστασίας της υγείας και της ασφάλειας του εργαζομένου και ο οποίος επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να θεσπίσουν ανώτατο όριο μέσης εβδομαδιαίας διάρκειας εργασίας 48 ωρών, ανώτατο όριο ως προς το οποίο διευκρινίζεται ρητώς ότι συμπεριλαμβάνει τις υπερωρίες (βλ., σχετικώς, απόφαση Fuß, C‑429/09, EU:C:2010:717, σκέψη 33 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

35      Η οδηγία αυτή ορίζει την έννοια του «χρόνου εργασίας» ως κάθε χρονικό διάστημα κατά το οποίο ο εργαζόμενος βρίσκεται στην εργασία, στη διάθεση του εργοδότη, και ασκεί τη δραστηριότητα ή τα καθήκοντά του, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία και/ή πρακτική. Η έννοια αυτή πρέπει να ερμηνεύεται κατ’ αντιδιαστολή προς εκείνη της περιόδου αναπαύσεως, δεδομένου ότι οι δύο αυτές έννοιες αλληλοαποκλείονται (βλ., σχετικώς, απόφαση Jaeger, C‑151/02, EU:C:2003:437, σκέψη 48).

36      Κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, τα χαρακτηριστικά στοιχεία της έννοιας του «χρόνου εργασίας» πληρούνται κατά τα χρονικά διαστήματα εφημερίας των ιατρών, όπως είναι οι επίμαχες στην υπό κρίση υπόθεση ενεργές εφημερίες, βάσει καθεστώτος φυσικής παρουσίας στο νοσοκομείο. Πρέπει να γίνει δεκτό ότι η υποχρέωση που επιβάλλεται στους ιατρούς να παραμένουν στον χώρο εργασίας τους σε καθεστώς ετοιμότητας προκειμένου να παρέχουν τις επαγγελματικές υπηρεσίες τους εμπίπτει στην άσκηση των καθηκόντων τους (βλ., σχετικώς, αποφάσεις Simap, C‑303/98, EU:C:2000:528, σκέψη 48, και Jaeger, C‑151/02, EU:C:2003:437, σκέψη 49).

37      Αντιθέτως, το Δικαστήριο έχει κρίνει, αποφαινόμενο επί υποθέσεως σχετικής με εφημερίες που πραγματοποιούν ιατροί ανήκοντες σε ομάδες παροχής πρώτων βοηθειών, ότι το ανωτέρω δεν ισχύει σε περίπτωση κατά την οποία οι ιατροί πραγματοποιούν τις εφημερίες υπό καθεστώς που προβλέπει ότι πρέπει να υφίσταται διαρκώς δυνατότητα επικοινωνίας με αυτούς, χωρίς όμως να υποχρεούνται να παραμένουν στο κέντρο υγείας. Μολονότι βρίσκονται στη διάθεση του εργοδότη τους, δεδομένου ότι πρέπει να υπάρχει δυνατότητα επικοινωνίας μαζί τους, στην περίπτωση αυτή οι ιατροί υπόκεινται σε λιγότερους περιορισμούς ως προς τη διαχείριση του χρόνου τους και μπορούν να ασχοληθούν με τα ενδιαφέροντά τους. Υπό τις συνθήκες αυτές, μόνον ο χρόνος που άπτεται της πραγματικής παροχής υπηρεσιών πρώτων βοηθειών πρέπει να θεωρηθεί χρόνος εργασίας κατά την έννοια της οδηγίας 2003/88 (απόφαση Simap, C‑303/98, EU:C:2000:528, σκέψη 50).

38      Εν προκειμένω, όπως επισήμανε η Επιτροπή, οι ώρες των πραγματοποιούμενων από τους ιατρούς και τους ειδικευόμενους ιατρούς ενεργών εφημεριών, καθώς και οι ώρες των εφημεριών ετοιμότητας κατά τις οποίες αυτοί παραμένουν στο νοσοκομείο προς παροχή ιατρικών υπηρεσιών, προστίθενται στις 35 ώρες τις οποίες προβλέπει το τακτικό εβδομαδιαίο ωράριο εργασίας.

39      Πράγματι, ενώ τυπικώς θέτει όρια όσον αφορά τη μέγιστη εβδομαδιαία διάρκεια του χρόνου εργασίας, η ελληνική νομοθεσία προβλέπει επίσης ότι οι ιατροί υποχρεούνται να πραγματοποιούν μηνιαίως πλείονες εφημερίες ετοιμότητας, γεγονός που έχει ως συνέπεια, οσάκις αυτοί καλούνται στο νοσοκομείο προς παροχή ιατρικών υπηρεσιών, την επιμήκυνση της παραμονής τους στον χώρο εργασίας. Επιπλέον, τόσο το άρθρο 1 του νόμου 3754/2009 όσο και το άρθρο 4 του νόμου 3868/2010 επιτρέπουν την επιβολή, υπό τη μορφή εφημεριών, πρόσθετου χρόνου εργασίας χωρίς να προβλέπουν κανένα ανώτατο όριο σχετικώς.

40      Κατά συνέπεια, αντιθέτως προς ό,τι υποστηρίζει η Ελληνική Δημοκρατία, η ελληνική νομοθεσία, λόγω των όσων επιτάσσει σχετικά με τις εφημερίες, έχει ως αποτέλεσμα να καθιστά δυνατή, όσον αφορά την εβδομαδιαία διάρκεια του χρόνου εργασίας, την υπέρβαση του ορίου των 48 ωρών, το οποίο προβλέπει το άρθρο 6, στοιχείο β΄, της οδηγίας 2003/88, χωρίς να υφίσταται καμία σαφής διάταξη η οποία να διασφαλίζει ότι οι ώρες των εφημεριών που πραγματοποιούν οι ιατροί στο νοσοκομείο δεν συνεπάγονται τέτοια υπέρβαση. Κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, όμως, οι διατάξεις με τις οποίες μεταφέρεται οδηγία στην εσωτερική έννομη τάξη πρέπει να παρέχουν στους ιδιώτες τη δυνατότητα να λαμβάνουν ως βάση ένα σαφές, επακριβές και μη διφορούμενο νομικό πλαίσιο (απόφαση Επιτροπή κατά Ιρλανδίας, C‑87/14, EU:C:2015:449, σκέψη 41 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

41      Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των προεκτεθέντων, η Ελληνική Δημοκρατία παρέβη την υποχρέωση που υπέχει από το άρθρο 6 της οδηγίας 2003/88.

 Επί της δευτέρας αιτιάσεως, η οποία αντλείται από παράβαση του άρθρου 3 της οδηγίας 2003/88

 Επιχειρήματα των διαδίκων

42      Η Επιτροπή προσάπτει στην Ελληνική Δημοκρατία ότι δεν τήρησε τις ελάχιστες περιόδους ημερήσιας αναπαύσεως που διαλαμβάνονται στο άρθρο 3 της οδηγίας 2003/88. Μολονότι ο νόμος 3754/2009 προβλέπει πράγματι περίοδο αντισταθμιστικής αναπαύσεως διαρκείας 24 ωρών κατόπιν ενεργού εφημερίας, η ανάπαυση αυτή δεν αρκεί για να διασφαλίσει ότι η ελληνική νομοθεσία είναι σύμφωνη με όσα επιτάσσει η οδηγία αυτή.

43      Συγκεκριμένα, δεδομένου ότι, κατά το γράμμα του νόμου 3754/2009, η ανάπαυση αυτή μπορεί να μετατεθεί έως και μία εβδομάδα από την ημέρα πραγματοποιήσεως της ενεργού εφημερίας, περιλαμβανομένης και της περιπτώσεως κατά την οποία ο ιατρός έχει ήδη εργασθεί επί 24 συνεχείς ώρες στον χώρο εργασίας, η ανάπαυση αυτή δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ως «ισοδύναμη περίοδος αντισταθμιστικής αναπαύσεως», κατά την έννοια του άρθρου 17, παράγραφος 2, της οδηγίας 2003/88, καθόσον, όπως έκρινε το Δικαστήριο στην απόφαση Jaeger (C‑151/02, EU:C:2003:437, σκέψη 94), τέτοιες περίοδοι αναπαύσεως πρέπει να διαδέχονται άμεσα τον χρόνο εργασίας που υποτίθεται ότι πρέπει να αντισταθμίσουν.

44      Επιπλέον, οι διατάξεις του νόμου 3754/2009 σχετικά με την αντισταθμιστική ανάπαυση έχουν εφαρμογή μόνο στην περίπτωση των περιόδων ενεργού εφημερίας και όχι σε εκείνη των περιόδων εφημερίας ετοιμότητας, περιλαμβανομένης και της περιπτώσεως κατά την οποία οι ιατροί καλούνται πράγματι να παράσχουν ιατρικές υπηρεσίες.

45      Η Ελληνική Δημοκρατία αμφισβητεί τις αιτιάσεις της Επιτροπής, διατεινόμενη, πρώτον, ότι ο όρος «άμεσα», κατά τη σκέψη 94 της αποφάσεως Jaeger (C‑151/02, EU:C:2003:437), μπορεί να ερμηνευθεί ως έχων την έννοια ότι, σε περίπτωση κατά την οποία η αντισταθμιστική ανάπαυση δεν μπορεί να χορηγηθεί στον ενδιαφερόμενο ιατρό την αμέσως επομένη ημέρα της ενεργού εφημερίας, είναι δυνατό, εφόσον το επιθυμεί και συναινεί σε αυτό ο εν λόγω ιατρός και εφόσον το επιτρέπει η κατάσταση του ασθενούς, να χορηγηθεί η ανάπαυση αυτή εντός της τρέχουσας εβδομάδας ή, εν πάση περιπτώσει, εντός μίας εβδομάδας από την πραγματοποίηση της εφημερίας αυτής. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ο Έλληνας νομοθέτης θέλησε να προβλέψει έναν ελάχιστο βαθμό ευελιξίας ώστε να καταστήσει δυνατό στον ιατρό να κάνει χρήση του δικαιώματός του αναπαύσεως μετά την εφημερία αυτή, αναγνωρίζοντας παράλληλα την ιδιαιτερότητα του ιατρικού λειτουργήματος.

46      Δεύτερον, η Ελληνική Δημοκρατία επισημαίνει ότι το Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης εξέδωσε το 2009 εγκύκλιο με την οποία αναγνωρίζεται το δικαίωμα κάθε ιατρού να απολαύει, μετά από κάθε ενεργό εφημερία, αντισταθμιστικής αναπαύσεως διαρκείας 24 ωρών. Μια τέτοια εγκύκλιος δύναται, κατά την καθής, να επηρεάσει τη συμπεριφορά των ιατρών.

47      Τρίτον, κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η Ελληνική Δημοκρατία επισήμανε ότι η εικοσιτετράωρη αντισταθμιστική ανάπαυση περιλαμβάνει τόσο την ημερήσια ανάπαυση διαρκείας 11 ωρών όσο και πρόσθετη περίοδο 13 ωρών. Το κράτος μέλος αυτό εξήγησε επίσης ότι, αντιθέτως προς ό,τι διατείνεται η Επιτροπή, η εφημερία ετοιμότητας μετατρέπεται αυτομάτως σε ενεργό εφημερία καθ’ όλη τη διάρκεια της παραμονής του ιατρού στο νοσοκομείο και ότι αυτός δικαιούται, ως εκ τούτου, την αντίστοιχη αντισταθμιστική ανάπαυση.

 Εκτίμηση του Δικαστηρίου

48      Με το άρθρο 3 της οδηγίας 2003/88 κατοχυρώνεται το δικαίωμα κάθε εργαζομένου να διαθέτει, ανά εικοσιτετράωρο, περίοδο αναπαύσεως ελάχιστης χρονικής διάρκειας ένδεκα συναπτών ωρών.

49      Από το γράμμα της διατάξεως αυτής προκύπτει ότι δεν είναι, καταρχήν, συμβατή με το δίκαιο της Ένωσης εθνική νομοθεσία η οποία επιτρέπει ωράρια εργασίας δυνάμενα να διαρκέσουν 24 ώρες αδιαλείπτως. Εν προκειμένω, όμως, βάσει της ελληνικής νομοθεσίας, ιατρός μπορεί να υποχρεωθεί να εργασθεί, οσάκις του τακτικού ωραρίου εργασίας έπεται άμεσα εφημερία, πέραν του εικοσιτετραώρου αδιάλειπτης εργασίας, μάλιστα δε έως και 32 ώρες αδιαλείπτως στην ειδική περίπτωση κατά την οποία νέο τακτικό ωράριο εργασίας αρχίζει αμέσως μετά την εφημερία αυτή.

50      Ωστόσο, κατά το άρθρο 17, παράγραφος 2, της οδηγίας 2003/88, τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα να προβλέπουν παρεκκλίσεις από το άρθρο 3 της οδηγίας αυτής. Οι παρεκκλίσεις αυτές υπόκεινται ρητώς στην προϋπόθεση ότι στους οικείους εργαζομένους χορηγούνται ισοδύναμες περίοδοι αντισταθμιστικής αναπαύσεως ή, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν είναι αντικειμενικώς αδύνατη η χορήγηση ισοδύναμων περιόδων αντισταθμιστικής αναπαύσεως, παρέχεται στους οικείους εργαζομένους κατάλληλη προστασία.

51      Πρέπει να υπομνησθεί συναφώς ότι η οδηγία 2003/88 έχει ως σκοπό την αποτελεσματική προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων. Λαμβανομένου υπόψη αυτού του ουσιώδους σκοπού, κάθε εργαζόμενος πρέπει μεταξύ άλλων να απολαύει επαρκούς χρόνου αναπαύσεως (βλ., σχετικώς, απόφαση Jaeger, C‑151/02, EU:C:2003:437, σκέψη 92).

52      Προκειμένου να επιτευχθεί ο σκοπός αυτός, οι ισοδύναμες περίοδοι αντισταθμιστικής αναπαύσεως, κατά την έννοια του άρθρου 17, παράγραφος 2, της οδηγίας 2003/88, πρέπει να διαδέχονται άμεσα τον χρόνο εργασίας τον οποίο θεωρείται ότι αντισταθμίζουν, προκειμένου να αποτραπεί η κόπωση ή η εξάντληση του εργαζομένου λόγω της συσσωρεύσεως διαδοχικών περιόδων εργασίας (βλ., σχετικώς, απόφαση Jaeger, C‑151/02, EU:C:2003:437, σκέψεις 94 και 95).

53      Υπό τις συνθήκες αυτές, η αύξηση του χρόνου καθημερινής εργασίας στην οποία, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 17 της οδηγίας 2003/88, μπορούν να προβούν τα κράτη μέλη ή οι κοινωνικοί εταίροι, μειώνοντας τη διάρκεια της αναπαύσεως που χορηγείται στον εργαζόμενο κατά τη διάρκεια ορισμένης εργάσιμης ημέρας, μεταξύ άλλων στις υπηρεσίες των νοσοκομείων, πρέπει καταρχήν να αντισταθμίζεται με τη χορήγηση ισοδύναμων περιόδων αντισταθμιστικής αναπαύσεως, που συνίστανται σε ορισμένο αριθμό συνεχόμενων ωρών οι οποίες αντιστοιχούν στην επελθούσα μείωση και τις οποίες πρέπει να διαθέτει ο εργαζόμενος πριν την έναρξη της επόμενης περιόδου εργασίας. Κατά κανόνα, η χορήγηση τέτοιων περιόδων αναπαύσεως απλώς σε «άλλες στιγμές», που δεν συνδέονται πλέον άμεσα με τον χρόνο εργασίας ο οποίος παρατάθηκε λόγω των πραγματοποιηθεισών υπερωριών, δεν λαμβάνει υπόψη προσηκόντως την ανάγκη τηρήσεως των γενικών αρχών της προστασίας της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων που συνιστούν το θεμέλιο του καθεστώτος της Ένωσης περί οργανώσεως του χρόνου εργασίας (βλ., σχετικώς, απόφαση Jaeger, C‑151/02, EU:C:2003:437, σκέψη 97).

54      Ως εκ τούτου, η ελληνική νομοθεσία, καθόσον προβλέπει ότι η εικοσιτετράωρη ανάπαυση που πρέπει να χορηγείται σε ιατρό μετά από κάθε ενεργό εφημερία μπορεί να μεταφερθεί έως και μία εβδομάδα από της ημέρας πραγματοποιήσεως της εφημερίας αυτής, δεν είναι σύμφωνη με τους όρους υπό τους οποίους επιτρέπεται η κατά το άρθρο 3 της οδηγίας 2003/88 παρέκκλιση και τους οποίους προβλέπει το άρθρο 17, παράγραφοι 2 και 3, της οδηγίας αυτής.

55      Η κρίση αυτή δεν αναιρείται από το επιχείρημα της Ελληνικής Δημοκρατίας ότι το δικαίωμα κάθε ιατρού, ειδικευμένου ή ειδικευόμενου, να τυγχάνει αντισταθμιστικής αναπαύσεως μετά από κάθε ενεργό εφημερία διασφαλίζεται βάσει εγκυκλίου διευκρινιστικής του νόμου 3754/2009. Συγκεκριμένα, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, επιβάλλεται κάθε μέλος να εφαρμόζει τις οδηγίες κατά τρόπο που να ανταποκρίνεται πλήρως στην απαίτηση περί ασφάλειας δικαίου και, κατά συνέπεια, να υλοποιεί το γράμμα των οδηγιών με διατάξεις εσωτερικού δικαίου δεσμευτικού χαρακτήρα. Η Ελληνική Δημοκρατία δεν μπορούσε, επομένως, να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία 2003/88 διά της εκδόσεως εγκυκλίου (βλ., σχετικώς, απόφαση Επιτροπή κατά Ισπανίας, C‑205/04, EU:C:2006:137, σκέψη 18).

56      Τέλος, ούτε το επιχείρημα της Ελληνικής Δημοκρατίας ότι πρόθεσή της ήταν να εξακολουθήσει η εθνική νομοθεσία να διαθέτει μια ελάχιστη ευελιξία προκειμένου να συμβιβασθεί το δικαίωμα του ιατρού σε ανάπαυση μετά από ενεργό εφημερία με τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του ιατρικού λειτουργήματος δύναται να κλονίσει την κρίση αυτή. Συγκεκριμένα, μολονότι οι ιδιαιτερότητες που προσιδιάζουν στην οργάνωση των ομάδων εφημερίας στα νοσοκομεία και τα παρεμφερή ιδρύματα αναγνωρίζονται από την οδηγία 2003/88, καθόσον αυτή προβλέπει, στο άρθρο της 17, δυνατότητες παρεκκλίσεως συναφώς (βλ., σχετικώς, απόφαση Jaeger, C‑151/02, EU:C:2003:437, σκέψη 87), απαιτείται επιπλέον οι παρεκκλίσεις τις οποίες τα κράτη μέλη έθεσαν πράγματι σε εφαρμογή να είναι σύμφωνες με όσα προβλέπει το άρθρο αυτό.

57      Από το σύνολο των προεκτεθέντων προκύπτει ότι η Ελληνική Δημοκρατία παρέβη την υποχρέωση που υπέχει από το άρθρο 3 της οδηγίας 2003/88.

 Επί της τρίτης αιτιάσεως, η οποία αντλείται από παράβαση του άρθρου 5 της οδηγίας 2003/88

 Επιχειρήματα των διαδίκων

58      Η Επιτροπή, παραπέμποντας στα συμπληρωματικά στοιχεία που έχει στη διάθεσή της, υποστηρίζει ότι, μολονότι ο νόμος 3754/2009 παρέχει τυπικά στους ιατρούς το δικαίωμα ελάχιστης περιόδου αναπαύσεως ανά περίοδο επτά ημερών, εντούτοις η εφαρμογή του δικαιώματος αυτού εξακολουθεί να μην είναι ικανοποιητική. Συγκεκριμένα, φαίνεται ότι τα ωράρια εργασίας που απαιτούνται από τους ιατρούς δεν τους επιτρέπουν, στην πράξη και παρά τα όσα επιτάσσει ο νόμος αυτός, να απολαύουν τέτοιου δικαιώματος.

59      Η Ελληνική Δημοκρατία αντιτείνει ότι η Επιτροπή στηρίζει την τρίτη αιτίασή της σε λόγους εντελώς θεωρητικού και υποθετικού χαρακτήρα, προσθέτει δε ότι το θεσμικό όργανο αυτό επιδεικνύει, άλλωστε, αβεβαιότητα ως προς το ζήτημα κατά πόσον η ελληνική νομοθεσία και η ακολουθούμενη πρακτική μπορούν να θεωρηθούν πλημμελείς όσον αφορά την εφαρμογή της οδηγίας 2003/88. Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η Ελληνική Δημοκρατία υπενθύμισε ότι, κατά την εθνική νομοθεσία, το επίσημο ωράριο εργασίας των νοσοκομειακών ιατρών έχει καθορισθεί να διαρκεί από τη Δευτέρα έως την Παρασκευή και ότι οι ενεργές εφημερίες τις οποίες καλούνται να πραγματοποιούν οι ιατροί αυτοί στο τέλος της εβδομάδας αφορούν είτε το Σάββατο είτε την Κυριακή. Κατά συνέπεια, ιατρός που πραγματοποιεί τέτοια εφημερία στο τέλος της εβδομάδας θα τύχει μετά βεβαιότητας, το Σάββατο ή την Κυριακή, περιόδου αναπαύσεως ελάχιστης διάρκειας 24 συναπτών ωρών.

 Εκτίμηση του Δικαστηρίου

60      Πρέπει να υπομνησθεί ότι, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, στο πλαίσιο διαδικασίας λόγω παραβάσεως, απόκειται στην Επιτροπή να αποδείξει την ύπαρξη της προβαλλομένης παραβάσεως και να προσκομίσει στο Δικαστήριο τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για την εκ μέρους του διακρίβωση της υπάρξεως της παραβάσεως αυτής, χωρίς η Επιτροπή να μπορεί να στηριχθεί σε οποιοδήποτε τεκμήριο (βλ., μεταξύ άλλων, απόφαση Επιτροπή κατά Ιρλανδίας, C‑87/14, EU:C:2015:449, σκέψη 22 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

61      Η Επιτροπή, εν προκειμένω, διατυπώνει απλώς γενικού χαρακτήρα εικασίες, χωρίς να προσκομίζει κανένα συγκεκριμένο στοιχείο προς τεκμηρίωση της τρίτης αιτιάσεώς της.

62      Κατά συνέπεια, η αιτίαση αυτή πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη.

63      Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των προεκτεθέντων, πρέπει να διαπιστωθεί ότι η Ελληνική Δημοκρατία, παραλείποντας να εφαρμόσει εβδομαδιαία διάρκεια εργασίας μη υπερβαίνουσα, κατά μέσο όρο, τις 48 ώρες και παραλείποντας να διασφαλίσει ελάχιστο ημερήσιο χρόνο αναπαύσεως ή ισοδύναμη περίοδο αντισταθμιστικής αναπαύσεως που να διαδέχεται άμεσα τον χρόνο εργασίας τον οποίο η περίοδος αυτή θεωρείται ότι αντισταθμίζει, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 3 και 6 της οδηγίας 2003/88.

 Επί των δικαστικών εξόδων

64      Κατά το άρθρο 138, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Δεδομένου ότι η Ελληνική Δημοκρατία ηττήθηκε ως προς το ουσιώδες μέρος των αιτημάτων της, πρέπει να καταδικασθεί στα δικαστικά έξοδα, σύμφωνα με το σχετικό αίτημα της Επιτροπής.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)      Η Ελληνική Δημοκρατία, παραλείποντας να εφαρμόσει εβδομαδιαία διάρκεια εργασίας μη υπερβαίνουσα, κατά μέσο όρο, τις 48 ώρες και παραλείποντας να διασφαλίσει ελάχιστο ημερήσιο χρόνο αναπαύσεως ή ισοδύναμη περίοδο αντισταθμιστικής αναπαύσεως που να διαδέχεται άμεσα τον χρόνο εργασίας τον οποίο η περίοδος αυτή θεωρείται ότι αντισταθμίζει, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 3 και 6 της οδηγίας 2003/88/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με ορισμένα στοιχεία της οργάνωσης του χρόνου εργασίας.

2)      Απορρίπτει την προσφυγή κατά τα λοιπά.

3)      Καταδικάζει την Ελληνική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

(υπογραφές)


* Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική.

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

Αντιδράσεις

 

Ο.Ε.Ν.Γ.Ε. Ομοσπονδία Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδας

O.E.N.G.E. Federation of Hospital Doctors of Greece

Αθήνα, 23 Δεκεμβρίου 2015

ΔΗΛΩΣΗ

Η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, με την οποία καταδικάζεται η Ελλάδα για παράβαση της νομοθεσίας που αφορά στο μέγιστο εβδομαδιαίο χρόνο εργασίας των γιατρών, αποτελεί δικαίωση του μακροχρόνιου αγώνα της ΟΕΝΓΕ και των Ενώσεων Γιατρών της χώρας για ασφαλή παροχή υπηρεσιών υγείας και αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας των γιατρών που υπηρετούν στο δημόσιο σύστημα υγείας.

Το υπουργείο Υγείας οφείλει να συμμορφωθεί άμεσα με την απόφαση του Δικαστηρίου, προβαίνοντας σε προσλήψεις γιατρών, ώστε να στελεχωθούν με επάρκεια Νοσοκομεία και Κέντρα Υγείας, προκειμένου ο χρόνος εργασίας των γιατρών να προσεγγίσει στις 48 ώρες την εβδομάδα. Οφείλει ταυτόχρονα η κυβέρνηση να βελτιώσει τις εργασιακές συνθήκες και τις αμοιβές των γιατρών στα Νοσοκομεία και Κέντρα Υγείας της χώρας, αναγκαία προϋπόθεση για τη συνολική αλλαγή του προτύπου περίθαλψης των πολιτών.

Η ΟΕΝΓΕ έχει κατ΄ επανάληψη δηλώσει διατεθειμένη να καθίσει στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης, ώστε να υλοποιηθούν στοχευμένα οι προσλήψεις και να βελτιωθούν οι συνθήκες παροχής υπηρεσιών υγείας, αλλά και η ποιότητα ζωής των γιατρών της χώρας μας.

Με τις ευχές μου για καλές γιορτές και ευτυχισμένη τη νέα χρόνιά.

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΒΑΡΝΑΒΑΣ

ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΟΕΝΓΕ

 

Ενδιαφέρον σχόλιο

http://www.liberal.gr/arthro/26105/epikairotita/2015/katadiki-tis-elladas- ## no greeklish please! ## - oxi fragolevantika grapste kalytera sta agglika --to-orario-ton-giatron-tou- ## no greeklish please! ## - oxi fragolevantika grapste kalytera sta agglika -.html

Καταδίκη της Ελλάδας για το ωράριο των γιατρών του ΕΣΥ

Τετάρτη 23 Δεκεμβρίου 2015, 21:16 - Τελευταία ενημέρωση: 21:18
Του Βασίλη Βενιζέλου

Δεν εκπλήσσει το γεγονός ότι η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας δεν έχει μέχρι αυτήν τη στιγμή αντιδράσει με τον οποιονδήποτε τρόπο στην είδηση της καταδικαστικής απόφασης την οποία μόλις εξέδωσε κατά της Ελλάδας το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για την παραβίαση της ευρωπαϊκής οδηγίας για το ανώτατο εβδομαδιαίο όριο εργασίας των γιατρών του ΕΣΥ, ήτοι 48 ώρες κατά μέσο όρο.

Δεν εκπλήσσει η σιωπή της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Υγείας, καθώς, αν και η καταδίκη της χώρας μας προήλθε μετα από σχετικές προσφυγές δέκα τοπικών ενώσεων γιατρών του ΕΣΥ της χώρας μας όταν ο υπουργός Υγείας Ανδρέας Ξανθός ήταν ακόμη συνδικαλιστής της Ομοσπονδίας Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδας (ΟΕΝΓΕ), η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας δεν διαθέτει κανένα σχεδιο προκειμένου να συμμορφωθεί με την ευρωπαϊκή οδηγία και όλα δείχνουν ότι εκέινο το οποίο θα προτείνει στην συνδικαλιστική ηγεσία των γιατρών του ΕΣΥ της χώρας μας θα είναι ό,τι είχε προτείνει ο πρώην υπουργός Υγείας Δημήτρης Αβραμόπουλος: Συλλογική συμφωνία εργασίας με την ΟΕΝΓΕ για συναινετική παραβίαση της ευρωπαϊκής οδηγίας, κάτι το οποίο, επειδή θα είναι συναινετικό, μπορεί να γίνει αποδεκτό από την Κομισιόν.

Είναι γνωστό ότι η ελληνική νομοθεσία, επιτρέποντας να εργάζονται οι γιατροί του ΕΣΥ επί 24 ή και περισσότερες ώρες αδιαλείπτως, αντιβαίνει στο δίκαιο της Ε.Ε. Η Ελλάδα παρέλειψε να εφαρμόσει εβδομαδιαία διάρκεια εργασίας μη υπερβαίνουσα τις 48 ώρες και δεν καθιέρωσε ελάχιστο ημερήσιο χρόνο αναπαύσεως ούτε περίοδο αντισταθμιστικής αναπαύσεως.

Κατά την οδηγία σχετικά με την οργάνωση του χρόνου εργασίας, η εβδομαδιαία διάρκεια του χρόνου εργασίας δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 48 ώρες κατά μέσο όρο, ενώ κάθε εργαζόμενος πρέπει να διαθέτει, ανά εικοσιτετράωρο, περίοδο αναπαύσεως ελάχιστης χρονικής διάρκειας ένδεκα συναπτών ωρών και, ανά περίοδο επτά ημερών, περίοδο συνεχούς αναπαύσεως ελάχιστης χρονικής διάρκειας 24 ωρών, στις οποίες προστίθενται οι 11 ώρες ημερήσιας αναπαύσεως.

Δέκα τοπικές ενώσεις γιατρών του ΕΣΥ υπέβαλαν καταγγελίες στην Κομισιόν. Κατά τις ενώσεις αυτές, οι γιατροί του ΕΣΥ, ειδικευμένοι ή ειδικευόμενοι, υποχρεώνονται, βάσει της εθνικής νομοθεσίας, να εργάζονται κατά μέσο όρο εβδομαδιαίως από... 60 έως 93... ώρες! Υποχρεώνονται επίσης σε τακτική βάση να εργάζονται έως και... 32 ώρες αδιαλείπτως στον χώρο εργασίας, χωρίς να απολαύουν των ελάχιστων περιόδων ημερήσιας και εβδομαδιαίας αναπαύσεως ή των ισοδύναμων περιόδων αντισταθμιστικής αναπαύσεως...

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο δικαίωσε, λοιπόν, τις δέκα τοπικές ενώσεις των γιατρών του ΕΣΥ της χώρας μας, έδωσε προθεσμία ολίγων μηνών προς την ελληνική κυβέρνηση, προκειμένου η χώρα μας να συμμορφωθεί ως προς της σχετική ευρωπαϊκή οδηγία για το ωράριο των γιατρών του ΕΣΥ και, συνεπώς, σε αντίθετη περίπτωση επαπειλείται επιβολή ημερησίου προστίμου εις βάρος της Ελλάδας.

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

  • 1 month later...

Σωπάστε, το Υπουργείο Υγείας της φιλεργατικής διοίκησης αποκρίθηκε:

θα φέρει σε συμψηφισμό τον υφιστάμενο εργασιακό μεσαίωνα των εργαζομένων της Δημόσιας Υγείας με το 'κοινό συμφέρον',

και θα παραμερίσει λέει την ευρωπαϊκή νομοθεσία, έστω και αν η επί μακρόν καταπάτησή της από το ελληνικό κράτος κυρώθηκε πρόσφατα με την καταδίκη του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.

 

Βλέπετε στη χώρα του λαϊκισμού μπορούν να διορίζονται ημέτεροι με προτεραιότητα, μπορεί να γίνεται επιλεκτική επίκληση στο ευρωπαϊκό ουμανιστικό κεκτημένο, και μπορεί το εργατικό δίκαιο να αποτελεί προνόμιο της 'ταξικής κοινωνίας' εντελώς επιλεκτικά,

οπότε φτάνει στη συνέχεια η περίφημη 'έλλειψη οικονομικών πόρων' για τους άλλους διορισμούς, εκείνους της στελέχωσης των απαιτούμενων θέσεων μόνιμου υγειονομικού προσωπικού.

Άλλωστε το μόνιμο υποζύγιο, οι εργαζόμενοι υγειονομικοί για άλλη μια φορά αναμένεται να υποκύψουν να εκτελέσουν τα ωράρια δουλείας, κατόπιν των υπόγειων εκβιαστικών διλημμάτων που θα τεθούν βεβαίως.

http://www.isli.gr/site/index.php/vouli/7552-2016-01-22-10-33-35

Διαβάστε όλον τον διάλογο Ανδρέα Ξανθού - Κώστα Μπαργιώτα στη Βουλή για το ωράριο των γιατρών του ΕΣΥ

Με τη φράση «Οι αποκαρδιωμένοι και πραγματικά ηθικά καταβεβλημένοι και κουρασμένοι γιατροί στην εφημερία αποτελούν πρόβλημα και κίνδυνο για τη δημόσια υγεία» επιχείρησε ο Βουλευτής Λάρισας του Ποταμιού, κ. Κώστας Μπαργιώτας, να αναδείξει το σοβαρό θέμα με τα εξαντλητικά ωράρια των γιατρών και το προβληματικό σύστημα των εφημεριών κατά τη διάρκεια συζήτησης επίκαιρης ερώτησης προς τον Υπουργό Υγείας.

Συγκεκριμένα, όπως τόνισε ο βουλευτής «Υπάρχουν ολόκληρες ημέρες συνεχούς εφημέρευσης με αποτέλεσμα να υπάρχει πρόβλημα σοβαρό ασφάλειας στην εφημερία. Αυτός άλλωστε είναι και ο βασικός λόγος για το περίφημο brain drain και τη αναχώρηση πολλών γιατρών, ο συνδυασμός δηλαδή εξευτελιστικών αμοιβών και εξευτελιστικών συνθηκών εργασίας. Ξέρετε καλά ότι το σύστημα είναι άνισο, είναι στον αέρα. Οι εφημερίες παράγονται με μία επίκληση ασφαλών προγραμμάτων εφημέρευσης, όπου η λέξη «ασφαλείς» είναι συνδικαλιστική αναφορά χωρίς περιεχόμενο, χωρίς μετρήσιμα κριτήρια. Κανείς δεν ξέρει γιατί εδώ εφημερεύουν τρεις κι εκεί εφημερεύουν τέσσερις. Είναι ένα σύστημα απαρχαιωμένο, πελατειακό στη διάθεση και στη διακριτική ευχέρεια των διοικητών και των κομματικών διοικήσεων των Υ.ΠΕ, οι οποίες παράγουν εφημερίες με κριτήρια αλλότρια και όχι βάσει των πραγματικών αναγκών». Στη συνέχεια επέκρινε την ηγεσία του Υπουργείου για αδράνεια και ακατάσχετη θεωρητικολογία. «Πολύ φοβάμαι ότι κινδυνεύετε να μείνετε στην ιστορία ως η πιο καθεστωτική και συντηρητική ηγεσία του Υπουργείου, μιας και δεν βλέπω πουθενά καμία διάθεση μετατροπής. Δεν νομίζω ότι από μόνοι τους οι διορισμοί καινούριων γιατρών -που είναι αναγκαίοι και δεν έρχονται κιόλας- είναι η απαραίτητη λύση. Το σύστημα του εφημεριών- όπως και πολλά άλλα πράγματα- χρειάζεται πραγματική μεταρρύθμιση. «Πρέπει να μιλήσουμε για την ουσία, δηλαδή για το εφημεριακό πρότυπο» είπε χαρακτηριστικά.
Ο Υπουργός Υγείας, αφού αναγνώρισε το πρόβλημα, ομολόγησε με κυνισμό ότι «Με τα δεδομένα της στελέχωσης των δημόσιων νοσοκομείων της χώρας αυτή η Οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το ωράριο δεν μπορεί να εφαρμοστεί. Είναι απολύτως σαφές αυτό... Το μεγάλο πρόβλημα είναι τα στάνταρντς ασφαλείας στην λειτουργία των νοσοκομείων και η ποιότητα της φροντίδας. Άρα, η εκκρεμότητα υπάρχει. Έχω ήδη στείλει επιστολή στην Ομοσπονδία των Νοσοκομειακών Γιατρών και τους καλώ σε διάλογο για μια επικαιροποιημένη κλαδική συμφωνία κι έχουμε προγραμματίσει και μία συνάντηση με τον Ευρωπαίο Επίτροπο Υγείας στα μέσα του Φλεβάρη, ακριβώς για να θέσουμε όλο αυτό το πλαίσιο, να θέσουμε την πραγματική κατάσταση και την πραγματική δυνατότητα της χώρας και προφανώς με ένα σχέδιο σταδιακής κάλυψης των κενών να υπάρξει μια προοδευτική εναρμόνιση της χώρας μας απέναντι σε αυτή την απαίτηση».

Ακολουθεί απομαγνητοφωνημένη η συζήτηση:

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΠΑΡΓΙΩΤΑΣ: Καλημέρα, κύριε Υπουργέ, ευχαριστώ που ήρθατε σήμερα.
Θα ήθελα και εγώ να συνηγορήσω με την κ. Χριστοφιλοπούλου στην πρόταση για τη διασταυρούμενη απάντηση των ερωτήσεων καθώς με λύπη διαπιστώνω ότι το Υπουργείο Υγείας έχει πολύ κακό ρεκόρ και στις επίκαιρες και στις απαντήσεις των γραπτών ερωτήσεων. Νομίζω ότι είναι κάτι που πρέπει να το δείτε. Ίσως η πρόταση της κ. Χριστοφιλοπούλου να βοηθήσει.
Μπαίνω στο θέμα, μια και δεν έχω πολύ χρόνο. Θέλω να ξεκινήσω με μία διευκρίνιση στην οποία νομίζω ότι θα συμφωνήσετε ότι μιλώντας για τα εργασιακά των γιατρών, το σαρανταοκτάωρο και την εξασφάλιση υγιών εργασιακών συνθηκών, κυρίως αναφερόμαστε στη διασφάλιση της ποιότητας της παροχής υπηρεσιών υγείας και της ασφάλειας των ασθενών, καθώς οι αποκαρδιωμένοι και πραγματικά ηθικά καταβεβλημένοι και κουρασμένοι γιατροί στην εφημερία αποτελούν πρόβλημα και κίνδυνο για τη δημόσια υγεία, αφού η κρίση τους αμβλύνεται και η δυνατότητά τους να απαντήσουν στα προβλήματα γίνεται όλο και χειρότερη.
Έτσι, λοιπόν, πολύ σύντομα το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο καταδίκασε τη χώρα γιατί επιτρέπει να εργάζονται οι γιατροί περισσότερες από είκοσι τέσσερις ώρες στη συνέχεια -πρακτικά στην Ελλάδα υπάρχουν γιατροί που δουλεύουν πάρα πολλές ημέρες στη συνέχεια χωρίς διακοπή σε εφημερίες- και γιατί εξακολουθεί να μην σέβεται αυτό που και η ίδια έχει νομοθετήσει, δηλαδή τον περιορισμό των σαράντα οκτώ ωρών συνεχούς εργασίας ανά εβδομάδα.
Επίσης, θυμίζω, και νομίζω ότι είναι σημαντικό να το κρατήσουμε, ότι το ίδιο Δικαστήριο έχει γνωμοδοτήσει ότι οι εργαζόμενοι έχουν ανάγκη από ένα σαφές, επακριβές και μη διφορούμενο νομικό πλαίσιο, ακριβώς δηλαδή αυτό που δεν έχει η Ελλάδα, σε ό,τι αφορά τις εφημερίες. Το νομοθετικό πλαίσιο είναι πολύπλοκο, αλληλοαναιρούμενο και απαρχαιωμένο και έγινε ακόμη χειρότερο και ακόμη πιο άνισο λόγω των οριζόντιων περικοπών που έλαβαν χώρα τα τελευταία χρόνια.
Υπάρχουν, όπως είπα, ολόκληρες ημέρες συνεχούς εφημέρευσης με αποτέλεσμα να υπάρχει πρόβλημα σοβαρό ασφάλειας στην εφημερία. Αυτός άλλωστε είναι και ο βασικός λόγος για το περίφημο brain drain και τη αναχώρηση πολλών γιατρών, ο συνδυασμός δηλαδή εξευτελιστικών αμοιβών και εξευτελιστικών συνθηκών εργασίας ταυτοχρόνως, τα οποία συνιστούν ένα πολύ-πολύ μεγάλο πρόβλημα.
Ξέρω ότι θα μου πείτε ότι είναι ένα χρόνιο πρόβλημα που δημιουργήθηκε -και έτσι είναι- όμως, κύριε Υπουργέ, έχετε καταγράψει έναν χρόνο απουσίας πρακτικά από το συγκεκριμένο θέμα και από πολλά άλλα στο Υπουργείο, καθώς δεν έχουμε δει καμία πρόταση και καμία νομοθετική πρωτοβουλία.

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Γεώργιος Βαρεμένος): Είναι σαφής η ερώτηση.
Κύριε Υπουργέ, έχετε τον λόγο.

ΜΠΑΡΓΙΩΤΑΣ: Τελειώνω σε ένα λεπτό.

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Γεώργιος Βαρεμένος): Έχει γίνει μεγάλη υπέρβαση των ορίων. Τον λόγο έχει ο κύριος Υπουργός.

ΜΠΑΡΓΙΩΤΑΣ: Να πω μόνο τις ερωτήσεις.

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Γεώργιος Βαρεμένος): Είναι σαφής η ερώτηση, κύριε Μπαργιώτα. Τα υπόλοιπα είναι «σάλτσα».

ΜΠΑΡΓΙΩΤΑΣ: Νομίζω ότι είναι σημαντικό να θέσω τις ερωτήσεις. Είναι σημαντικές, κύριε Πρόεδρε.

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Γεώργιος Βαρεμένος): Κύριε Υπουργέ, έχετε τον λόγο.

ΜΠΑΡΓΙΩΤΑΣ: Χωρίς ερωτήσεις; Εντάξει.

ΑΝΔΡΕΑΣ ΞΑΝΘΟΣ (Υπουργός Υγείας): Αγαπητέ συνάδελφε, το πρόβλημα υπάρχει. Ήταν μια μεγάλη εκκρεμότητα. Η απόφαση αυτή του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου αναδεικνύει μια διαχρονική ευθύνη τη ελληνικής πολιτείας να αντιμετωπίσει αυτή την εκκρεμότητα. Θυμίζω ότι η Ευρωπαϊκή Οδηγία βγήκε το 2003 -μάλλον προϋπήρχε και μία το 1999- και από τότε έχουν περάσει δεκατρία δεκατέσσερα χρόνια και δεν έχει αντιμετωπιστεί το θέμα.
Έγινε μια σημαντική προσπάθεια, κατά την άποψή μου, το 2009, με την τότε κλαδική συμφωνία των νοσοκομειακών γιατρών και του Υπουργείου που προέβλεπε τεσσερισήμισι χιλιάδες προσλήψεις σε δύο χρόνια, ακριβώς στη λογική της κάλυψης των κενών, και άρα της μείωσης της αναγκαίας υπερωριακής εργασίας.
Στη συνέχεια ήρθε η κρίση και το μνημόνιο. Πάγωσε η διαδικασία και δεν προχώρησαν παρά ελάχιστες προσλήψεις. Νομίζω ότι μόνο χίλιες από αυτές πρόλαβαν το 2009 και το 2010 να προχωρήσουν. Και αρκετές από αυτές που ήταν σε εκκρεμότητα και είχαν ολοκληρωθεί οι κρίσεις τους, τις ξεπαγώσαμε φέτος. Έχουμε καταφέρει αυτή την περίοδο -τους τελευταίους μήνες- να διορίσουμε γύρω στους ογδόντα με εκατό μόνιμους γιατρούς του ΕΣΥ από τέτοιες παλιές κρίσεις εκείνης της περιόδου.
Πρέπει να είμαστε απολύτως ειλικρινείς. Με τα δεδομένα της στελέχωσης των δημόσιων νοσοκομείων της χώρας αυτή η Οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το ωράριο δεν μπορεί να εφαρμοστεί. Είναι απολύτως σαφές αυτό.
Εμείς θεωρούμε ότι αυτή η απόφαση του Δικαστηρίου, που δημιουργεί έναν κίνδυνο προστίμου για τη χώρα και πρέπει να το αντιμετωπίσουμε αυτό για να το αποφύγουμε...

ΜΠΑΡΓΙΩΤΑΣ: Και για τους ασθενείς δημιουργεί κίνδυνο.

ΑΝΔΡΕΑΣ ΞΑΝΘΟΣ (Υπουργός Υγείας): Βεβαίως, συμφωνώ απολύτως.

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Γεώργιος Βαρεμένος): Κύριε Μπαργιώτα, έχετε τη δευτερολογία σας.

ΑΝΔΡΕΑΣ ΞΑΝΘΟΣ (Υπουργός Υγείας): Το μεγάλο πρόβλημα είναι τα στάνταρντς ασφαλείας στην λειτουργία των νοσοκομείων και η ποιότητα της φροντίδας. Αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα και γι' αυτό και ασχολούμαστε. Δεν είναι προφανώς μόνο ζήτημα των εργασιακών δικαιωμάτων των νοσοκομειακών γιατρών. Άρα, η εκκρεμότητα υπάρχει.
Έχω ήδη στείλει επιστολή στην Ομοσπονδία των Νοσοκομειακών Γιατρών και τους καλώ σε διάλογο για μια επικαιροποιημένη κλαδική συμφωνία κι έχουμε προγραμματίσει και μία συνάντηση με τον Ευρωπαίο Επίτροπο Υγείας στα μέσα του Φλεβάρη, ακριβώς για να θέσουμε όλο αυτό το πλαίσιο, να θέσουμε την πραγματική κατάσταση και την πραγματική δυνατότητα της χώρας και προφανώς με ένα σχέδιο σταδιακής κάλυψης των κενών να υπάρξει μια προοδευτική εναρμόνιση της χώρας μας απέναντι σε αυτή την απαίτηση.

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Γεώργιος Βαρεμένος): Κύριε Μπαργιώτα, έχετε τον λόγο.

ΜΠΑΡΓΙΩΤΑΣ: Θα σας παρακαλούσα να μου δώσετε ένα λεπτό, γιατί είναι ένα ιδιαίτερα πολύπλοκο και σημαντικό θέμα.

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Γεώργιος Βαρεμένος): Έχετε τρία ολόκληρα λεπτά.

ΜΠΑΡΓΙΩΤΑΣ: Θα παρακαλούσα να τα κάνετε τέσσερα.

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Γεώργιος Βαρεμένος): Τρία λεπτά είναι στη διάθεσή σας.

ΜΠΑΡΓΙΩΤΑΣ: Εν πάση περιπτώσει, νομίζω ότι δεν θα μπω στο θέμα της ΟΕΝΓΕ. Αναφέρατε το ιστορικό. Το ξέρω καλά κι εγώ. Νομίζω ότι έχει ευθύνες και η συνδικαλιστική ηγεσία του χώρου για την κατάντια, μιας και πολλά πράγματα διεκδικήθηκαν, πάρθηκαν πίσω, στη συνέχεια αλλάξαν και έκαναν πως δεν τα βλέπουν. Αυτό γίνεται, κυρίως, επειδή υπάρχει μια άρνηση όλων -και των παλιών ηγεσιών των Υπουργείων και της Ομοσπονδίας των Νοσοκομειακών Γιατρών- να μιλήσουμε για την ουσία για το εφημεριακό πρότυπο.
Ξέρετε καλά ότι το σύστημα είναι άνισο, είναι στον αέρα. Οι εφημερίες παράγονται με μία επίκληση ασφαλών προγραμμάτων εφημέρευσης, όπου η λέξη «ασφαλείς» είναι συνδικαλιστική αναφορά χωρίς περιεχόμενο, χωρίς μετρήσιμα κριτήρια. Κανείς δεν ξέρει γιατί εδώ εφημερεύουν τρεις κι εκεί εφημερεύουν τέσσερις.
Προσπαθώ να τα πω σύντομα, γιατί ο κ. Βαρεμένος με έχει τρομάξει με τον χρόνο.
Κανείς δεν ξέρει με ποιον τρόπο παράγονται οι εφημερίες. Κανείς δεν μπορεί να διασταυρώσει πού εφημερεύει ποιος κι γιατί. Κανείς δεν μπορεί να συγκρίνει καν στοιχεία μεταξύ των νοσοκομείων. Είναι, λοιπόν, ένα σύστημα απαρχαιωμένο, πελατειακό στη διάθεση και στη διακριτική ευχέρεια των διοικητών και των κομματικών διοικήσεων των ΥΠΕ, οι οποίες παράγουν εφημερίες με κριτήρια αλλότρια και όχι βάσει των πραγματικών αναγκών.
Αυτό το σύστημα θέλει τα το διατηρήσει και η ΟΕΝΓΕ διά δηλώσεών τους και προσωπικής –αν θέλετε- επικοινωνίας σε πολλές φάσεις και δεν ενδιαφέρθηκε κανείς να το τροποποιήσει. Πολύ φοβάμαι ότι κινδυνεύετε να μείνετε στην ιστορία ως η πιο καθεστωτική και συντηρητική ηγεσία του Υπουργείου, όσον αφορά σε αυτό, μιας και δεν βλέπω πουθενά καμία διάθεση μετατροπής. Δεν νομίζω ότι από μόνοι τους οι διορισμοί καινούργιων γιατρών -που είναι αναγκαίοι και δεν έρχονται κιόλας- είναι η απαραίτητη λύση.
Το σύστημα του εφημεριών- όπως και πολλά άλλα πράγματα- χρειάζεται πραγματική μεταρρύθμιση. Τουλάχιστόν, πρέπει να ξεκινήσει ένας διάλογος για το πώς θα γίνει αυτή η μεταρρύθμιση, γιατί η αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχει τέτοια προεργασία στην Ελλάδα.
Πρέπει, λοιπόν, να ξαναδούμε το σύστημα από την αρχή και να ξαναδούμε όχι μόνο το πώς θα πρέπει να αλλάξει, αλλά και το να κάνουμε κι ένα σύστημα μέτρησης και εφαρμογής των αλλαγών. Διότι θυμίζω –και το ξέρετε καλά- ότι κάποια στιγμή κέρδισαν τα ρεπό μετά τις εφημερίες. Ξέρετε καλά ότι κανείς δεν ασχολείται με την εφαρμογή τους. Όλοι κάνουν ότι δεν ξέρουν ότι δεν εφαρμόζονται.
Το αποτέλεσμα είναι ότι οι ειδικευόμενοι εφημερεύουν σε συνθήκες εξανδραποδισμού, εφημερεύουν άπειρες ώρες, επικίνδυνες ακόμη και για την υγεία τη δική τους και πολύ περισσότερο για την υγεία των ασθενών. Διότι ξαναλέω ότι ο κουρασμένος, εξοργισμένος και ηθικά καταβεβλημένος γιατρός στην εφημερία είναι πιο επικίνδυνος από έναν κακό και αγράμματο γιατρό, όσο καλός και αν είναι.
Πραγματικά, υπερβαίνουν εαυτόν οι συνάδελφοι στο σύστημα υγείας. Αυτό δεν σημαίνει ότι είναι ασφαλείς, γιατί το σύστημα τους πιέζει να κάνουν πράγματα που είναι πέρα από τις ανθρώπινες δυνάμεις τους. Αυτό πρέπει να αλλάξει.
Άρα, η πρώτη ερώτηση είναι –και την έκανα και προηγουμένως- η εξής: Έχετε κατά νου κάποια μετατροπή, μεταρρύθμιση στο σύστημα; Έχετε τουλάχιστον στοιχεία για το πόσοι διορισμοί χρειάζονται και πού για να καλυφθεί στοιχειωδώς; Να συμφωνήσω ότι δεν γίνεται σήμερα η εφαρμογή της Οδηγίας. Έχουμε τη δυνατότητα να κάνουμε ένα σχέδιο σαν χώρα, σαν Υπουργείο για την επόμενη πενταετία, πηγαίνοντας προς τα εκεί, όχι μόνο με προσλήψεις, διότι ξέρουμε καλά ότι δεν φτάνουν μόνο αυτές και δεν είναι και εφικτές, αν θέλετε, στον βαθμό που μπορεί να χρειάζονται. Έχουμε τη διάθεση να συζητήσουμε την τροποποίηση του συστήματος εφημέρευσης και την εισαγωγή πρότυπων εφημέρευσης με βάση μετρήσιμες παραμέτρους. Αυτό νομίζω είναι το κρίσιμο ερώτημα;

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Γεώργιος Βαρεμένος): Βάλετε ερωτηματικό και τελειά.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΠΑΡΓΙΩΤΑΣ: Ούτε ένα λεπτό παραπάνω δεν χρειάστηκα.

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Γεώργιος Βαρεμένος): Τον λόγο έχει ο κύριος Υπουργός.

ΑΝΔΡΕΑΣ ΞΑΝΘΟΣ (Υπουργός Υγείας): Αγαπητέ συνάδελφε, είναι μονόδρομος να γίνει αυτό. Δεν είναι ζήτημα διάθεσης, πολιτικής βούλησης κτλ. Είμαστε υποχρεωμένοι να το κάνουμε για να επιβιώσει το σύστημα υγείας. Κι επειδή θέλουμε όντως ειδικά την περίοδο της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης να υπάρχει αξιόπιστη δημόσια περίθαλψη, είμαστε υποχρεωμένοι, όχι επειδή επικρέμεται το πρόστιμο, όχι επειδή υπήρξε καταδικαστική απόφαση από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, να κάνουμε μία σοβαρή παρέμβαση, καταρχήν, κάλυψης των κενών. Έχει αποχωρήσει το 20% του ιατρικού δυναμικού τα τελευταία χρόνια σωρευτικά. Αυτό πρέπει να αντιμετωπιστεί. Έχουμε κάνει παρεμβάσεις προς αυτήν την κατεύθυνση.
Θυμίζω ότι φέτος διασφαλίσαμε την παρουσία όλων των επικουρικών γιατρών –περίπου πεντακοσίων- που υπηρετούν αυτήν την περίοδο στα νοσοκομεία της χώρας μέχρι τις 30 Σεπτεμβρίου μετά από μία παράταση που πήραν από τις 30 Ιουνίου πέρσι.
Δεύτερον, έχουμε διορίσει τετρακόσιους εβδομήντα επικουρικούς γιατρούς επιπλέον αυτό το τελευταίο τρίμηνο. Τρίτον, έχουμε προσχεδιάσει προσλήψεις εξακοσίων ενενήντα μόνιμων γιατρών μέσα στο 2016, που θα προκηρυχθούν οι θέσεις τους. Ήδη έχουμε κατανείμει τον αριθμό τους στις ΥΠΕ και μένει η τελική κατανομή στα νοσοκομεία.
Νομίζω ότι η λογική είναι ότι προσπαθούμε να ενισχύσουμε το ανθρώπινο δυναμικό των νοσοκομείων, ιδιαίτερα το ιατρικό, και να σταματήσουμε με αυτές τις κινήσεις αυτήν την τρομερή διαρροή ιατρικού δυναμικού προς το εξωτερικό, που απειλεί σήμερα την ευστάθεια και τη λειτουργικότητα των δημόσιων νοσοκομείων.
Προφανώς και το εργασιακό και το μισθολογικό καθεστώς, ιδιαίτερα για τους νέους γιατρούς, είναι απωθητικό. Πρέπει να δούμε πώς μπορούμε αυτό να το κάνουμε θελκτικότερο. Σε αυτή τη φάση, νομίζω ότι αντιλαμβάνεστε ότι δεν μπορούμε να ανοίξουμε συζήτηση περί αναβάθμισης του ιατρικού μισθολογίου. Μπορούμε, όμως, να βελτιώσουμε τις εργασιακές συνθήκες, φροντίζοντας τα ρεπό να δίδονται κανονικά. Κι όντως οι ειδικευόμενοι γιατροί που επιβαρύνονται ιδιαίτερα στα επείγοντα, αλλά και στη λειτουργία των τμημάτων να έχουν την αντισταθμιστική περίοδο ανάπαυσης και κυρίως να αναβαθμίσουμε την ιατρική εκπαίδευση, αγαπητέ συνάδελφε.
Αυτό είναι το κρίσιμο ζήτημα και το μεγάλο στοίχημα, για να ξέρουν τα αξιόλογα νέα παιδιά που τελειώνουν τα ελληνικά πανεπιστήμια ότι μπορούν σε αυτή τη χώρα να ζήσουν αξιοπρεπώς και να ασκήσουν το επάγγελμα, το λειτούργημά τους και να έχουν προοπτική.
Σε όλο το σύστημα το εφημεριακό, συμφωνώ ότι υπάρχει στρέβλωση. Σε μεγάλο βαθμό, βέβαια, -πιστεύω ότι θα συμφωνήσετε- έχουν μειωθεί αυτές οι αποκλίσεις και οι ανισότητες που υπήρχαν, ακριβώς επειδή μειώθηκαν οι προϋπολογισμοί για τις εφημερίες.
Υπάρχει ανάγκη, λοιπόν, εξορθολογισμού. Εμείς έχουμε ξεκινήσει αυτή τη συζήτηση με τους ΥΠΕάρχες και τώρα με τις νέες διοικήσεις των νοσοκομείων θα το θέσουμε αυτό επί τάπητος και θα υπάρξει ένα νέο σύγχρονο πρότυπο που θα έχει εξορθολογισμένες υπηρεσίες και λειτουργία των νοσοκομείων τώρα με τις εφημερίες. Κρίσιμο κλειδί εδώ είναι η λειτουργία του αυτόνομου ΤΕΠ.
Το ΤΕΠ είναι η πρώτη πύλη εισόδου, είναι η πρώτη γραμμή άμυνας για το δημόσιο νοσοκομείο. Εκεί υπάρχει μεγάλη εργασιακή επιβάρυνση, υπάρχει εργασιακή καταπόνηση. Πρέπει, λοιπόν, να φροντίσουμε τη στελέχωση των τμημάτων αυτών με εξειδικευμένο προσωπικό, με την ειδικότητα της επείγουσας ιατρικής κ.λπ., που τα ξέρετε, και ενδεχομένως να εφαρμοστούν κυκλικά ωράρια, ώστε να σταματήσει το καθεστώς της εικοσιτετράωρης εφημερίας, ειδικά σε αυτά τα τμήματα που επιβαρύνονται πάρα πολύ από τη ροή των περιστατικών.

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

Archived

This topic is now archived and is closed to further replies.

×
×
  • Δημιουργία νέας...

Important Information

By using this site, you agree to our Terms of Use.