Jump to content

Το δικαίωμα της επίσχεσης εργασίας μισθωτών


Recommended Posts

Το δικαίωμα της επίσχεσης ή κατάσχεσης ή παρακράτησης, είναι κατ' ένσταση προσβαλλόμενο ενοχικό δικαίωμα. Στο Εργατικό Δίκαιο και ειδικά στη σύμβαση εργασίας, το δικαίωμα αυτό παρουσιάζει κάποια ιδιομορφία: αυτό σημαίνει ότι μπορεί να ασκηθεί αυτό από τον μισθωτό, όταν ο εργοδότης καθυστερεί την καταβολή των οφειλομένων αποδοχών του ή δεν εκπληρώνει τις νόμιμες ή συμβατικές του υποχρεώσεις στα μέτρα υγιεινής και ασφάλειας ή με τη συμπεριφορά του ο εργοδότης προσβάλει την προσωπικότητα του εργαζομένου. Ασκώντας το δικαίωμα της επίσχεσης εργασίας ο μισθωτός δικαιούται να δηλώσει στον εργοδότη ότι διακόπτει την απασχόλησή του μέχρι να του καταβληθούν οι καθυστερούμενες αποδοχές ή να συμμορφωθεί ο εργοδότης με τις νόμιμες υποχρεώσεις του και να απέχει από τα καθήκοντα της εργασίας του.

Κατά το χρονικό διάστημα της επίσχεσης εργασίας ο εργοδότης περιέρχεται σε κατάσταση υπερημερίας, γι' αυτό οι μισθωτοί δεν υποχρεούνται να παρέχουν εργασία ούτε και να παρουσιάζονται στην επιχείρηση, αλλά έχουν δικαίωμα να απασχοληθούν σε άλλο εργοδότη, για αντιμετώπιση βασικών τους αναγκών. Οπωσδήποτε όμως πρέπει ο μισθωτός, που ασκεί το δικαίωμα της επίσχεσης εργασίας, να βρίσκεται πάντοτε στη διάθεση του εργοδότη, εφόσον αρθεί η υπερημερία του, για να αναλάβει εργασία (Α.Κ. 656, Υπ. Εργασίας 1669/10.09.1982).

Η επίσχεση εργασίας έχει ως αποκλειστικό και μόνο σκοπό να υποχρεώσει τον εργοδότη να καταβάλει στο μισθωτό τις δεδουλευμένες και καθυστερούμενες αποδοχές. Δεν μπορεί να ασκηθεί επίσχεση εργασίας με σκοπό τον εξαναγκασμό του εργοδότη για αυξήσεις αποδοχών ή άλλες παροχές που δεν είναι ληξιπρόθεσμες. Η επίσχεση εργασίας αποτελεί μονομερή δικαιοπραξία που ισχύει από τη στιγμή που περιέρχεται σε γνώση του εργοδότη. Το δικαίωμα της επίσχεσης εργασίας μπορεί να ασκηθεί και όταν ο εργοδότης προσκαλεί τον μισθωτό, που άκυρα απέλυσε να αναλάβει εργασία, χωρίς όμως να εξοφλεί ταυτόχρονα και τους μισθούς υπερημερίας, δηλαδή, τις αποδοχές από την άκυρη απόλυση μέχρι επάνοδο στην εργασία.

Όταν ο μισθωτός απέχει από την εργασία του, ασκώντας το δικαίωμα επίσχεσης εργασίας για βάσιμες αξιώσεις του, ο εργοδότης δεν μπορεί να θεωρήσει λυμένη τη σύμβαση εργασίας και γίνεται υπερήμερος ως προς την αποδοχή των υπηρεσιών του εργαζόμενου, εφόσον αποκρούει την προσφορά του χωρίς να προβαίνει σε νόμιμη καταγγελία της σύμβασης εργασίας.

Το δικαίωμα επίσχεσης εργασίας από πολλούς μαζί (ομαδική επίσχεση) υποστηρίζεται ότι μπορεί να ασκηθεί, γι αυτό και εμφανίζει ομοιότητες με την απεργία, με την οποία δεν πρέπει να συγχέεται.

Προϋποθέσεις

Απαραίτητες προϋποθέσεις ασκήσεως δικαιώματος επίσχεσης εργασίας σύμφωνα με το άρθρο 325 του Α.Κ. κ.λ.π. είναι οι κατωτέρω:

α) Πρώτη προϋπόθεση είναι να υπάρχει ενεργός εργασιακή σύμβαση εργασίας (έγκυρη ή άκυρη).

β) Να υπάρχει αξίωση απαιτητή ή ληξιπρόθεσμη.

γ) Να γίνεται ρητώς και σαφώς (γραπτώς ή προφορικώς εγκαίρως) ότι αρνείται να παρέχει τις υπηρεσίες του μέχρι να εκπληρώσει ο εργοδότης την υποχρέωση που τον βαρύνει. Η δήλωση του μισθωτού, ότι ασκεί το δικαίωμα της επίσχεσης είναι βασικότατη και πρέπει να είναι ασαφής γραπτή ή προφορική, και να γίνεται έγκαιρα.

δ) Να ασκείται εντός των ορίων της καλής πίστεως, των χρηστών και συναλλακτικών ηθών και του κοινωνικοοικονομικού σκοπού του δικαιώματος.

ε) Η αξίωση να είναι συναφής προς την οφειλή και να στρέφεται κατά του προσώπου του εργοδότη.

’Αρση-Ματαίωση Επίσχεσης Εργασίας

Οι συνέπειες της επίσχεσης εργασίας αίρονται βεβαίως με τη συμμόρφωση του εργοδότη. Δηλαδή, με την καταβολή των οφειλομένων δεδουλευμένων αποδοχών (μισθοί ή ημερομίσθια, δώρα εορτών, άδεια και επίδομα άδειας κ.λ.π.) ή τη λήψη των νομίμων μέτρων υγιεινής και ασφάλειας ή γενικά τη συμμόρφωσή του για κάθε νόμιμη ή συμβατική του υποχρέωση, που κρίνεται ότι είναι αξιόλογη και όχι ασήμαντη.

Ο εργοδότης μπορεί να ματαιώσει την επίσχεση εργασίας με την παροχή πραγματικής ασφάλειας στον εργαζόμενο π.χ. με κατάθεση των οφειλομένων στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, όχι όμως και την παροχή απλής εγγύησης.

Αποτελέσματα Επίσχεσης Εργασίας

Η άσκηση του δικαιώματος επίσχεσης είναι δυνατόν να οδηγήσει, σύμφωνα με εύλογη κρίση της αρμόδιας υπηρεσίας, σε τακτική επιδότηση λόγω ανεργίας, των εργαζομένων που άσκησαν το δικαίωμα αυτό (άρθρο 5 Ν.549/77), από τον Ο.Α.Ε.Δ.

ΥΠΕΡΗΜΕΡΙΑ ΕΡΓΟΔΟΤΗ

’Ακυρη Απόλυση: Σε περίπτωση καταγγελίας της σύμβασης εργασίας χωρίς καταβολή της νόμιμης αποζημίωσης ή του εγγράφου καταγγελίας, ή σε περίπτωση καθυστέρησης μιας από τις τριμηνιαίες δόσεις της αποζημίωσης, καθώς και σε περίπτωση μη αποδοχής από το μισθωτό της βλαπτικής μεταβολής των όρων εργασίας, η σύμβαση εργασίας θεωρείται ότι εξακολουθεί να ισχύει, και ο εργοδότης καθίσταται υπερήμερος σύμφωνα με τις διατάξεις 349-350 Α.Κ. και υποχρεούται στην καταβολή αποδοχών του μισθωτού από την ημέρα της άκυρης απόλυσης και έως ότου αρθεί η υπερημερία.

Επίσης, σε κατάσταση υπερημερίας περιέρχεται ο εργοδότης σε περίπτωση μη αποδοχής της εργασίας του μισθωτού. Εάν ο εργοδότης περιέλθει σε υπερημερία είναι υποχρεωμένος στην καταβολή όλων των αποδοχών του μισθωτού που θα ελάμβανε εάν ο εργοδότης δεν αρνείτο την εργασία του.

Παράλληλα όμως ο υπόχρεος εργοδότης, δικαιούται να εκπέσει από τις αποδοχές υπερημερίας, ό,τι ο μισθωτός ωφελήθηκε από τη ματαίωση της εργασίας του ή από την παροχή αυτής αλλού, εφόσον όμως αυτή παρασχεθεί μέσα στον ίδιο χρόνο που θα παρείχε την εργασία του ο μισθωτός στον υπερήμερο εργοδότη.

Σαν ωφέλεια λαμβάνεται υπόψη ό,τι έλαβε ο μισθωτός από κάθε απασχόλησή του.

Για το λόγο αυτό δεν εκπίπτουν από τις αποδοχές που οφείλει ο εργοδότης το επίδομα ανεργίας, ασθενείας και συντάξεις. Ενώ αντίθετα, στις αποδοχές υπερημερίας που οφείλει ο εργοδότης περιλαμβάνονται οι αποδοχές αδείας και επιδόματος αδείας.

Σε περίπτωση που ακυρωθεί η γενόμενη απόλυση, η αποζημίωση που καταβλήθηκε στο μισθωτό δεν επιστρέφεται στον εργοδότη αλλά συμψηφίζεται με τις αποδοχές που οφείλονται για το χρονικό διάστημα της υπερημερίας του.

Παράλληλα από τις αποδοχές που οφείλει ο εργοδότης, θα παρακρατηθούν οι ασφαλιστικές εισφορές του μισθωτού.

Επίσης παρακρατούνται τα επιδόματα ανεργίας που έλαβε ο μισθωτός και αποδίδονται από τον εργοδότη στον Ο.Α.Ε.Δ. εντός προθεσμίας 15 ημερών (άρθρο 31 Ν.Δ. 2698/53).

Εάν ο εργοδότης παραλείψει να παρακρατήσει το επίδομα ανεργίας, υποχρεούται πλέον ο ίδιος να καταβάλει το ποσό αυτό στον Ασφαλιστικό Οργανισμό σαν να το παρακράτησε.

’Αρση Υπερημερίας: Η δικαστηριακή νομολογία δέχεται ότι η υποχρέωση του εργοδότη να καταβάλλει τις αποδοχές στο μισθωτό του που απολύθηκε άκυρα, παύει μόνο όταν επέλθει άρση της υπερημερίας κατά νόμιμο τρόπο, είτε δηλαδή με δήλωση του, ότι αποδέχεται το μισθωτό στην εργασία του με τους ίδιους όρους, είτε με μεταγενέστερη έγκυρη καταγγελία σύμβασης εργασίας.

Η εργασία του μισθωτού σε άλλο εργοδότη δεν αίρει την υπερημερία του εργοδότη, αλλά πρέπει να προκύπτει σαφώς ότι ο μισθωτός αποδέχεται την απόλυση.

Επίσης την άρση της υπερημερίας δεν επιφέρει η αδυναμία του μισθωτού να προσέλθει στην εργασία του, κατά το διάστημα της υπερημερίας λόγω ασθενείας, αλλά πρέπει η αδυναμία παροχής εργασίας να οφείλεται σε υπαιτιότητα του μισθωτού, οπότε για το διάστημα αυτό αίρεται η υπερημερία (Αρ. Πάγου 569/92).

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

  • 4 months later...

Γνωμοδότηση Δικηγόρου Μ.Μιχαήλ για το δικαίωμα επίσχεσης ειδικευόμενων Γιατρών

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ

I. Σύμφωνα με το άρθρο 325 του Αστικού Κώδικα, ορίζεται ότι

Αν ο οφειλέτης έχει κατά του δανειστή ληξιπρόθεσμη αξίωση συναφή με την οφειλή του, έχει δικαίωμα, εφόσον δεν προκύπτει κάτι άλλο, να αρνηθεί την εκπλήρωση της παροχής έως ότου ο δανειστής εκπληρώσει την υποχρέωση που τον βαρύνει (δικαίωμα επίσχεσης)

Το δικαίωμα επίσχεσης ασκείται και στο πεδίο του Εργατικού Δικαίου.

Συγκεκριμένα:

1. Το άρθρο 648 του Αστικού Κώδικα ορίζει, ότι

Με την σύμβαση εργασίας ο εργαζόμενος έχει υποχρέωση να παρέχει την εργασία του στον εργοδότη και αυτός να καταβάλει το συμφωνημένο μισθό.

2. Το άρθρο 655 του Αστικού Κώδικα ορίζει, ότι

Αν δεν υπάρχει αντίθετη συμφωνία ή συνήθεια, ο μισθός καταβάλλεται μετά την παροχή της εργασίας και αν υπολογίζεται κατά ορισμένα διαστήματα κατά την διάρκεια της σύμβασης, καταβάλλεται στο τέλος καθενός από αυτά.

3. Το άρθρο 656 του Αστικού Κώδικα ορίζει, ότι

Αν ο εργοδότης έγινε υπερήμερος ως προς την αποδοχή της εργασίας ή αν η αποδοχή της εργασίας είναι αδύνατη από λόγους που τον αφορούν και δεν οφείλονται σε ανώτερη βία, ο εργαζόμενος έχει δικαίωμα να απαιτήσει το μισθό, χωρίς να είναι υποχρεωμένος να παράσχει την εργασία σε άλλο χρόνο.

Από τις προαναφερόμενες διατάξεις, συνάγονται τα εξής:

- Στη σύμβαση εργασίας υπάρχει παροχή και αντιπαροχή. Ο εργαζόμενος παρέχει την υπηρεσία του, διαθέτοντας τη μυϊκή ή πνευματική ενέργειά του στον εργοδότη του, ο οποίος την πληρώνει, καταβάλλοντας την "συμφωνημένη" αμοιβή. Αν κάποιο από τα μέρη δεν εκπληρώσει την παροχή του, περιέρχεται σε υπερημερία.

- Υπερημερία του εργοδότη συνιστά και η μη εμπρόθεσμη πληρωμή του μισθού του εργαζόμενου από αυτόν (τον εργοδότη). Αντίδραση του εργαζόμενου στην υπερημερία του εργοδότη μπορεί να είναι και η προσφυγή στο δικαίωμα άσκησης της επίσχεσης. Να αρνηθεί, δηλαδή, την παροχή της εργασίας του, για όσο χρόνο ο εργοδότης του θα συνεχίζει να είναι υπερήμερος εξ αιτίας της μη, από τον ίδιο, πληρωμής του μισθού.

II. Το δικαίωμα της επίσχεσης ή κατάσχεσης ή παρακράτησης, είναι κατ’ ένσταση προσβαλλόμενο ενοχικό δικαίωμα. Στο Εργατικό Δίκαιο και ειδικά στη σύμβαση εργασίας, το δικαίωμα αυτό παρουσιάζει κάποια ιδιομορφία: αυτό σημαίνει ότι μπορεί να ασκηθεί αυτό από τον μισθωτό, όταν ο εργοδότης καθυστερεί την καταβολή των οφειλομένων αποδοχών του ή δεν εκπληρώνει τις νόμιμες ή συμβατικές του υποχρεώσεις στα μέτρα υγιεινής και ασφάλειας ή με τη συμπεριφορά του ο εργοδότης προσβάλει την προσωπικότητα του εργαζομένου.

Ασκώντας το δικαίωμα της επίσχεσης εργασίας ο μισθωτός δικαιούται να δηλώσει στον εργοδότη, ότι διακόπτει την απασχόλησή του μέχρι να του καταβληθούν οι καθυστερούμενες αποδοχές ή να συμμορφωθεί ο εργοδότης με τις νόμιμες υποχρεώσεις του και να απέχει από τα καθήκοντα της εργασίας του.

Κατά το χρονικό διάστημα της επίσχεσης εργασίας ο εργοδότης περιέρχεται σε κατάσταση υπερημερίας, γι' αυτό οι μισθωτοί δεν υποχρεούνται να παρέχουν εργασία ούτε και να παρουσιάζονται στην επιχείρηση, αλλά έχουν δικαίωμα να απασχοληθούν σε άλλο εργοδότη, για αντιμετώπιση βασικών τους αναγκών. Οπωσδήποτε όμως πρέπει ο μισθωτός, που ασκεί το δικαίωμα της επίσχεσης εργασίας, να βρίσκεται πάντοτε στη διάθεση του εργοδότη, εφόσον αρθεί η υπερημερία του, για να αναλάβει εργασία (άρθρο 656 του Αστικού Κώδικα).

Η επίσχεση εργασίας έχει ως αποκλειστικό και μόνο σκοπό να υποχρεώσει τον εργοδότη να καταβάλει στο μισθωτό τις δεδουλευμένες και καθυστερούμενες αποδοχές. Δεν μπορεί να ασκηθεί επίσχεση εργασίας με σκοπό τον εξαναγκασμό του εργοδότη για αυξήσεις αποδοχών ή άλλες παροχές που δεν είναι ληξιπρόθεσμες. Η επίσχεση εργασίας αποτελεί μονομερή δικαιοπραξία που ισχύει από τη στιγμή που περιέρχεται σε γνώση του εργοδότη. Το δικαίωμα της επίσχεσης εργασίας μπορεί να ασκηθεί και όταν ο εργοδότης προσκαλεί τον μισθωτό, που άκυρα απέλυσε να αναλάβει εργασία, χωρίς όμως να εξοφλεί ταυτόχρονα και τους μισθούς υπερημερίας, δηλαδή, τις αποδοχές από την άκυρη απόλυση μέχρι την επάνοδο στην εργασία.

Όταν ο μισθωτός απέχει από την εργασία του, ασκώντας το δικαίωμα επίσχεσης εργασίας για βάσιμες αξιώσεις του, ο εργοδότης δεν μπορεί να θεωρήσει λυμένη τη σύμβαση εργασίας και γίνεται υπερήμερος ως προς την αποδοχή των υπηρεσιών του εργαζόμενου, εφόσον αποκρούει την προσφορά του χωρίς να προβαίνει σε νόμιμη καταγγελία της σύμβασης εργασίας.

Απαραίτητες προϋποθέσεις άσκησης του δικαιώματος επίσχεσης εργασίας, σύμφωνα με το άρθρο 325 του Αστικού Κώδικα κ.λ.π., είναι οι κατωτέρω:

α) Να υπάρχει ενεργός εργασιακή σύμβαση εργασίας (έγκυρη ή άκυρη).

β) Να υπάρχει αξίωση απαιτητή ή ληξιπρόθεσμη.

γ) Να γίνεται ρητώς και σαφώς (γραπτώς ή προφορικώς εγκαίρως) ότι αρνείται να παρέχει τις υπηρεσίες του μέχρι να εκπληρώσει ο εργοδότης την υποχρέωση που τον βαρύνει. Η δήλωση του μισθωτού, ότι ασκεί το δικαίωμα της επίσχεσης είναι βασικότατη και πρέπει να είναι σαφής, γραπτή ή προφορική και να γίνεται έγκαιρα.

δ) Να ασκείται εντός των ορίων της καλής πίστης, των χρηστών και συναλλακτικών ηθών και του κοινωνικοοικονομικού σκοπού του δικαιώματος.

ε) Η αξίωση να είναι συναφής προς την οφειλή και να στρέφεται κατά του προσώπου του εργοδότη.

Οι συνέπειες της επίσχεσης εργασίας αίρονται με τη συμμόρφωση του εργοδότη, δηλαδή, με την καταβολή των οφειλόμενων δεδουλευμένων αποδοχών (μισθοί ή ημερομίσθια, δώρα εορτών, άδεια και επίδομα άδειας κ.λ.π.) ή τη λήψη των νομίμων μέτρων υγιεινής και ασφάλειας ή γενικά τη συμμόρφωσή του για κάθε νόμιμη ή συμβατική του υποχρέωση, που κρίνεται ότι είναι αξιόλογη και όχι ασήμαντη.

Ο εργοδότης μπορεί να ματαιώσει την επίσχεση εργασίας με την παροχή πραγματικής ασφάλειας στον εργαζόμενο, π.χ. με κατάθεση των οφειλόμενων στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, όχι όμως και την παροχή απλής εγγύησης.

Η άσκηση του δικαιώματος επίσχεσης, είναι δυνατόν να οδηγήσει, σύμφωνα με εύλογη κρίση της αρμόδιας υπηρεσίας, σε τακτική επιδότηση λόγω ανεργίας των εργαζομένων, που άσκησαν το δικαίωμα αυτό (άρθρο 5 Ν.549/77), από τον Ο.Α.Ε.Δ.

III. Οι ειδικευόμενοι Γιατροί, είναι μισθωτοί με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου και νομιμοποιούνται στην άσκηση του δικαιώματος για επίσχεση εργασίας. Το δικαίωμα για επίσχεση εργασίας ασκείται μονομερώς, με δήλωση έγγραφη ή προφορική (αρκεί να αποδεικνύεται) και απευθύνεται στη Διοίκηση του Νοσοκομείου.

Στη δήλωση πρέπει να προσδιορίζεται η αξίωση που ζητούν να ικανοποιηθεί και να αναφέρεται ότι ασκείται το δικαίωμα για επίσχεση εργασίας.

Περαιτέρω, η εφημερία, ως χρόνος υπερωριακής απασχόλησης, λογίζεται ως χρόνος εργασίας, σύμφωνα με Αποφάσεις του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Υποθέσεις Simap/2000, Jaeger/2003, Pfeifer/2004, Dellas/2005 κλπ.). Συνεπώς, το δικαίωμα της επίσχεσης καταλαμβάνει και τις εφημερίες.

Επίσης, για την άσκηση του δικαιώματος επίσχεσης δεν απαιτείται η παρέλευση κάποιας προθεσμίας. Η επίσχεση εργασίας ισχύει από τη στιγμή που περιέρχεται σε γνώση του εργοδότη και εν προκειμένω του Διοικητού του Νοσοκομείου.

Εξάλλου, για όσο χρόνο διαρκέσει η επίσχεση εργασίας, οφείλονται από τον υπερήμερο εργοδότη οι νόμιμες αποδοχές.

Τέλος, οι ειδικευόμενοι Γιατροί δεν έχουν υποχρέωση να συμμετέχουν στο προσωπικό ασφαλείας του Νοσοκομείου, το οποίο θα πρέπει να διασφαλίσει τις βασικές λειτουργικές του ανάγκες με ειδικευμένους Γιατρούς και για όσο χρόνο διαρκέσει η επίσχεση εργασίας.

Με εκτίμηση

Δρ Μιχαήλ Δ. Μιχαήλ

Δικηγόρος παρ' Αρείω Πάγω

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

  • 6 years later...

Σταυρόλεξο για δυνατούς λύτες: Ειδικευόμενος, του οποίου την αίτηση παράτασης απέρριψε ο Διοικητής χωρίς προφανή λόγο (απλά, έτσι του κάπνισε) μπορεί, λίγες μέρες πριν τη λήξη της σύμβασής του, να ασκήσει το δικαίωμα της επίσχεσης εργασίας* για οφειλές, εμποδίζοντας βάσει της σχετικής νομοθεσίας τη λύση της σύμβασης - όντας υπερήμερος ο εργοδότης;

*επίσχεση, την ξεχάσαμε τελευταία αυτή τη λέξη με τα δημοψηφίσματα, τα capital controls και το "πρώτη φορά αριστερά"...

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

Σταυρόλεξο για δυνατούς λύτες: Ειδικευόμενος, του οποίου την αίτηση παράτασης απέρριψε ο Διοικητής χωρίς προφανή λόγο (απλά, έτσι του κάπνισε) μπορεί, λίγες μέρες πριν τη λήξη της σύμβασής του, να ασκήσει το δικαίωμα της επίσχεσης εργασίας* για οφειλές, εμποδίζοντας βάσει της σχετικής νομοθεσίας τη λύση της σύμβασης - όντας υπερήμερος ο εργοδότης;

*επίσχεση, την ξεχάσαμε τελευταία αυτή τη λέξη με τα δημοψηφίσματα, τα capital controls και το "πρώτη φορά αριστερά"...

Αυτό που λές μάλλον δε γίνεται. Θα γινόταν εάν ο εργοδότης προέβαινε στη μονομερή λύση της σύμβασης (πριν την έλευση της νόμιμης λύσης της, δηλαδή τη μέρα περαίωσης της ειδικότητας) οπότε και θα μπορούσες να προσβάλεις την "παράνομη" λύση και να μείνεις στη θέση σου και σε επίσχεση. Απο τη στιγμή που η σύμβαση του ειδικευόμενου είναι "ορισμένου χρόνου" τότε, αυτόματα, με τη λήξη της παύεις να είσαι εργαζόμενος (εκτός και εάν πριν τη λήξη ο δντ σου δώσει την παράταση).

Πάντως μου κάνει εντύπωση που δε θέλει να σου δώσει παράταση emxmmemxmm μιας και οι ανάγκες είναι μεγάλες.

Καλά θα κάνουμε να την ξανα θυμηθούμε τη λέξη "επίσχεση" γιατί για άλλη μια φορά οι εφημερίες παραμένουν για πολλούς μήνες απλήρωτες.

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

δεδομενου οτι η συμβαση σου ειναι ορισμενου χρονου και οτι το χρονικο διαστημα της επισχεσης λογιζεται ως χρονος ειδικοτητας συμφωνω και γω οτι δεν μπορεις να παρατεινεις ετσι τη συμβαση σου.

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

Δεν αφορά εμένα (διανύω αισίως το 2ο εξάμηνο) αλλά συνάδελφο από άλλο ίδρυμα.

Πάντως "στη μονομερή λύση της σύμβασης" που προαναφέρθηκε, ούσα ούτως ή άλλως παράνομη, υπάρχουν φαντάζομαι πιο ορθόδοξοι νομικά τρόποι, παρά η επίσχεση που αποτελεί έναν "πλάγιο" τρόπο ακύρωσης της απόλυσης.

Πάντως (όπως είχα πει και παλιότερα) βλέπω με χαρά ότι μετά από τόσα χρόνια ιατρικών σπουδών και νοσοκομειακής απασχόλησης, έχουμε γίνει μια χαρά... δικηγόροι!

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

Πάντως "στη μονομερή λύση της σύμβασης" που προαναφέρθηκε, ούσα ούτως ή άλλως παράνομη, υπάρχουν φαντάζομαι πιο ορθόδοξοι νομικά τρόποι, παρά η επίσχεση που αποτελεί έναν "πλάγιο" τρόπο ακύρωσης της απόλυσης.

παντως στη συμβαση που υπογραφουμε οταν διοριζομαστε αναγραφει νομιμα αιτια μονομερους λυσης της συμβασης.

ενδεικτικα "αυθαιρετη απουσια περαν των 3 ημερων, ανυπακοη κτλ"

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

E εντάξει, προφανώς τέτοιες συμπεριφορές (εφόσον στοιχειοθετούνται) είναι αιτίες απόλυσης οπουδήποτε, όχι μόνο εδώ.

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

Σταυρόλεξο για δυνατούς λύτες: Ειδικευόμενος, του οποίου την αίτηση παράτασης απέρριψε ο Διοικητής χωρίς προφανή λόγο (απλά, έτσι του κάπνισε) μπορεί, λίγες μέρες πριν τη λήξη της σύμβασής του, να ασκήσει το δικαίωμα της επίσχεσης εργασίας* για οφειλές, εμποδίζοντας βάσει της σχετικής νομοθεσίας τη λύση της σύμβασης - όντας υπερήμερος ο εργοδότης;

*επίσχεση, την ξεχάσαμε τελευταία αυτή τη λέξη με τα δημοψηφίσματα, τα capital controls και το "πρώτη φορά αριστερά"...

Προφανως ο ειδικευομενος δεν ειναι αρεστος σε καποιους... Το εχουμε δει το εργο...

Δυστυχως ακομα και αν υπαρχουν αναγκες στο νοσοκομειο, ειναι καθαρα θεμα διοικητη. Αυτος αποφασιζει. Συνηθως ομως ζηταει τη γνωμη του Διευθυντη της κλινικης του ειδικευομενου και μπορει και τη γνωμη του διευθυντη ιατρικης υπηρεσιας για να ειναι πιο καλυμμενος (αν και αυτο δεν το εχω βρει σε νόμο). Αν ο ειδικευομενος δεν τα παει καλα με καποιους μεσα στο νοσοκομειο (οχι απαραιτητα για λογους επαγγελματικης ικανοτητας) συνηθως δεν υπογραφει ο διοικητης παραταση για να αποφυγει τις εριδες (και την κλικα των διευθυνταδων του καθε νοσοκομειου).

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

Archived

This topic is now archived and is closed to further replies.

×
×
  • Δημιουργία νέας...

Important Information

By using this site, you agree to our Terms of Use.