Jump to content

ΤΟ ΒΑΡΥ ΠΕΠΟΝΙ


Recommended Posts

Πέθανε ο Παύλος Τάσιος

Πέθανε ο 69χρονος σκηνοθέτης Παύλος Τάσιος, δημιουργός που άφησε ιδιαίτερο «χνάρι» στον ελληνικό κινηματογράφο, κυρίως στις δεκαετίες του '70 και του '80.

Οπως αναφέρει η Εταιρεία Ελλήνων Σκηνοθετών σε σχετική της ανακοίνωση, πρωτοεμφανίστηκε στον Ελληνικό Κινηματογράφο το 1960 και εργάστηκε σαν βοηθός σκηνοθέτη σε 27 ταινίες και σαν διευθυντής παραγωγής σε 13. Από το 1965 σαν σεναριογράφος, σκηνοθέτης και παραγωγός, έκανε 14 ταινίες μεγάλου μήκους και 12 τηλεοπτικά προγράμματα. Ανάμεσά τους: «Βαρύ πεπόνι» (1976), «Παραγγελιά» (1980) και η τελευταία του «Νοκ Αουτ» το 1986.

Είχε αποκτήσει μία κόρη με την ηθοποιό και ποιήτρια Κατερίνα Γώγου.

ΤΟ ΒΑΡΥ ΠΕΠΟΝΙ.

ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΙ ΑΞΙΖΕΙ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΑΡΥ ΠΕΠΟΝΙ Η' ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΛΕΠΤΟ ΤΟΥ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΟΣ.

ΕΝΑΣ ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΟΣ ΚΑΙ ΕΠΙΚΑΙΡΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ

Το βαρύ πεπόνι είναι μια κοινωνική σάτιρα, που αναφέρεται στον οικονομικό μαρασμό της ελληνικής επαρχίας, την αστυφιλία και τη δυσκολία επιβίωσης στην Αθήνα για το μέσο εργαζόμενο που οδηγεί στη συγκρότηση συνδικάτων. Πέρα αυτών τονίζει την αναγκαιότητα κάθε πολίτης, γραμματιζούμενος ή μη, να συνειδητοποιήσει τα δικαιώματα και τις ευθύνες που του αναλογούν και να προσαρμόζει ανάλογα τις φιλοδοξίες του. Η ταινία είχε ευρεία αποδοχή για τα δεδομένα της εποχής της και έκοψε 80.000 εισιτήρια. Στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης 1977 πήρε 6 βραβεία: καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, σεναρίου, γυναικείας ερμηνείας (Κατερίνα Γώγου), ανδρικής ερμηνείας (Μίμης Χρυσομάλλης, Αντώνης Αντωνίου) και το βραβείο κριτικών κινηματογράφου.

Υπόθεση

Ο Μίμης, ένας νεαρός επαρχιώτης καφετζής, μεταναστεύει στην Αθήνα, όταν η περιοχή του απαλλοτριώνεται από μια μεγάλη τουριστική επιχείριση, για να μην αναγκαστεί να δουλέψει ως γκαρσόν εκεί. Στην Αθήνα, με τη βοήθεια ενός φίλου του από το στρατό, του Αριστείδη, προσπαθεί να αγοράσει δική του επιχείρηση, όμως τα χρήματα από την αναγκαστική απαλλοτρίωση, είναι λίγα και η αγορά αναβάλλεται. Στο σπίτι του Αριστείδη μένει και η κουνιάδα του, η Τούλα, που εργάζεται ως ράφτρα για να βγάζει τα προς το ζην. Ο Μίμης τη ζητάει σε γάμο και σύντομα παντρεύονται. Τα έξοδα του σπιτιού αδυνατούν να καλυφθούν από το μεροκάματο της Τούλας, η οποία κατ' επανάληψη παροτρύνει τον άντρα της να βρει δουλειά. Ο Μίμης που δεν μπορεί να αποδεχτεί τη νοοτροπία του υπαλλήλου, αν και πιάνει δουλειά ως γκαρσόν παραιτείται μετά από 3 μέρες αφότου έχει καυγαδίσει με τον προϊστάμενό του. Αυτό γίνεται αιτία για καβγά στο σπίτι που καταλήγει σε χωρισμό. Μέχρι να βγει το διαζύγιο, ο Μίμης αναλογίζεται τα όσα έχουν συμβεί και με τη βοήθεια ενός πρώην συναδέλφου του συνειδητοποιεί ότι πρέπει να προσαρμοστεί για να μην καταλήξει στο περιθώριο της κοινωνίας. Ξανασμίγει με τη γυναίκα του και βρίσκει πάλι δουλειά γκαρσόν, ενώ συμμετέχει και στις συνελεύσεις του συνδικάτου, προσπαθώντας να βοηθήσει τον κλάδο του.

ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

Archived

This topic is now archived and is closed to further replies.

×
×
  • Δημιουργία νέας...

Important Information

By using this site, you agree to our Terms of Use.