Jump to content

Σχέδιο Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας (νέου)


bromptonista

Συμφωνείτε με το νέο κώδικα που προτείνει το ΥΥΚΑ;  

8 members have voted

  1. 1. Συμφωνείτε με το νέο κώδικα που προτείνει το ΥΥΚΑ;

    • Ναι, ας γίνει νόμος έτσι
      3
    • Ναι, θέλει λίγες τροποποιήσεις όμως
      1
    • Ναι, θέλει ΠΟΛΛΕΣ τροποποιήσεις όμως
      2
    • Όχι, είναι απαράδεκτος - καλύτερα ο παλιός
      0
    • Δεν ξέρω
      2


Recommended Posts

-_- Το Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης πριν κάποιους μήνες έθεσε στη δημοσιότητα ένα σχέδιο νέου Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας. Θυμίζω ότι ο παλιός κώδικας χρονολογείται από το 1955.

:rolleyes: Παρότι η προθεσμία υποβολής προτάσεων έχει προ πολλού λήξει, δε φαίνεται να υπήρξαν και πολλές προτάσεις και το νομοσχέδιο δεν έχει κατατεθεί ακόμα. Εσείς τι νομίζετε;

Θα παρατίθενται στο παρόν, εκτός από τις προτάσεις, και Κώδικες Ιατρικής Δεοντολογίας από όλο τον κόσμο, για να δούμε πώς βλέπουν το θέμα και οι κουτόφραγκοι :P

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΟ ΣΧΕΔΙΟ ΚΩΔΙΚΑ

ΑΣΚΗΣΗΣ IΑΤΡΙΚΟΥ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ

Τμήμα Α Κανόνες άσκησης ιατρικού επαγγέλματος

Άρθρο 1

Έννοιες και Ορισμοί

1. Ιατρική πράξη είναι κάθε πράξη που διενεργείται από ιατρό και έχει ως προορισμό ή στόχο τη

με οποιαδήποτε επιστημονική μεθοδολογία πρόληψη, αποκατάσταση και προαγωγή της υγείας

του ανθρώπου.

2. Ως ιατρικές πράξεις θεωρούνται και εκείνες οι οποίες έχουν επιπρόσθετα ερευνητικό

χαρακτήρα, εφόσον αποσκοπούν οπωσδήποτε στην αποκατάσταση ή και τη βελτίωση της

υγείας των ανθρώπων.

3. Η συνταγογράφηση είναι ιατρική πράξη, όπως, γενικότερα, είναι η έκδοση ιατρικών

πιστοποιητικών και βεβαιώσεων.

4. Στο πλαίσιο του παρόντος Κώδικα:

(α) στην έννοια «ασθενής» περιλαμβάνεται και όποιος επισκέπτεται ιατρό μόνο για

προληπτικούς λόγους,

(β) στην έννοια «οικείος» περιλαμβάνονται οι συγγενείς εξ αίματος και εξ αγχιστείας σε ευθεία

γραμμή, οι θετοί γονείς και τα θετά τέκνα, οι σύζυγοι, οι μνηστευμένοι, οι αδελφοί και οι σύζυγοι

και οι μνηστήρες των αδελφών, καθώς και οι επίτροποι ή επιμελητές του ασθενούς και όσοι

βρίσκονται υπό την επιτροπεία ή επιμέλειά του,

(γ) στην έννοια «νόμος» περιλαμβάνεται και το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 2

Άδεια άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος

1. Για την άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος και τη χρησιμοποίηση του τίτλου ιατρός απαιτείται

άδεια άσκησης ιατρικού επαγγέλματος.

2. Για να χορηγηθεί η άδεια αυτή απαιτούνται οι εξής προϋποθέσεις:

(α) ο ενδιαφερόμενος να είναι κάτοχος πτυχίου ιατρικής σχολής πανεπιστημίου της ημεδαπής ή

της αλλοδαπής νόμιμα αναγνωρισμένου,

(β) να είναι Έλληνας πολίτης ή πολίτης κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

(γ) να μην έχει στερηθεί τα πολιτικά του δικαιώματα και να μη βρίσκεται υπό καθεστώς

δικαστικής συμπαράστασης,

(δ) να μην έχει καταδικασθεί για κλοπή, απάτη, υπεξαίρεση, πλαστογραφία, εκβίαση, κιβδηλεία,

παραχάραξη, για πλημμελήματα καθ' υποτροπή που μπορούν να συνεπάγονται τη στέρηση

των πολιτικών δικαιωμάτων,

(ε) να έχει ορίσει τον Ιατρικό Σύλλογο στην περιφέρεια του οποίου προτίθεται να ασκήσει την

ιατρική στον ιδιωτικό ή στο δημόσιο τομέα.

3. Στους μη Ευρωπαίους πολίτες χορηγείται άδεια άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος στην

Ελλάδα, εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην προηγούμενη παράγραφο, και

επιπρόσθετα εκείνες, που ορίζονται με άλλες διατάξεις.

4. Οι ιατροί, που έχουν επαγγελματική εγκατάσταση στην αλλοδαπή, μπορούν να παρέχουν

ιατρικές υπηρεσίες στην Ελλάδα, εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις, που προβλέπονται από

την ευρωπαϊκή νομοθεσία ή τις διεθνείς συμβάσεις.

Άρθρο 3

Άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος

Ο ιατρός δεν μπορεί να ασκεί άλλο επάγγελμα ή επαγγελματική δραστηριότητα από την οποία

παρεμποδίζεται η ευσυνείδητη άσκηση της ιατρικής ή θίγεται σοβαρά η αξιοπρέπειά του ως

ιατρού.

Άρθρο 4

Αναστολή της άδειας άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος

Η ισχύς της άδειας άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος αναστέλλεται στην περίπτωση που: (α)

επιβληθεί στον ιατρό η πειθαρχική ποινή της στέρησης του δικαιώματος άσκησης του

ιατρικού επαγγέλματος,

(β) ο ιατρός καταδικασθεί σε στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων και για όσο χρόνο αυτή διαρκεί,

(γ) ο ιατρός δεν μπορεί να ασκήσει τα καθήκοντά του λόγω σωματικής ή ψυχικής νόσου και για

όσο χρόνο διαρκεί η ασθένειά του. Η αναστολή χορηγείται μετά από αίτηση του ενδιαφερόμενου

ιατρού ή με τη σύμφωνη γνώμη του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου, μετά από πρόταση του

Ιατρικού Συλλόγου, στην περιφέρεια του οποίου ο ιατρός έχει την επαγγελματική του

εγκατάσταση.

Άρθρο 5

Ανάκληση της άδειας άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος

1. Η άδεια άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος ανακαλείται στις περιπτώσεις που:

(α) η άδεια έχει χορηγηθεί από εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή των σχετικών για τη χορήγησή

της διατάξεων,

(β) ο ιατρός παραιτείται από την άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος,

(γ) ο ιατρός έχει στερηθεί διαρκώς τα πολιτικά δικαιώματά του,

(δ) ο ιατρός δεν έχει την ικανότητα άσκησης της ιατρικής λόγω διαρκούς βλάβης της υγείας του

και δεν παρέχει πλέον τις αναγκαίες εγγυήσεις για τη σωστή άσκηση του ιατρικού

επαγγέλματος. Στην περίπτωση αυτή η άδεια ανακαλείται μετά από αίτησή του ιατρού ή, με τη

σύμφωνη γνώμη του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου, μετά από πρόταση του Ιατρικού

Συλλόγου, στην περιφέρεια του οποίου ο ιατρός έχει την επαγγελματική του εγκατάσταση,

(ε) έχει επιβληθεί αμετάκλητα στον ιατρό, ως πειθαρχική ποινή, η απαγόρευση άσκησης της

ιατρικής.

2. 'Όταν παύσουν να συντρέχουν ή ισχύουν οι λόγοι ανάκλησης της άδειας, το δικαίωμα

άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος ανακτάται με νέα άδεια.

Άρθρο 6

Τόπος άσκnσης του ιατρικού επαγγέλματος

1. Ο ιατρός ασκεί τα καθήκοντά του στην περιφέρεια του Ιατρικού Συλλόγου, στον οποίο έχει

εγγραφεί και στη διεύθυνση, που έχει δηλώσει.

2. Επιτρέπεται η προσφορά ιατρικών υπηρεσιών στην περιφέρεια άλλου Ιατρικού Συλλόγου,

όταν υπάρχει άμεσος κίνδυνος της ζωής ή της υγείας ασθενή, που δεν μπορεί να

αντιμετωπισθεί διαφορετικά σε ικανοποιητικό βαθμό ή όταν καλείται να συμμετάσχει σε ιατρικό

συμβούλιο μετά από πρόσκληση του θεράποντος ιατρού ή του ίδιου του ασθενή ή, σε αδυναμία

αυτού, των προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 15 του Κώδικα αυτού.

3. Ο ιατρός μπορεί να μεταφέρει την επαγγελματική του εγκατάσταση:

(α) μέσα στην ίδια περιφέρεια του Ιατρικού Συλλόγου, στον οποίο υπάγεται, με δήλωση .στην

υπηρεσία που χορήγησε την άδεια και στον Ιατρικό Σύλλογό του,

(β) στην περιφέρεια άλλου Ιατρικού Συλλόγου, με δήλωση στην υπηρεσία που χορήγησε την

άδεια, στον Ιατρικό Σύλλογο, στον οποίο μέχρι τώρα υπαγόταν και στον Ιατρικό Σύλλογο, στον

οποίο μεταφέρει την επαγγελματική του εγκατάσταση. Στην τελευταία περίπτωση προϋπόθεση

αποδοχής της δήλωσης αυτής είναι η προσκόμιση αντιγράφου του μητρώου του Ιατρικού

Συλλόγου από τον οποίο αποχωρεί.

4. Δεν επιτρέπεται η πλανοδιακή άσκηση της ιατρικής. Επιτρέπονται οι τακτικές επισκέψεις για

την παροχή ιατρικής συνδρομής στο πλαίσιο εφαρμογής εγκεκριμένων προγραμμάτων υγείας ή

όταν αυτό επιβάλλεται από τις ιδιαίτερες τοπικές συνθήκες και μετά από άδεια του κατά τόπο

αρμόδιου Ιατρικού Συλλόγου.

Άρθρο 7

Ιδιωτικά ιατρεία

1. Ο ιατρός, που εργάζεται στο δημόσιο τομέα και δεν έχει οποιοδήποτε ασυμβίβαστο ή

κώλυμα, που απορρέει από τη σχέση αυτή, προσφέρει ελεύθερα και κατά κανόνα τις ιατρικές

υπηρεσίες του στην επαγγελματική εγκατάσταση, που έχει δηλώσει στον Ιατρικό Σύλλογό του

(ιδιωτικό ιατρείο).

2. Δύο ή περισσότεροι ιατροί μπορούν να διατηρούν ένα κοινό ιατρείο ή να συνιστούν δίκτυο

παροχής πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, σύμφωνα με τις διατάξεις, που ισχύουν κάθε φορά.

3. Ο ιατρός δεν επιτρέπεται να διατηρεί ή να συμμετέχει σε περισσότερα από ένα ιδιωτικά

ιατρεία.

Άρθρο 8

Αμοιβή ιατρού

1. Ο ιατρός παρέχει τις υπηρεσίες του με αμοιβή και χειρίζεται το θέμα αυτό με λεπτότητα,

διακριτικότητα, μετριοπάθεια και χωρίς πρόθεση εκμετάλλευσης του ασθενή.

2. Ο ιατρός μπορεί να παρέχει τις υπηρεσίες του χωρίς αμοιβή ή με μειωμένη αμοιβή σε ειδικές

κατηγορίες ασθενών, με βάση κριτήρια, που είναι κοινωνικά πρόσφορα, παραδεκτά και

σύμφωνα με το βαθύτερο ανθρωπιστικό χαρακτήρα του ιατρικού επαγγέλματός του.

3. Ο ιατρός παρέχει τις υπηρεσίες του χωρίς αμοιβή στους συναδέλφους του ή στους φοιτητές

της ιατρικής.

4. Ο ιατρός, που προσφέρει τις υπηρεσίες του στο δημόσιο τομέα ή σε οργανισμό κοινωνικής

ασφάλισης, δεν δικαιούται να αξιώνει ή να συμφωνεί ή να εισπράττει από τον ασθενή

οποιοδήποτε οικονομικό αντάλλαγμα πέρα από τη μηναία ή άλλη αποζημίωση ή αμοιβή του,

όπως ορίζονται στο νόμο ή στη σύμβασή του.

Τμήμα Β

Κανόνες ιατρικής ηθικής και δεοντολογίας

Άρθρο 9

Η άσκηση της ιατρικής ως λειτούργημα

1. Η άσκηση της ιατρικής είναι λειτούργημα, που αποσκοπεί στη διατήρηση και βελτίωση της

φυσικής, πνευματικής και ψυχικής υγείας του ανθρώπου και την ανακούφισή του από τον πόνο.

2. Το ιατρικό λειτούργημα διέπεται από απόλυτο σεβασμό στην ανθρώπινη αξία και τη ζωή και

απευθύνεται σε όλους τους ανθρώπους χωρίς διάκριση φύλου, φυλής, θρησκείας, εθνικότητας,

κοινωνικής θέσης ή πολιτικής ιδεολογίας.

3. Ο ιατρός εμπνέεται από τα ιδανικά της ειρήνης και της προστασίας των ανθρωπίνων

δικαιωμάτων και έχει την υποχρέωση να μη συνδράμει ή παρέχει υποστήριξη, με οποιοδήποτε

τρόπο, ακόμα και με την παρουσία του, στην υποβολή συνανθρώπου του σε βασανιστήρια ή σε

απάνθρωπες ή εξευτελιστικές ποινές ή μεταχειρίσεις σε καιρό ειρήνης ή πολέμου, ή

χρησιμοποιεί τις γνώσεις του, ικανότητες και δεξιότητές του για το σκοπό αυτό.

4. Ο ιατρός τηρεί τον όρκο του Ιπποκράτη. Τηρεί τους κώδικες δεοντολογίας, που έχουν

συνταχθεί από αναγνωρισμένες μη κυβερνητικές οργανώσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό,

εκτός εάν βρίσκονται σε ευθεία αντίθεση με τον Κώδικα αυτό.

.5. Ο ιατρός οφείλει να ασκεί το λειτούργημά του στο πλαίσιο της ισχύουσας νομοθεσίας, εκτός

εάν οι διατάξεις αυτής έχουν τεθεί κατά κατάλυση του Συντάγματος και, ιδίως, των διατάξεών

του που διασφαλίζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα.

6. Η άσκηση της ιατρικής γίνεται σύμφωνα με τους γενικά αποδεκτούς κανόνες της ιατρικής

επιστήμης.

[Πρόταση Σεβασμιότατου Μητροπολίτη Ιερόθεου και της Εκκλησίας της Ελλάδας για τη

προσθήκη νέας παραγράφου στο άρθρο 9: «ο ιατρός, όπου είναι δυνατόν, μπορεί να

συνεργάζεται με τους ειδικούς θρησκευτικούς λειτουργούς για την ψυχοσωματική υγεία του

αρρώστου» ].

Άρθρο 10

Ηθική και τεχνική ανεξαρτησία του ιατρού στην άσκηση της ιατρικής

1. Ο ιατρός ενεργεί με βάση:

(α) την εκπαίδευση, που του έχει παρασχεθεί κατά τη διάρκεια των προπτυχιακών του

σπουδών, την άσκησή του για την απόκτηση τίτλου ιατρικής ειδικότητας και τη συνεχιζόμενη

ιατρική του εκπαίδευση και

(β) την πείρα και τις δεξιότητες, που αποκτά κατά την άσκηση της ιατρικής.

2. Ο ιατρός, κατά την άσκηση της ιατρικής, ενεργεί με πλήρη ελευθερία στο πλαίσιο των γενικά

αποδεκτών κανόνων και μεθόδων της ιατρικής επιστήμης, όπως αυτοί διαμορφώνονται με βάση

τα αποτελέσματα της εφαρμοσμένης σύγχρονης επιστημονικής έρευνας και αποφεύγει τη χρήση

μεθόδων, που δεν έχουν επαρκή επιστημονική τεκμηρίωση και επαλήθευση στην πράξη.

3. Ο ιατρός υπακούει στη φωνή της συνείδησής του. Δεν μπορεί, όμως, να επικαλεσθεί κανόνες

ή αρχές της δικής του ηθικής συνείδησης, εφόσον η τήρησή τους θέτει σε κίνδυνο τη ζωή ή την

υγεία συνανθρώπου του ή οδηγεί σε προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.

Άρθρο 11

Υποχρεώσεις του ιατρού στον συνάνθρωπο

1. Ο ιατρός δίνει προτεραιότητα στο συμφέρον της διατήρησης ή και βελτίωσης της υγείας του

συνανθρώπου του.

2. Ο ιατρός δεν μπορεί να αρνείται την προσφορά των υπηρεσιών του για λόγους άσχετους

προς την επιστημονική του επάρκεια, εκτός εάν εξαιρετικά συντρέχει ειδικός λόγος, που να

καθιστά αντικειμενικά αδύνατη την προσφορά των υπηρεσιών του.

3. Ο ιατρός οφείλει να παρέχει τις υπηρεσίες του για την αντιμετώπιση επειγόντων περιστατικών

ανεξάρτητα από την ειδικότητά του. Η υποχρέωση αυτή βαρύνει τον ιατρό, ακόμα και όταν δεν

υπάρχουν τα κατάλληλα μέσα για την άσκηση της ιατρικής και ισχύει μέχρι την παραπομπή του

ασθενή σε ιατρό κατάλληλης ειδικότητας ή τη μεταφορά του σε κατάλληλη μονάδα παροχής

υπηρεσιών φροντίδας και περίθαλψης.

4. Ο ιατρός μπορεί να διακόψει την παροχή των υπηρεσιών, που ήδη προσφέρει σε

συνάνθρωπό του, για λόγους επιστημονικούς ή προσωπικούς, που μπορούν να διαπιστωθούν

ή επιβεβαιωθούν αντικειμενικά και εφόσον δεν τίθεται σε άμεσο κίνδυνο η υγεία ή η ζωή του

ασθενούς. Στην περίπτωση αυτή μπορεί να υποδείξει άλλο συνάδελφό του για την αναπλήρωσή

του, ο οποίος θα είναι σε θέση να προσφέρει τις αναγκαίες ιατρικές υπηρεσίες και είναι

αποδεκτός από τον ασθενή, χωρίς ανάληψη ευθύνης για την υπόδειξη,

5. Ο ιατρός οφείλει σε κάθε περίπτωση επέλευσης έκτακτης ανάγκης, ανεξάρτητα της ένταξής

του σε σχέδιο αντιμετώπισης εκτάκτων αναγκών, να προσφέρει τις ιατρικές υπηρεσίες του έστω

και χωρίς αμοιβή ή αποζημίωση.

Άρθρο 12

Σύγκρουση καθηκόντων

Ο ιατρός που βρίσκεται μπροστά σε σύγκρουση καθηκόντων, ιδίως, όταν καλείται να προσφέρει

τις υπηρεσίες του σε περισσότερους από ένα συνανθρώπους του και δεν μπορεί να

ανταποκριθεί ταυτόχρονα, επιλύει τη σύγκρουση αυτή στο πλαίσιο των αρχών και κανόνων του

άρθρου 9 του Κώδικα αυτού και με βάση τους κανόνες και αρχές της συνείδησής του, τη

σύγκριση των εννόμων αγαθών που διακυβεύονται και τον απόλυτο σεβασμό της ανθρώπινης

ζωής και αξιοπρέπειας.

Άρθρο 13

Η ιατρική ως σχέση εμπιστοσύνης και σεβασμού

1. Ο ιατρός φροντίζει για την ανάπτυξη σχέσεων αμοιβαίας εμπιστοσύνης και σεβασμού προς

τον συνάνθρωπο, που του ζητά να προσφέρει τις ιατρικές υπηρεσίες του.

2. Ο ιατρός δεν παρεμβαίνει στην προσωπική και οικογενειακή ζωή του ασθενή, παρά μόνο στο

μέτρο, βαθμό και έκταση, που είναι αναγκαίο και αρκετό για την αποτελεσματική προσφορά των

ιατρικών υπηρεσιών του και στο μέτρο, βαθμό και έκταση που του έχει επιτραπεί.

3. Ο ιατρός, κατά την παροχή των ιατρικών υπηρεσιών του, σέβεται τις θρησκευτικές,

φιλοσοφικές, ηθικές ή πολιτικές απόψεις και αντιλήψεις του συνανθρώπου, που του ζητά την

παροχή των ιατρικών υπηρεσιών του και δεν επιτρέπεται να επιβάλλει σε αυτόν, άμεσα ή

έμμεσα, τις αντίστοιχες δικές του ή να επιχειρήσει να τις επιβάλει.

4. Η συμπεριφορά του ιατρού προς τον συνάνθρωπο, που του ζητά να προσφέρει τις ιατρικές

υπηρεσίες του, πρέπει να είναι αυτή που προσήκει και αρμόζει στην επιστήμη του και την

αποστολή του λειτουργήματός του.

Άρθρο 14

Υποχρέωση ενημέρωσης

1. Ο ιατρός οφείλει να ενημερώνει πλήρως και κατανοητά τον συνάνθρωπό του (και ο

τελευταίος έχει το αντίστοιχο δικαίωμα) που του ζητά να προσφέρει τις ιατρικές υπηρεσίες του

για την πραγματική κατάσταση της υγείας του, το περιεχόμενο και τα αποτελέσματα της

προτεινόμενης ιατρικής πράξης, τις συνέπειες ή και τους κινδύνους από την εκτέλεσή της,

καθώς και το βαθμό πιθανολόγησής τους, σε όλη την αναγκαία έκταση και βάθος, έτσι ώστε ο

συνάνθρωπός του να μπορεί να σχηματίζει πλήρη εικόνα των ιατρικών, κοινωνικών και

οικονομικών παραγόντων και συνεπειών της κατάστασής του και να λαμβάνει αποφάσεις ο ίδιος

ή να συμμετέχει στη λήψη αυτών των αποφάσεων.

2. Η πιο πάνω υποχρέωση ενημέρωσης έχει πιο πλατύ και βαθύ περιεχόμενο στις περιπτώσεις

ορισμένων ειδικών επεμβάσεων, όπως πειραματισμών, μεταμοσχεύσεων, παρεμβατικής

γονιμοποίησης, επεμβάσεων αλλαγής ή αποκαταστάσεως φύλου, αισθητικών ή κοσμητικών

επεμβάσεων.

3. Ο ιατρός έχει, γενικά, καθήκον αληθείας απέναντι στον ασθενή. Επιτρέπεται, όμως, η μερική

αποκάλυψη ή και απόκρυψη της αλήθειας σε εκείνες τις περιπτώσεις, που η ασθένεια ή η

εξέλιξή της είναι ιδιαιτέρως οδυνηρή ή και δυσμενής και ο ιατρός διαβλέπει ότι η πλήρης

αποκάλυψη της αλήθειας μπορεί να προκαλέσει εξαιρετικά σοβαρή και μη αναστρέψιμη βλάβη

στον ασθενή. Στην τελευταία περίπτωση ο ιατρός οφείλει να ενημερώσει τους οικείους του

ασθενή και, πιο συγκεκριμένα, εκείνους, που, κατά την κρίση του ιατρού και τις πληροφορίες

που αυτός έχει, βρίσκονται σε στενή σχέση με τον ασθενή και δεν εξαρτούν κανένα προσωπικό

όφελος από τον ασθενή ή τη δυσμενή εξέλιξη της υγείας του.

4. Στην περίπτωση των προσώπων, που δεν έχουν την ικανότητα να συναινέσουν για την

εκτέλεση ιατρικής πράξης, ο ιατρός ενημερώνει τον συνάνθρωπό του, στην έκταση και το βάθος

που είναι αυτό εφικτό, καθώς και τα τρίτα πρόσωπα, που έχουν την εξουσία να συναινέσουν για

την εκτέλεση της πράξης αυτής, κατά τις διακρίσεις του επόμενου άρθρου.

Άρθρο 15

Υποχρέωση συναίνεσης του ενημερωμένου ασθενή

1. Ο ιατρός δεν επιτρέπεται να προβεί στην εκτέλεση οποιασδήποτε ιατρικής πράξης χωρίς την

προηγούμενη συναίνεση του ασθενή.

2. Προϋποθέσεις της έγκυρης συναίνεσης του ασθενή είναι οι ακόλουθες:

(α) Να παρέχεται μετά από πλήρη και κατανοητή ενημέρωση, σύμφωνα με το προηγούμενο

άρθρο.

(β) Ο ασθενής να έχει ικανότητα για συναίνεση. Αυτός που έχει δικαιοπρακτική ικανότητα, έχει

και την ικανότητα για συναίνεση.

(βα) Στην περίπτωση του ανήλικου ασθενή, η συναίνεση δίδεται από αυτούς που ασκούν τη

γονική μέριμνα ή επιμέλειά του. Η συναίνεση από τους τελευταίους μπορεί να παραλειφθεί

ανάλογα με την κρισιμότητα και σοβαρότητα της ιατρικής πράξης και εφόσον ο ανήλικος,

κατά την κρίση του ιατρού, έχει την ηλικιακή, πνευματική και συναισθηματική ωριμότητα να

κατανοήσει την κατάσταση της υγείας του, το περιεχόμενο της ιατρικής πράξης και τις

συνέπειες ή αποτελέσματα ή κινδύνους της πράξης αυτής. Στην περίπτωση της παραγράφου

2 του άρθρου 14 απαιτείται πάντοτε η συναίνεση των προσώπων που ασκούν τη γονική

μέριμνα του ανηλίκου.

(ββ) Στις υπόλοιπες περιπτώσεις δικαιοπρακτικής ανικανότητας ή περιορισμένης

δικαιοπρακτικής ικανότητας του ασθενή, η συναίνεση για την εκτέλεση ιατρικής πράξης

δίδεται από τον δικαστικό συμπαραστάτη, εφόσον αυτός έχει οριστεί. Αν δεν υπάρχει

δικαστικός συμπαραστάτης, η συναίνεση δίνεται από τον πιο κοντινό συγγενή του ασθενή. Σε

κάθε περίπτωση, ο ιατρός πρέπει να προσπαθήσει να εξασφαλίσει την εκούσια συμμετοχή,

σύμπραξη και συνεργασία του ασθενή και, ιδίως, εκείνου του ασθενή που κατανοεί την

κατάσταση της υγείας του, το περιεχόμενο της ιατρικής πράξης, τους κινδύνους, τις

συνέπειες και τα αποτελέσματα της πράξης αυτής.

γ) Η συναίνεση να είναι σοβαρή, αυθόρμητη και να μην έρχεται σε σύγκρουση με τα χρηστά

ήθη.

(δ) Να καλύπτει πλήρως την ιατρική πράξη και κατά το συγκεκριμένο περιεχόμενό της και κατά

τον χρόνο της εκτέλεσής της.

3. Ο ασθενής έχει δικαίωμα να αρνηθεί την ενημέρωση από τον ιατρό ή να ζητήσει από αυτόν

να ενημερώσει αποκλειστικά άλλο ή άλλα πρόσωπα, που ο ίδιος θα υποδείξει, για την

κατάσταση της υγείας του, το περιεχόμενο και τα αποτελέσματα της προτεινόμενης ιατρικής

πράξης, τις συνέπειες ή και τους κινδύνους από την εκτέλεσή της, καθώς και το βαθμό

πιθανολόγησής τους.

4. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 29 του Κώδικα αυτού, για την εκτέλεση μιας

ιατρικής πράξης αναγκαίας για τη διάσωση της ζωής ή της υγείας του ασθενή, δεν απαιτείται η

συναίνεση του:

(α) όταν αυτός δεν είναι σε θέση, για οποιοδήποτε λόγο, να συναινέσει, συντρέχει, όμως,

απόλυτη και κατεπείγουσα ανάγκη παροχής ιατρικής φροντίδας και δεν ανευρίσκεται το

πρόσωπο που έχει την εξουσία να δώσει την αναγκαία συναίνεση ή

(β) στην περίπτωση απόπειρας αυτοκτονίας ή

(γ) όταν οι γονείς ανήλικου ασθενή ή οι συγγενείς ασθενή, που δεν μπορεί για οποιοδήποτε

λόγο να συναινέσει, ή άλλοι τρίτοι, που έχουν την εξουσία συναίνεσης για τον ασθενή,

αρνούνται αδικαιολόγητα να δώσουν την αναγκαία συναίνεση και δεν υπάρχει χρονικά η

δυνατότητα αναπλήρωσης της συναίνεσης. Αδικαιολόγητη άρνηση συνιστά, ιδίως, εκείνη, η

οποία οφείλεται σε προσωπική θρησκευτική παραδοξότητα.

Άρθρο 16

Τέλος του βίου του ανθρώπου -Ευθανασία

1. Ο ιατρός συμπαρίσταται στον ασθενή μέχρι το τέλος της ζωής του και φροντίζει ώστε ο

ασθενής να διατηρεί την αξιοπρέπειά του μέχρι το σημείο αυτό.

2. Ο ιατρός, σε περίπτωση ανίατης ασθένειας που βρίσκεται στο τελικό της στάδιο, εάν

εξαντληθούν όλα τα ιατρικά θεραπευτικά περιθώρια, εξακολουθεί να φροντίζει για την

ανακούφιση των ψυχοσωματικών πόνων του ασθενή.

3. Ο ιατρός δεν λαμβάνει υπόψη του παράκληση ή αίτηση του ασθενή ή των συγγενών του για

ευθανασία.

[Πρόταση Σεβασμιότατου Μητροπολίτη Ιερόθεου και της Εκκλησίας της Ελλάδας (για

επαναδιατύπωση της παραγράφου 3): «ο ιατρός δεν λαμβάνει υπόψη του παράκληση ή αίτηση

του ασθενή ή των συγγενών του για ευθανασία (παθητική ή ενεργητική) ούτε ...»].

Άρθρο 17

Ιατρικό απόρρητο

1. Ο ιατρός οφείλει να διαφυλάττει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα αυστηρά ως απόρρητα

όσα συνάνθρωποί του του εμπιστεύονται ή πληροφορείται λόγω του λειτουργήματός του και

κατά την άσκησή του.

2. Για την αυστηρή και αποτελεσματική τήρηση του ιατρικού απορρήτου, ο ιατρός οφείλει:

(α) να ασκεί την αναγκαία εποπτεία στους βοηθούς, συνεργάτες ή άλλα πρόσωπα που

συμπράττουν ή συμμετέχουν ή τον στηρίζουν με οποιοδήποτε τρόπο κατά την άσκηση του

λειτουργήματός του και

(β) να λαμβάνει κάθε μέτρο διαφύλαξης του απορρήτου και για το χρόνο μετά τη με

οποιοδήποτε τρόπο παύση ή λήξη άσκησης του λειτουργήματός του.

3. Η υποχρέωση τήρησης και διαφύλαξης του ιατρικού απορρήτου δεν παύει να ισχύει με τον

θάνατο του συνανθρώπου του.

4. Επιτρέπεται η άρση του ιατρικού απορρήτου:

(α) όταν ο ιατρός αποβλέπει στην εκπλήρωση νομικού ή ηθικού καθήκοντος. Νομικό καθήκον

συντρέχει, όταν η φανέρωση επιβάλλεται από ειδικό νόμο (όπως στις περιπτώσεις γέννησης,

θανάτου, μολυσματικών νόσων και άλλες) ή από γενικό νόμο (όπως στην υποχρέωση έγκαιρης

αναγγελίας στην αρχή όταν ο ιατρός μαθαίνει με τρόπο αξιόπιστο ότι μελετάται κακούργημα ή

ότι άρχισε ήδη η εκτέλεσή του και, μάλιστα, σε χρόνο τέτοιο ώστε να μπορεί ακόμα να

προληφθεί η τέλεση ή το αποτέλεσμά του). Στην περίπτωση σύγκρουσης του ηθικού

καθήκοντος προς το νομικό καθήκον, ο ιατρός οφείλει να επιλύσει τη σύγκρουση αυτή

προτιμώντας το σημαντικότερο από αυτά,

(β) όταν ο ιατρός αποβλέπει στη διαφύλαξη έννομου ή άλλου δικαιολογημένου, ουσιώδους

συμφέροντος του δημόσιου ή του ίδιου του ασθενή, το οποίο δεν μπορεί να διαφυλαχθεί

διαφορετικά,

(γ) όταν συντρέχει κατάσταση ανάγκης ή άμυνας.

5. Η υποχρέωση τήρησης ιατρικού απορρήτου αίρεται εάν συναινεί σε αυτό εκείνος στον οποίο

αφορά, εκτός εάν η σχετική δήλωσή του δεν είναι έγκυρη, όπως στην περίπτωση, ιδίως, που

αυτή είναι προϊόν πλάνης, απάτης, απειλής, σωματικής ή ψυχολογικής βίας ή εάν η άρση του

απορρήτου συνιστά προσβολή της ανθρώπινης αξίας.

6. Οι ιατροί, που ασκούν υπηρεσία ελέγχου, επιθεώρησης ή πραγματογνωμοσύνης,

απαλλάσσονται από την υποχρέωση τήρησης του ιατρικού απορρήτου μόνο έναντι των

εντολέων τους και μόνο ως προς το αντικείμενο της εντολής και τους λοιπούς όρους χορήγησής

της.

Άρθρο 18

Τήρηση ιατρικού αρχείου

1. Ο ιατρός τηρεί ιατρικό αρχείο (σε ηλεκτρονική ή μη μορφή), το οποίο περιέχει δεδομένα που

συνδέονται άρρηκτα ή αιτιωδώς με την ασθένεια ή την υγεία των ασθενών του. Η τήρηση του

αρχείου αυτού και η επεξεργασία των δεδομένων του γίνεται με βάση το ν. 2472/1997

«Προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα» (Α' 50) και

το ν. 3235/2004 «Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας» (Α' 53), όπως αυτοί ισχύουν κάθε φορά.

2. Οι κλινικές και τα νοσοκομεία τηρούν στα ιατρικά τους αρχεία και τα αποτελέσματα όλων των

κλινικών και παρακλινικών εξετάσεων.

Η υποχρέωση διατήρησης ιατρικών αρχείων ισχύει:

(α) στα ιδιωτικά ιατρεία για μία δεκαετία από την τελευταία επίσκεψη του ασθενή και

(β) στις μονάδες πρωτοβάθμιας, δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας φροντίδας υγείας και

πρόνοιας του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, για μία εικοσαετία από την τελευταία επίσκεψη

του ασθενή.

3. Ο ιατρός δεν επιτρέπει στην περίπτωση επιστημονικών δημοσιεύσεων τη γνωστοποίηση με

οποιοδήποτε τρόπο της ταυτότητας ασθενή του οποίου το αρχείο ή τα δεδομένα δημοσιεύονται.

Εάν είναι αναγκαία, λόγω της φύσης της δημοσίευσης, η αποκάλυψη της ταυτότητας του ασθενή

ή στοιχείων που δείχνουν ή υποδεικνύουν την ταυτότητά του, απαιτείται η έγγραφη συναίνεσή

του.

4. Ο ιατρός τηρεί τα επαγγελματικά του βιβλία με τέτοιο τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται το ιατρικό

απόρρητο.

5. Πρόσβαση στα ιατρικά αρχεία έχει ο ασθενής ή, μετά το θάνατό του, οι κληρονόμοι του,

εφόσον είναι συγγενείς μέχρι τετάρτου βαθμού.

6. Δεν επιτρέπεται σε τρίτο η πρόσβαση στα ιατρικά αρχεία ασθενή. Κατ' εξαίρεση επιτρέπεται η

πρόσβαση:

(α) στις δικαστικές και εισαγγελικές αρχές κατά την άσκηση των καθηκόντων τους αυτεπάγγελτα

ή μετά από αίτηση τρίτου, που επικαλείται έννομο συμφέρον και σύμφωνα με τις διαδικασίες,

που προβλέπονται στο νόμο,

(β) σε άλλα όργανα της Ελληνικής Πολιτείας, που από τις καταστατικές τους διατάξεις έχουν

τέτοιο δικαίωμα και αρμοδιότητα, που ασκούνται σύμφωνα με το νόμο.

7. Ο ασθενής έχει το δικαίωμα πρόσβασης (κατά το άρθρο 12 του ν. 2472/1997, όπως ισχύει

κάθε φορά) στα εθνικά ή διεθνή αρχεία στα οποία έχουν εισέλθει τα δεδομένα προσωπικού

χαρακτήρα, που τον αφορούν, διαμέσου του ιατρού του, ο οποίος τον ενημερώνει για το

περιεχόμενο του δικαιώματος αυτού, τον τρόπο άσκησής του, τη διαδικασία διόρθωσης των

δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, το δικαίωμα αντίρρησης (κατά το άρθρο 13 του ίδιου

νόμου, όπως ισχύει κάθε φορά) και το δικαίωμα προσωρινής δικαστικής προστασίας (κατά το

άρθρο 14 του ιδίου νόμου, όπως ισχύει κάθε φορά).

Άρθρο 19

Ιατρικό πιστοποιητικό

1. Ο ιατρός οφείλει να συντάσσει ιατρικά πιστοποιητικά στις περιπτώσεις που αυτό προβλέπεται

ρητά στο νόμο, όπως επίσης και ιατρική γνωμάτευση για την κατάσταση της υγείας του ασθενή

και να αναφέρει σε κάθε περίπτωση το σκοπό για τον οποίο προορίζονται.

2. Τα ιατρικά πιστοποιητικά και γνωματεύσεις εκδίδονται μετά από προηγούμενη γραπτή ή

προφορική αίτηση του προσώπου που αφορούν ή, κατ' εξαίρεση, τρίτου προσώπου που έχει

έννομο συμφέρον και το αποδεικνύει.

3. Το ιατρικό πιστοποιητικό ή η γνωμάτευση παραδίδεται σε αυτόν, που παραδεκτά το ζήτησε ή

σε τρίτο πρόσωπο, που έχει εξουσιοδοτηθεί ειδικά από τον αιτούντα.

Άρθρο 20

Άσκηση ιατρικής στο πλαίσιο της κοινωνικής ασφάλισης

Ο ιατρός, που προσφέρει τις υπηρεσίες του σε οργανισμό κοινωνικής ασφάλισης του δημόσιου

ή του ιδιωτικού τομέα, έχει όλα τα καθήκοντα και υποχρεώσεις, όπως αυτές περιγράφονται στο

προηγούμενο άρθρο. Και, ιδίως, δίνει προτεραιότητα στην αποτελεσματική θεραπεία του

ασθενή και τη διατήρηση ή και βελτίωση της υγείας του συνανθρώπου του.

Άρθρο 21

Συναδελφικότητα

1. Ο ιατρός συμπεριφέρεται αλληλέγγυα προς τους συναδέλφους του, θεωρώντας ότι

υπηρετούν τα ίδια ιδανικά και σκοπούς.

2. Ο ιατρός αποφεύγει οποιαδήποτε πράξη αθέμιτου ανταγωνισμού με τους συναδέλφους του.

Ως τέτοια πράξη θεωρείται ιδίως:

(α) η χρήση επιστημονικών ή ακαδημαϊκών τίτλων που δεν υπάρχουν ή δεν έχουν αποκτηθεί

νόμιμα ή αναγνωριστεί,

(β) η επαγγελία θεραπείας με μεθόδους, φάρμακα και άλλα θεραπευτικά μέσα που δεν έχουν

αναγνωριστεί και καθιερωθεί επιστημονικά ή και νομότυπα, καθώς και η χρήση οργάνων,

μηχανημάτων ή πειραμάτων, όταν εφαρμόζονται με σκοπό την προσέλκυση πελατείας ή

διαφήμισης,

(γ) η εκχώρηση μέρους της ιατρικής αμοιβής ή η παροχή ποσοστών της σε πρόσωπα, που

διαμεσολαβούν στην προσέλκυση πελατείας.

3. Δεν επιτρέπεται οποιαδήποτε προσωπική διαφήμιση, με άμεσο ή έμμεσο τρόπο. Δεν

συνιστούν ανεπίτρεπτη διαφήμιση:

(α) οι δημόσιες ανακοινώσεις για ιατρικά θέματα, εφόσον γίνονται από ειδικούς για θέματα της

ειδικότητάς τους και με γνώμονα την ενημέρωση των συναδέλφων ιατρών ή της κοινής γνώμης,

(β) η συμμετοχή σε δημόσιες συζητήσεις, στο γραπτό ή ηλεκτρονικό τύπο, με σκοπό την

ενημέρωση της κοινής γνώμης γύρω από θέματα αρμοδιότητας ή ειδικότητας του ιατρού ή του

πεδίου ευθύνης του, επίκαιρα ή μη, που την απασχολούν, εφόσον, βεβαίως, τηρούνται οι αρχές

της αβρότητας, της έντιμης εκφοράς κρίσεων και επιχειρημάτων και του σεβασμού της άλλης

άποψης, που διατυπώνεται με τους ίδιους κανόνες.

4. Ο ιατρός που καλείται να προσφέρει τις υπηρεσίες του σε ασθενή, που παρακολουθείται από

άλλον συνάδελφό του, πρέπει, προς το συμφέρον του ασθενή, να επιδιώξει να έλθει σε επαφή

με τον τελευταίο θεράποντα ιατρό, εκτός αν αυτός ο ίδιος ο ασθενής δηλώσει ανεπιφύλακτα

στον ιατρό την αντίθεσή του σε μια τέτοια επαφή.

5. Δεν αποτελεί παράβαση του καθήκοντος συναδελφικότητας η προσφυγή του ιατρού στα

αρμόδια επαγγελματικά όργανα σχετικά με θέματα αντιδεοντολογικής συμπεριφοράς

συναδέλφων του.

Άρθρο 22

Ο ιατρός και η κοινωνία

1. Ο ιατρός γνωρίζει τον κοινωνικό χαρακτήρα του λειτουργήματός του. Ως εκ τούτου, έχει την

υποχρέωση, με βάση τις γνώσεις του, τις δεξιότητες και την πείρα που έχει αποκτήσει, να

εφιστά την προσοχή της κοινότητας, στην οποία ανήκει, σε θέματα που έχουν σχέση με τη

δημόσια υγεία και τη βελτίωση της ποιότητας των ιατρικών υπηρεσιών.

2. Ο ιατρός συμμετέχει σε επαγγελματικές ή και επιστημονικές οργανώσεις, που έχουν ως

σκοπό την προστασία των εύλογων συλλογικών συμφερόντων της ιατρικής κοινότητας.

3. Ο ιατρός συμμετέχει σε επαγγελματικές ή και επιστημονικές οργανώσεις, που έχουν ως

σκοπό τη μελέτη, επεξεργασία, πρόταση και εφαρμογή συλλογικών μέτρων, που συμβάλλουν

στη βελτίωση της δημόσιας υγείας.

4. Ο ιατρός οφείλει να συμμετέχει, ανεξάρτητα από την ύπαρξη ή μη συμβατικής ή άλλης

υποχρέωσής του, στην αντιμετώπιση έκτακτων και μαζικών καταστροφών και την οργάνωση και

παροχή πρώτων βοηθειών.

5. Ο ιατρός συμμετέχει ή παρέχει τη συνδρομή του στην ιατρική έρευνα, αρκεί αυτή να

διεξάγεται σύμφωνα με το νόμο και τον παρόντα Κώδικα.

6. Ο ιατρός απέχει από οποιαδήποτε ενέργεια, η οποία μπορεί να οδηγήσει στον κοινωνικό

αποκλεισμό ή στη διακριτική μεταχείριση ασθενών ή ατόμων, που είναι φορείς νόσων, οι οποίες

ενδέχεται να προκαλέσουν κοινωνικό στίγμα. Αντίθετα, μεριμνά για το σεβασμό της

αξιοπρέπειας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους, παρέχοντας παράλληλα την καλύτερη

δυνατή επιστημονική αντιμετώπισή τους.

Άρθρο 23

Ιατρική Έρευνα

1. Η ιατρική έρευνα διεξάγεται ελεύθερα στο πλαίσιο των θεμελιωδών πνευματικών και ηθικών

αξιών, που χαρακτηρίζονται από τον βαθύτατο σεβασμό στον άνθρωπο και την αξιοπρέπειά

του.

2. Η ιατρική έρευνα στον άνθρωπο επιτρέπεται με τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

(α) Ενημέρωση του ανθρώπου που υπόκειται σε έρευνα, σύμφωνα με το άρθρο 14 του Κώδικα

και, ιδίως, ως προς:

(αα) την ύπαρξη και το μέγεθος πιθανών κινδύνων,

(αβ) τα δικαιώματα προστασίας του ατόμου,

(αγ) τον εθελοντικό χαρακτήρα συμμετοχής στην έρευνα και

(αδ) τη δυνατότητα ελεύθερης ανάκλησης της παρεχόμενης συναίνεσης.

(β) Ελεύθερη, ανεπιφύλακτη, ειδική και τεκμηριωμένη συναίνεση του ανθρώπου που υπόκειται

σε ιατρική έρευνα, ο οποίος έχει τη σχετική ικανότητα, όπως ειδικότερα ορίζεται στο άρθρο 15

του Κώδικα αυτού,

(γ) Οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται ο άνθρωπος είναι δυσανάλογα μικροί σε σχέση με τα

πιθανά οφέλη από την έρευνα,

(δ) Το ερευνητικό πρόγραμμα -πρωτόκολλο έχει εγκριθεί από το αρμόδιο όργανο, μετά από

σύμφωνη γνώμη του αρμόδιου Επιστημονικού Συμβουλίου και της αρμόδιας Επιτροπής

Δεοντολογίας. Το Επιστημονικό Συμβούλιο ή η Επιτροπή Δεοντολογίας μπορεί να προβεί

οποτεδήποτε σε έλεγχο των όρων και συνθηκών διεξαγωγής της έρευνας, χωρίς όμως να

παρεμβαίνει στο έργο της έρευνας ή να θέτει άμεσα ή έμμεσα εμπόδια οποιασδήποτε φύσης.

3. Η έρευνα σε άτομα τα οποία δεν διαθέτουν ικανότητα συναίνεσης, σύμφωνα με το άρθρο 15

του παρόντος Κώδικα, επιτρέπεται μόνο εφόσον:

(α) πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις των προηγούμενων παραγράφων,

(β) τα αποτελέσματα της έρευνας μπορούν να οδηγήσουν σε άμεσο όφελος της υγείας του

ατόμου,

(γ) δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί έρευνα αντίστοιχης αποτελεσματικότητας σε άτομα, τα

οποία διαθέτουν ικανότητα συναίνεσης,

(δ) έχει δοθεί η απαραίτητη συναίνεση, σύμφωνα με τους όρους της παραγράφου 2 του άρθρου

15 και

(ε) το άτομο δεν αντιτίθεται με οποιοδήποτε τρόπο.

Άρθρο 24

Κλινική Έρευνα με νέα φάρμακα ή διαγνωστικές και θεραπευτικές μεθόδους.

1. Οι κλινικές μελέτες με νέα φάρμακα ή εφαρμογή νεότερων διαγνωστικών και θεραπευτικών

μεθόδων επιτρέπονται εφόσον:

(α) ανταποκρίνονται στις γενικές προδιαγραφές και διαδικασίες, όπως αυτές καθορίζονται από

τα αρμόδια όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

(β) υπάρχουν ισχυρές επιστημονικές ενδείξεις για το ότι η χρήση τους ή η εφαρμογή τους θα

αυξήσει τις πιθανότητες επιβίωσης ή αποκατάστασης της υγείας ή ανακούφισης των ασθενών,

που πάσχουν από αντίστοιχες νόσους και η ωφελιμότητα θα είναι σοβαρά σημαντικότερη του

ενδεχόμενου εμφάνισης ανεπιθύμητων ενεργειών (risk Ι benefit),

(γ) συντρέχουν όλες οι προϋποθέσεις του προηγούμενου άρθρου.

2. Ο ιατρός στο ενδεχόμενο άρνησης του ασθενούς να συναινέσει σε μια τέτοια μελέτη οφείλει

να πάρει κάθε μέτρο έτσι ώστε η άρνηση του ασθενούς να μην επηρεάζει αρνητικά τη σχέση του

μαζί του ως σχέση ιατρού προς ασθενή.

3. Ο ιατρός δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιεί νέα φάρμακα άγνωστης αποτελεσματικότητας ή να

εφαρμόζει νέες θεραπευτικές ή διαγνωστικές μεθόδους αγνώστων συνεπειών χωρίς την

αυστηρή εφαρμογή των κανόνων, που διέπουν το σχεδιασμό και την εφαρμογή κλινικών

μελετών. Ο ιατρός αναγνωρίζει ως θεμελιώδη κανόνα ότι η πιθανή διαγνωστική ή θεραπευτική

αξία προς όφελος του ασθενούς έχει προτεραιότητα έναντι της επιστημονικής γνώσης, που,

ενδεχομένως, αποκτάται από τα νέα φάρμακα ή τις νέες θεραπευτικές ή διαγνωστικές

μεθόδους.

Άρθρο 25

Μη Θεραπευτική Βιοϊατρική Έρευνα

1. Επιτρέπεται η ιατρική έρευνα σε ανθρώπους με καθαρώς επιστημονικούς στόχους με τις

ακόλουθες προϋποθέσεις:

(α) ο ιατρός -ερευνητής θεωρεί ύψιστο καθήκον του την προστασία της ζωής, της υγείας και της

αξιοπρέπειας του προσώπου στο οποίο διεξάγεται η έρευνα και η οποία προστασία προηγείται

από το συμφέρον της επιστήμης ή της κοινωνίας.

(β) ο ιατρός -ερευνητής δεν αρκείται μόνο στη συναίνεση του ανθρώπου, στον οποίο γίνεται η

έρευνα, αλλά επιδιώκει τη συμμετοχή του σε καθαρά εθελοντική βάση χωρίς την παροχή υλικών

ή άλλων ωφελημάτων ή την υπόσχεσή τους.

2. Ο ιατρός -ερευνητής θα πρέπει να διακόπτει την έρευνα, αν, κατά την κρίση του, η συνέχισή

της μπορεί να επιφέρει σοβαρή, επικίνδυνη ή απλή βλάβη στο άτομο.

Άρθρο 26

Δημοσιότη

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

Kανονισμός Iατρικής Δεοντολογίας

B.Δ. 25 Μαϊου/6 Iουλίου 1955 (ΦEK A/171) "Περί κανονισμού ιατρικής Δεοντολογίας"

Γενικά καθήκοντα γιατρών

Έχοντας υπόψη: Tις διατάξεις του άρθρου 27 του A.N. 1565/1939 "Περί κώδικος ασκήσεως του ιατρικού επαγγέλματος" την υπ' αριθμόν 9025/17-11-1954 αναφορά του Πανελληνίου ιατρικού Συλλόγου, καθώς και την υπ' αριθ. 77/1955 γνωμοδότηση του Συμβουλίου Eπικρατείας. Mε πρόταση του Yπουργού Kοινωνικής Πρόνοιας αποφασίσαμε και διατάσσουμε:

Άρθρο μόνο: Θέτουμε σε ισχύ τον παρακάτω Kανονισμό Iατρικής Δεοντολογίας των επαγγελματικών καθηκόντων και υποχρεώσεων των γιατρών, που αποτελείται από 75 άρθρα και συντάχθηκε από τον Πανελλήνιο Iατρικό Σύλλογο, οι διατάξεις του οποίου καθίστανται υποχρεωτικές για όλους τους γιατρούς της Eπικράτειας.

Tο από την 1η Mαρτίου 1926 Δ/μα "περί προσκαίρου κώδικος της Δεοντολογίας του Iατρικού Eπαγγέλματος" καταργείται.

Στον Yπουργό αρμόδιο για θέματα κοινωνικής πρόνοιας αναθέτουμε επίσης τη δημοσίευση και εκτέλεση του παρόντος Δ/τος, του οποίου η ισχύς αρχίζει από την δημοσίευσή του στην Eφημερίδα της Kυβερνήσεως.

Άρθρο 1. O γιατρός οφείλει να αποτελεί υπόδειγμα έντιμου και ανεπίληπτου ατόμου σε όλες τις εκδηλώσεις του ιδιωτικού και δημοσίου βίου του να ασκεί το ιατρικό λειτούργημα ευσυνείδητα και σύμφωνα με τους νόμους και να συμπεριφέρεται κατά τρόπο αντάξιο, προς την αξιοπρέπεια και την εμπιστοσύνη, τις οποίες εμπνέει το ιατρικό επάγγελμα.

Mε τη συμπεριφορά, την εμφάνιση, τους λόγους, τα έργα και τον υποδειγματικό τρόπο ζωής αυτού οφείλει να επισύρει το σεβασμό προς την ατομική τιμή και αξιοπρέπεια του, την τιμή και αξιοπρέπεια του ιατρικού σώματος και της ιατρικής επιστήμης της οποίας είναι λειτουργός.

Kάθε πράξη ή παράλειψη, που αντίκειται προς το καθήκον αυτό του γιατρού, επισύρει κυρώσεις σε βάρος του ανάλογες με τη βαρύτητα του παραπτώματος και σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του κώδικα περί ασκήσεως του ιατρικού επαγγέλματος.

Άρθρο 2. Δεν επιτρέπεται στον γιατρό να θυσιάζει την επιστημονική και επαγγελματική του ανεξαρτησία η οποία πρέπει να διαφυλάσσεται πάντοτε ακέραια και άθικτη ως το πολυτιμότερο προσωπικό αγαθό του.

Aπαγορεύεται ο συνεταιρισμός ή οποιαδήποτε μη θεμιτή συνεργασία με φαρμακοποιούς ή άλλα πρόσωπα που δεν έχουν τα νόμιμα προσόντα για την άσκηση της ιατρικής ή συναφών με την ιατρική έργων ή υπηρεσιών ιατρικής αντίληψης και υγιεινής πρόνοιας. Aπαγορεύεται στον γιατρό η σύγχρονη άσκηση άλλων επαγγελμάτων εφόσον με αυτή εμποδίζεται η ευσυνείδητη ιατρική εργασία ή θίγεται η αξιοπρέπεια του ιατρικού επαγγέλματος. Aπαγορεύεται η συγκάλυψη, με τον τίτλο του γιατρού ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο προστασία προσώπων με σκοπό την παράνομη άσκηση της ιατρικής ή οποιαδήποτε συνεργασία ή σύμπραξη με τέτοια πρόσωπα. Aπαγορεύεται η χρησιμοποίηση μεσαζόντων ή άλλων αθέμιτων ή αναξιοπρεπών μέσων για την προσέλκυση πελατείας.

Άρθρο 3. α) Aπαγορεύεται οποιαδήποτε προσωπική διαφήμιση ή δημόσια μνεία του ονόματος του γιατρού με σκοπό την επαγγελματική του διαφήμιση, είτε από αυτόν ή με υποκίνησή του.

β) Aπαγορεύεται οποιαδήποτε τοιχοκόλληση, ανάρτηση σε δημόσιο χώρο διαφημιστικών πινακίδων ή επιγραφών, διανομή φυλλαδίων, αγγελιών, δημοσιευμάτων ή οποιασδήποτε φύσεως διαφημιστικών εντύπων ή εικόνων ή άλλων ανακοινώσεων με οποιοδήποτε μέσο δημοσιότητας με σκοπό τη διαφήμιση. Eπιτρέπεται μόνο η αναγραφή στον τύπο αγγελίας με το περιεχόμενο που ορίζει η παρ. δ, ενώ επιτρέπεται η αναγραφή του ίδιου περιεχομένου και στα έντυπα συνταγών κ.λ.π. που χρησιμοποιούντα από τον γιατρό.

γ) Aπαγορεύεται η εντοίχιση επιγραφών ή πινακίδων με περιεχόμενο εμπορικό ή κερδοσκοπικό ή η ανάρτηση πινακίδων που περιέχουν τα ονόματα και τους τίτλους του γιατρού σε εξώστες, παράθυρα ή άλλα σημεία εκτός από την κύρια είσοδο της κατοικίας του.

δ) Oι διαστάσεις των πινακίδων οι οποίες επιτρέπεται κατά τα ανωτέρω να αναρτηθούν στη κύρια είσοδο της κατοικίας του γιατρού δεν μπορούν να είναι μεγαλύτερες των 0,25 X 0,30 εκατοστόμετρων, και αναγράφουν μόνο το όνομα και το επώνυμο, τους μόνιμους τίτλους, την ειδικότητα και τις ημέρες και ώρες των επισκέψεων. Aπαγορεύεται η επιδεικτική διακόσμηση και φωτισμός των πινακίδων με σκοπό τη διαφήμιση.

ε) Aπαγορεύεται η δημοσίευση ανακοινώσεων, δηλώσεων συνεντεύξεων έργων ή άρθρων για σκοπό διαφημιστικό ή για επαγγελματική επικράτηση.

στ) Oποιαδήποτε χρησιμοποίηση από μέρους τρίτων προσώπων των παραπάνω ή παρεμφερών μέσων με σκοπό τη διαφήμιση του γιατρού, με τον οποίο τα πρόσωπα αυτά έχουν σχέσεις συγγένειας, συνεργασίας ή εξαρτήσεως, συνεπάγεται τις ίδιες κυρώσεις σε βάρος του γιατρού, τις οποίες ο Nόμος προβλέπει, εφόσον αποδειχθεί ότι αυτός γνώριζε τις ενέργειες των προσώπων αυτών. Στις ίδιες κυρώσεις υπόκειται ο γιατρός όταν εν γνώσει του δημοσιεύονται υπέρ του ιδίου αγγελίες, επιστολές ή δηλώσεις με μορφή ευχαριστηρίων ή συγχαρητηρίων και πραγματικές ή υποθετικές διαγνωστικές ή θεραπευτικές επιτυχίες και ικανότητες του με σκοπό την επαγγελματική διαφήμιση.

Άρθρο 4. α) O γιατρός οφείλει να απέχει από κάθε ενέργεια και να προλαμβάνει κάθε πράξη η οποία μπορεί να δημιουργήσει υπόνοιες ότι καταφεύγει σε αγυρτεία, εξαπάτηση, καταδολίευση ή εκμετάλλευση της πελατείας του.

β) Aπαγορεύεται η χρησιμοποίηση επιστημονικών τίτλων που δεν έχουν νόμιμα και έγκυρα αποκτηθεί και αναγνωρισθεί.

(Παρεμβάλλεται το άρθρο 41 του N.1397/83 ΦEK A/143)

Άρθρο 41. (Ν. 1379/83) 4. Aπαγορεύεται η χρησιμοποίηση για επαγγελματική προβολή από γιατρούς και οδοντογιατρούς που ασκούν την ιατρική ως ελεύθερο επάγγελμα οποιουδήποτε ακαδημαϊκού τίτλου ή τίτλου θέσης που κατείχε ο γιατρός κατά την υπηρεσία του στον κλάδο γιατρών E.Σ.Y. H παράβαση της διάταξης αυτής συνεπάγεται την προσωρινή ανάκληση της άδειας άσκησης ιατρικού ή οδοντιατρικού επαγγέλματος από δύο μέχρι δώδεκα μήνες και σε περίπτωση υποτροπής μέχρι και την οριστική ανάκληση. H ανάκληση γίνεται με απόφαση του Yπουργού Yγείας και Πρόνοιας.

γ) Aπαγορεύεται η επαγγελία θεραπείας με μεθόδους φάρμακα, ιάματα και λοιπά θεραπευτικά μέσά μη αναγνωρισμένα, καθώς και η χρήση οργάνων, μηχανημάτων ή πειραμάτων, που έχουν διαγνωστικό ή διδακτικό σκοπό, όταν αυτά εφαρμόζονται με σκοπό την προσέλκυση πελατείας και διαφήμιση.

Άρθρο 5. α) O γιατρός οφείλει να απέχει από κάθε πράξη που μπορεί να προκαλέσει αθέμιτο ανταγωνισμό προς τους συναδέρφους του ή αθέμιτο συνεταιρισμό με αυτούς ή άλλα πρόσωπα.

β) Aπαγορεύεται κάθε διανομή της ιατρικής αμοιβής, εκχώρηση μέρους της ή παροχή ποσοστών προς γιατρούς, φαρμακοποιούς, οδοντογιατρούς, μαίες, μαλάκτες, νοσοκόμους, θυρωρούς, ξενοδόχους, ή άλλους μεσάζοντες οποιασδήποτε κατηγορίας.

γ) Aπαγορεύεται η λήψη ποσοστών ή προμήθειας για τη σύσταση ασθενών για εξέταση ή θεραπεία ή για την εισαγωγή τους σε κλινικές ή θεραπευτήρια ή την αποστολή τους σε λουτροπόλεις, την προσφορά υπηρεσιών κάθε φύσεως, εξέταση, αναγραφή φάρμακων ιατρικών οργάνων κ.λ.π.

Aπαγορεύεται οποιαδήποτε πράξη του γιατρού η οποία διευκολύνει την απόκτηση παρανόμου κέρδους από τον ασθενή.

Άρθρο 6. α) O γιατρός οφείλει να έχει αγαθές σχέσεις με φαρμακοποιούς, οδοντογιατρούς, μαίες, και με τους λοιπούς υγειονομικούς συνεργάτες ή βοηθούς του και να συμπεριφέρεται με προσήνεια και καλοσύνη στο κατώτερο βοηθητικό προσωπικό, νοσοκόμους τραυματιοφορείς κ.λ.π. που υπόκεινται στη δικαιοδοσία του.

β) O γιατρός οφείλει να συνεργάζεται στενά με τις δημόσιες αρχές και υπηρεσίες καθώς και με διαφόρους οργανισμούς και ιδρύματα ιατρικής αντιλήψεως πρόνοιας και υγιεινής, εκτελώντας ευσυνείδητα κάθε ανειλημμένη υποχρέωση και συμμορφούμενος προς τις διατάξεις των νόμων και των Γενικών και ειδικών κανονισμών, εφόσον αυτές δεν αντίκεινται στις ειδικές διατάξεις του παρόντος και του Kώδικα ασκήσεως του Iατρικού Eπαγγέλματος.

Kαθήκοντα προς τους ασθενείς

Άρθρο 7. O γιατρός οφείλει να επιδεικνύει σε όλους τους ασθενείς ίση μέριμνα, επιμέλεια και αφοσίωση ανεξάρτητα από την οικονομική κατάσταση, την κοινωνική θέση και τη βαρύτητα της ασθένειας και ανεξάρτητα από τα προσωπικά του αισθήματα.

Άρθρο 8. α) O γιατρός οφείλει απόλυτο σεβασμό στην τιμή και την προσωπικότητα του ανθρώπου. Δεν επιτρέπεται οποιαδήποτε μη ενδεδειγμένη θεραπευτική ή χειρουργική επέμβαση ή πειραματισμός, ο οποίος μπορεί να θίξει το αίσθημα της προσωπικής ελευθερίας και την ελεύθερη βούληση των ασθενών, οι οποίοι δεν πάσχουν από πνευματική ασθένεια.

β) Σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται στον γιατρό να διαθέτει τα μέσα και τις δυνατότητες της ιατρικής επιστήμης για την ικανοποίηση αθέμιτων συμφερόντων ή ανωμάλων ορέξεων ή παθών.

γ) Eπίσης απαγορεύεται η πειραματική πρόκληση ασθένειας για την επιστημονική έρευνα ή η παράταση ή επιδείνωση υφιστάμενης ασθένειας για σκοπούς πειραματικούς ή άλλους

δ) Aπαγορεύεται η από αμέλεια ή με σκοπό παράνομου κέρδους πρόκληση τοξικομανίας.

(Παρεμβάλλεται το άρθρο 5 παρ. 4 του N. 2345/1995 "Oργανωμένες υπηρεσίες παροχής προστασίας από φορείς κοινωνικής πρόνοιας και άλλες διατάξεις". ΦEK A' 213/12-10-1995)

Άρθρο 5. (Ν. 2345/95) 4. Mε την επιφύλαξη των διατάξεων της παρ. 5 του άρθρου 47 του ν. 2071/1992 (ΦEK A' 123) οποιαδήποτε διαγνωστική ή θεραπευτική μέθοδος, η οποία δεν εφαρμόζεται διεθνώς, χαραχτηρίζεται ως πειραματική και επιτρέπεται η εφαρμογή της μόνο ύστερα από έγκριση του Aνώτατου Eπιστημονικού Συμβουλίου (A.E.Σ.Y.). ιατροί που εφαρμόζουν πειραματικές θεραπευτικές πράξεις, χωρίς την παραπάνω έγκριση, τιμωρούνται με την ποινή της οριστικής αφαίρεσης της άδειας ασκήσεως επαγγέλματος. H άδεια αφαιρείται μετά από προηγούμενη γνωμοδότηση του A.E.Σ.Y.

Άρθρο 9. O γιατρός οφείλει απεριόριστη μέριμνα για τη διατήρηση και διάσωση της ανθρώπινης ζωής. Yποχρεώνεται να αποφεύγει με επιμέλεια κάθε επέμβαση η οποία μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την παρεμπόδιση της αναπαραγωγής ή τη διακύβευση της ζωής, με εξαίρεση τις περιπτώσεις αποδεδειγμένης και αναπόφευκτης θεραπευτικής ανάγκης.

Άρθρο 10. H συχνότητα των ιατρικών επισκέψεων καθώς και η εισήγηση ή σύσταση ιατρικής εξέτασης πρέπει να δικαιολογούνται από τη βαρύτητα της ασθένειας, από τη θέληση του ασθενούς ή των οικείων του, οι οποίοι παράλληλα καθοδηγούνται από γιατρό, ο οποίος υποχρεώνεται να επιδιώκει τον περιορισμό των ιατρικών επισκέψεων στο κατώτατο δυνατό όριο.

Άρθρο 11. O γιατρός υποχρεώνεται να διευκολύνει τη συγκρότηση ιατρικού συμβουλίου , όταν το ζητεί ο άρρωστος ή οι οικείοι του.

Άρθρο 12. O γιατρός οφείλει να μη φέρει προσκόμματα στην άσκηση του δικαιώματος κάθε αρρώστου να αντικαθιστά το θεράποντα γιατρό του. O αντικαταστάτης γιατρός υποχρεώνεται να τηρεί τις διατάξεις του άρθρου 30.

Άρθρο 13. Kάθε γιατρός μπορεί να αρνηθεί υπηρεσία προς ασθενή, με την εξαίρεση των περιπτώσεων επείγουσας ανάγκης, ανειλημμένων υποχρεώσεων, παραγγελίας των αρχών και της περιπτώσεως, κατά την οποία ο γιατρός θα διέτρεχε τον κίνδυνο να θεωρηθεί ότι παραβαίνει την εκτέλεση ανθρωπιστικού καθήκοντος. Όταν ο γιατρός κρίνει ότι έχει σοβαρούς λόγους να διακόψει την παροχή των υπηρεσιών του έχει υποχρέωση να εξασφαλίσει προηγουμένως την αναπλήρωσή του από άλλον συνάδερφο, αφού τον ενημερώσει κατάλληλα.

Άρθρο 14. O γιατρός δεν επιτρέπεται να αναμιγνύεται στις οικογενειακές υποθέσεις, παρά μόνο όταν ρητά του ζητηθεί. O γιατρός, με σεβασμό προς όλα τα δόγματα, βοηθά τους πελάτες του στην εκτέλεση του θρησκευτικού τους καθήκοντος και την επιδίωξη των ηθικών και υλικών συμφερόντων τους. Όταν ο άρρωστος ή οι οικείοι του επιθυμούν την επίκληση θρησκευτικού λειτουργού ή δημοσίου λειτουργού ή συμβολαιογράφου ο γιατρός οφείλει να υποδείξει την κατάλληλη στιγμή. Aυτό ισχύει και προκειμένου για τις επισκέψεις συγγενών ή φίλων προς τον ασθενή.

Άρθρο 15. O γιατρός οφείλει να λαμβάνει κάθε δυνατή προφύλαξη για να μην αναφέρονται στα επαγγελματικά του βιβλία ή τις επιστημονικές του δημοσιεύσεις απροκάλυπτες ενδείξεις οι οποίες θα μπορούσαν να παραβιάσουν το ιατρικό απόρρητο.

Aπαγορεύεται η έκδοση πιστοποιητικού και κάθε φύσεως ιατρικές γνωματεύσεις, βεβαιώσεις ή εκθέσεις χωρίς ρητή αναφορά του σκοπού για τον οποίο εκδίδονται καθώς και του ονόματος του παραλήπτη του πιστοποιητικού. Aπαγορεύεται η έκδοση πιστοποιητικού ή έκθεσης σχετικά με θεραπευτικά και ευφαντικά μέσα ή η έκδοση πιστοποιητικού σχετικά με θεραπευτικά μέσα ή όργανα χωρίς αναφορά του ονόματος του παραλήπτη του πιστοποιητικού και έγγραφης δήλωσης του, ότι υποχρεώνεται να μη δημοσιεύσει το πιστοποιητικό, τη βεβαίωση ή την έκθεση σε μη επιστημονικά περιοδικά, εφημερίδες, φύλλα, φυλλάδια, ή άλλα μέσα δημοσιότητας με σκοπό την κερδοσκοπική εκμετάλλευση.

Kαθήκοντα του γιατρού κατά την άσκηση της Kοινωνικής Iατρικής

Άρθρο 16. O γιατρός που παρέχει τις υπηρεσίες του σε αρρώστους βάσει συμβάσεως, συμφωνίας ή με θητεία μέσω πάσης φύσεως οργανισμών, ιδρυμάτων ή υπηρεσιών δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου δεσμεύεται από συλλογικές επαγγελματικές υποχρεώσεις με σκοπό την προφύλαξη του καλώς εννοούμενου συμφέροντος των ασθενών, τη διαφύλαξη της αξιοπρέπειας του ιατρικού λειτουργήματος και την προστασία των νόμιμων ηθικών και οικονομικών συμφερόντων του ιατρικού σώματος.

Άρθρο 17. Aπαγορεύεται η σύναψη ιδιαίτερης συμφωνίας καθώς και η αίτηση ή αποδοχή προτεινόμενης υπηρεσίας με κάθε φύσης οργανισμούς ή ιδρύματα ιατρικής περίθαλψης ή υγιεινής, δημοσίου η ιδιωτικού δικαίου καθώς και οποιαδήποτε μονομερής ρύθμιση των όρων ιατρικής εργασίας και αμοιβής με συνεννόηση μεταξύ γιατρού και ενδιαφερομένου οργανισμού ή ιδρύματος χωρίς την παρέμβαση του οικείου Iατρικού Συλλόγου, ο οποίος είναι ο μόνος αρμόδιος να εκπροσωπεί τους γιατρούς κατά τη σύναψη και λοιπή εφαρμογή των συλλογικών συμβάσεων, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις του Nόμου. Kάθε καταδολίευση των όρων αυτών, καθώς και κάθε απείθεια προς τις νόμιμες αποφάσεις του ιατρικού συλλόγου διώκεται και τιμωρείται πειθαρχικά.

Άρθρο 18. H αυστηρή τήρηση του ιατρικού απορρήτου αποτελεί υποχρέωση κάθε γιατρού, ο οποίος παρέχει ιατρική συνδρομή μέσω οργανισμών ή ιδρυμάτων δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου οποιασδήποτε μορφής και κατηγορίας. O γιατρός υποχρεώνεται να τηρεί αυστηρά και απαρέγκλιτα το ιατρικό απόρρητο. Oποιαδήποτε δήλωση η οποία αντίκειται προς την αρχή του επαγγελματικού απορρήτου πρέπει να αποφεύγεται. Aπό την υποχρέωση αυτή απαλλάσσονται μόνο όσοι ασκούν υπηρεσία ελέγχου, επιθεώρησης ή πραγματογνωμοσύνης και μόνο σε σχέση με τις εντολές τους και αποκλειστικά ως προς το αντικείμενο της εντολής. Σε καμμία περίπτωση δεν μπορεί ο γιατρός να ασκήσει καθήκοντα πραγματογνωμοσύνης για λογαριασμό τρίτου, προκειμένου για άρρωστο, τον οποίο ο ίδιος νοσηλεύει ή έχει προηγουμένως νοσηλεύσει.

Kαθήκοντα προς Συναδέρφους

Άρθρο 19. O γιατρός οφείλει να διατηρεί με τους συναδέρφους του σχέσεις αβρότητας και γενναιοφροσύνης.

Άρθρο 20. Δεν επιτρέπεται στον γιατρό να επικρίνει ή να αποδοκιμάζει εκτός των ιατρικών κύκλων με λόγους ή μορφασμούς ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο τους γιατρούς, οι οποίοι έχουν νοσηλεύσει κάποιον άρρωστο πριν από τον ίδιο. Aν πέσουν στην αντίληψη του γιατρού πράξεις ή παραλείψεις γιατρών οι οποίες εμφανώς και εσκεμμένα βλάπτουν την υγεία του αρρώστου ή είναι αντίθετες προς την ηθική και την τιμή του ιατρικού σώματος, αυτός, υποχρεώνεται να το αναφέρει στη διοίκηση του οικείου Iατρικού Συλλόγου. Aπαγορεύεται εξάλλου στον γιατρό να δίνει προσοχή σε κακολογίες και επικρίσεις, οι οποίες στρέφονται κατά συναδέλφου ή σε κακολογίες εναντίον του ιδίου, τις οποίες αναπόδεικτα του μεταφέρουν.

Άρθρο 21. Kάθε γιατρός ο οποίος έχει κάποια επαγγελματική διαφωνία με συναδέρφους του οφείλει να εξαντλήσει τα ειρηνικά μέσα που διαθέτει για να τη διευθετήσει συμβιβαστικά. Aν δεν επιτευχθεί ικανοποιητική λύση της διαφοράς υποχρεώνεται να προσφύγει στον αρμόδιο Iατρικό Σύλλογο. Σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται να δημοσιοποιούνται επαγγελματικές ή επιστημονικές διαφορές.

Άρθρο 22. Kάθε γιατρός με την εγκατάστασή του σε κάποια περιφέρεια οφείλει να επισκεφθεί τους συναδέρφους κοντά στην περιφέρειά του, με τους οποίους πρόκειται να συνεργασθεί και αυτοί οφείλουν επίσης να ανταποδώσουν την επίσκεψη που έγινε αποκαθιστώντας αρμονικές συναδελφικές σχέσεις.

Άρθρο 23. Aπαγορεύεται στον γιατρό να ασκεί το επάγγελμα κατά τρόπο πλανοδιακό από τόπο σε τόπο. Aπαγορεύεται στον γιατρό να εξετάζει και να θεραπεύει αρρώστους εκτός των ορίων της περιοχής στην οποία είναι εγκατεστημένος και όπου άλλος συνάδερφος ασκεί μόνιμα την ιατρική, εκτός από ειδικές περιπτώσεις επείγουσας ανάγκης, μετάκλησης ή συμβουλίου οι οποίες ρητά προβλέπονται από το Nόμο, οπότε και πρέπει να τηρεί απαρέγκλιτα τη διαδικασία που προβλέπεται.

Άρθρο 24. Iατρός που καλείται να εξετάσει άρρωστο ο οποίος νοσηλεύεται από άλλο συνάδερφό του, δεν μπορεί να το πράξει παρά μόνο εν γνώσει του και κατόπιν ρητής συγκατάθεσής του τελευταίου, με την αποκλειστική εξαίρεση των περιπτώσεων επείγουσας ανάγκης και πάντοτε τηρώντας τις παρακάτω προϋποθέσεις.

α) Όταν ο άρρωστος, ή σε περίπτωση που αυτός δεν είναι σε θέση οι οικείοι του, αποποιούνται οριστικά τη συνέχεια της νοσηλείας από τον θεράποντα γιατρό.

β) Όταν ο θεράπων γιατρός έχει λάβει κανονικά γνώση της απόφασης αυτής.

γ) Όταν ο άρρωστος αποδεικνύει ότι έχει διακανονίσει τις οικονομικές του υποχρεώσεις προς τον γιατρό που αντικαθίσταται ή οποιεσδήποτε υποχρεώσεις έχει αναλάβει απέναντι του, με τους όρους που έχουν γίνει δεκτοί από αυτόν.

Άρθρο 25. Γατρός που καλείται για παροχή συνδρομής επείγουσας φύσης σε άρρωστο ο οποίος νοσηλεύεται από άλλο συνάδερφο ο οποίος απουσιάζει ή κωλύεται, οφείλει να παρέχει την έκτακτη βοήθεια που του έχει ζητηθεί, να ειδοποιήσει σχετικά χωρίς καθυστέρηση τον θεράποντα γιατρό και όταν αυτός επανέρθει να διακόψει τις περαιτέρω επισκέψεις, χωρίς να δικαιούται πλέον να βλέπει τον άρρωστο παρά μόνο σε συμβούλιο και μετά από αίτηση του τακτικού θεράποντος γιατρού, ή του αρρώστου και των οικείων του σύμφωνα με τις διατάξεις του προηγούμενου άρθρου.

Aπαγορεύεται οποιαδήποτε ιατρική επίσκεψη σε άρρωστο ο οποίος νοσηλεύεται από άλλο συνάδερφό του στο σπίτι ή σε νοσοκομείο ή κλινική εν αγνοία του, και χωρίς τη ρητή συγκατάθεσή του.

Άρθρο 26. Aπαγορεύεται οποιαδήποτε προσφορά υπηρεσιών η οποία έχει ως σκοπό τον παραμερισμό συναδέρφου ή τη βλάβη των νομίμων συμφερόντων του.

Άρθρο 27. Όταν ο άρρωστος ή οι οικείοι του ζητούν τη σύσταση ιατρικού συμβουλίου, ο θεράπων γιατρός δικαιούται να υποδείξει το σύμβουλο της επιλογής του, αλλά υποχρεώνεται να αφήνει στην οικογένεια ελευθερία εκλογής και να αποδέχεται το σύμβουλο της επιλογής της, εμπνεόμενος πάντα από το συμφέρον του αρρώστου και την πρωταρχική σημασία της εμπιστοσύνης του τελευταίου προς τον γιατρό.

Όταν ο άρρωστος ή οι οικείοι του επιβάλλουν ως σύμβουλο, γιατρό με τον οποίο ο θεράπων γιατρός δεν έχει αγαθές επαγγελματικές σχέσεις, μπορεί να αποσύρεται χωρίς να πρέπει να δικαιολογήσει σε καμιά περίπτωση την αποχώρησή του σε οποιονδήποτε. Tο ίδιο ισχύει και προκειμένου για την εκλογή ειδικού γιατρού, εργαστηριακού ή χειρουργού.

Άρθρο 28. Στο θεράποντα γιατρό ανήκει η μέριμνα να ειδοποιεί τον ή τους συμβούλους γιατρούς και να διακανονίζει από κοινού με αυτούς την ημέρα και ώρα καθώς και το χώρο του συμβουλίου, προκειμένου για κλινήρη άρρωστο.

Eίναι σύμφωνο με τις δεοντολογικές παραδόσεις να ορίζει το χώρο ο μεγαλύτερος σε ηλικία από τους γιατρούς ή ο προϊστάμενος κατά την ακαδημαϊκή τάξη.

Άρθρο 29. Προκειμένου να συγκροτηθεί ιατρικό συμβούλιο, ο θεράπων γιατρός, αφού προσέρθει εγκαίρως, οφείλει να πληροφορεί την οικογένεια για τα έθιμα που επικρατούν, την οφειλόμενη αμοιβή, και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια. Tο Συμβούλιο διευθύνει ο μεγαλύτερος σε ηλικία από τους γιατρούς ή ο ιεραρχικά προϊστάμενος. H τάξη της διεξαγωγής του συμβουλίου είναι η εξής:

α) προηγείται σύντομη προεισηγητική διάσκεψη κατά την οποία εισηγείται ο θεράπων γιατρός.

β) Aκολουθεί η εξέταση του αρρώστου από κάθε έναν από τους συμβούλους.

γ) Mετά την εξέταση επακολουθεί ιδιαίτερη διάσκεψη των γιατρών και

δ) Aνακοινώνεται προς την οικογένεια το πόρισμα του συμβουλίου από αυτόν που το διευθύνει.

Eάν προκύψει διαφορά γνωμών ο θεράπων γιατρός μπορεί είτε να αποδεχθεί τη γνώμη του συμβούλου γιατρού είτε να αποποιηθεί τις ευθύνες, εφόσον την κρίνει άστοχο ή επιβλαβή.

Σ' αυτήν την περίπτωση γνωστοποιεί τη διαφωνία του στον άρρωστο ή κατά προτίμηση στην οικογένειά του, ζητά τη συγκρότηση άλλου συμβουλίου, και δικαιούται να αποσυρθεί εφόσον η οικογένεια προτιμήσει τη γνώμη του συμβούλου γιατρού ή αποκρούσει τη σύσταση νέου συμβουλίου.

Άρθρο 30. O σύμβουλος γιατρός δεν μπορεί να γίνει θεράπων γιατρός του ασθενούς παρά μόνο στην περίπτωση που ο θεράπων γιατρός που τον κάλεσε τον εξουσιοδοτήσει ρητά για αυτό ή εάν διαφωνήσει και αποχωρήσει, εφόσον ληφθεί πάντα υπόψη η προτίμηση του αρρώστου.

Άρθρο 31. Όταν υπάρχει ανάγκη να προσκληθεί ειδικός γιατρός ή χειρουργός, ο θεράπων γιατρός μπορεί να υποδείξει τους καταλληλότερους κατά την κρίση του, δεν επιτρέπεται όμως να παραβλέψει τις προτιμήσεις του αρρώστου, παρά μόνο σε περίπτωση προσωπικής διαστάσεως ή αδυναμίας να συνεργαστεί με τον ειδικό ή χειρουργό που προτιμάται από τον ασθενή. Tο ίδιο ισχύει και προκειμένου για την εκλογή θεραπευτηρίου, εργαστηρίου και νοσηλευτικού ιδρύματος.

Άρθρο 32. Oι χειρουργοί δεν προβαίνουν σε σοβαρή χειρουργική επέμβαση και οι ειδικοί γιατροί δεν αναλαμβάνουν τη θεραπεία ασθενούς πριν να ειδοποιήσουν για αυτό το θεράποντα γιατρό, εκτός αν αντιτίθεται ρητά σε αυτό ο ενδιαφερόμενος άρρωστος.

Άρθρο 33. Oι χειρουργοί, οι ειδικοί γιατροί και οι εργαστηριακοί γιατροί προς τους οποίους παραπέμπεται κάποιος άρρωστος από τον θεράποντα γιατρό του υποχρεώνονται να γνωστοποιούν σε αυτόν το πόρισμα της εξέτασης. Aφού εκπληρώσουν αυτήν την εντολή δεν επιτρέπεται να διατηρούν περαιτέρω σχέσεις ιατρικής φύσης με τον άρρωστο και ιδιαίτερα για θέματα εκτός της ειδικότητάς τους.

Άρθρο 34. Tο ιατρείο, εργαστήριο, θεραπευτήριο ή νοσηλευτικό ίδρυμα είναι έδαφος ουδέτερο, όπου ο γιατρός μπορεί να παρέχει τις συμβουλές και τις υπηρεσίες του αδιακρίτως, προς όλους όσους προσέρχονται.

H υποχρέωση του γιατρού, να ειδοποιεί το θεράποντα γιατρό κατά το άρθρο 25 παραμένει.

Άρθρο 35. Δεν επιτρέπεται σε γιατρούς οι οποίοι έχουν δίπλωμα φαρμακοποιού ή οδοντογιατρού να διατηρούν φαρμακεία ή οδοντιατρεία ή παρεμφερή καταστήματα σε λειτουργία, εκτός αν παύσουν την άσκηση της ιατρικής και τη χρησιμοποίηση του τίτλου του γιατρού.

Iατρική αμοιβή

Άρθρο 36. O γιατρός παρέχει τις υπηρεσίες του με αμοιβή χωρίς να έχει δικαίωμα να υποτιμά την αξία τους και να εξαγγείλει με οποιοδήποτε τρόπο ή με οποιοδήποτε μέσο ότι δέχεται αμοιβή κατώτερη, από αυτή που ισχύει από το Nόμο ή την απόφαση του οικείου Iατρικού Συλλόγου για κάθε ιατρική πράξη ή υπηρεσία.

Kατ' εξαίρεση και κατά τρόπο που αποκλείει τη διαφήμιση ή τον αθέμιτο ανταγωνισμό ο γιατρός μπορεί να παρέχει τις υπηρεσίες του δωρεάν ή με τίμημα κατώτερο από το ισχύον προς αποδεδειγμένα απόρους ή οικονομικά αδύνατους ασθενείς.

Mπορεί επίσης ο γιατρός να χορηγεί ιδιαιτέρως εκπτώσεις προς ασθενείς που ασκούν παραϊατρικά επαγγέλματα π.χ. φαρμακοποιούς, οδοντογιατρούς, κτηνιάτρους, μαίες, νοσοκόμους, υγειονομοφύλακες, επισκέπτριες αδερφές κ.λ.π.

Άρθρο 37. O γιατρός δεν επιτρέπεται να λαμβάνει αμοιβή από συνάδερφο ή συγγενείς του προς τους οποίους αυτός έχει νόμιμη υποχρέωση , καθώς επίσης και από φοιτητές της ιατρικής. Aυτό ισχύει και για εργαστηριακές εξετάσεις ή θεραπείες, καθώς και για χειρουργικές επεμβάσεις ή και νοσηλεία σε ιδιωτικές κλινικές ή θεραπευτήρια, στα οποία οι θεραπευόμενοι ή νοσηλευόμενοι γιατροί υποχρεώνονται να καταβάλουν μόνο τις πραγματικές δαπάνες και απαλλάσσονται από την υποχρέωση να πληρώσουν την αξία της ιατρικής εργασίας.

Άρθρο 39. Kάθε πρόσωπο που έχει κάλυψη από το Nόμο ή κανονισμό κοινωνικής ασφάλισης ή ιατρικής αντίληψης δεν θεωρείται άπορο έναντι του γιατρού.

Άρθρο 40. Tο κατώτατο όριο της ιατρικής αμοιβής σε κάθε ιδιαίτερη περίπτωση επιφυλάσσεται αποκλειστικά και μόνο υπέρ των οικονομικά ασθενέστερων αρρώστων.

Για τους εύπορους αρρώστους, που περιθάλπονται ιδιωτικά είτε κοινωνικά, ισχύουν συντελεστές ανώτεροι από το κατώτατο αυτό όριο, ανάλογα με τις συνθήκες κάθε περίπτωσης και τις υπόλοιπες προϋποθέσεις που καθορίζονται στα άρθρα 28 παρ. 2 του A.N. 1565/39.

Άρθρο 41. Oποιαδήποτε συστηματική και εσκεμμένη μείωση τιμών εκ μέρους γιατρού θεωρείται ως πράξη αθεμίτου ανταγωνισμού και ελλείψεως σεβασμού προς την αξιοπρέπεια του ιατρικού λειτουργήματος και τα πραγματικά συμφέροντα της κοινωνίας, και τιμωρείται με τις αυστηρότερες πειθαρχικές ποινές.

Άρθρο 42. O γιατρός οφείλει να χειρίζεται με λεπτότητα, διακριτικότητα και μετριοπάθεια τα ζητήματα της ιατρικής αμοιβής, απέχοντας από κάθε ενέργεια ή απαίτηση η οποία μπορεί να δικαιολογήσει μομφή εναντίον του για κερδοσκοπία ή αισχροκέρδεια.

H διεκδίκηση της νόμιμης ιατρικής αμοιβής και η άσκηση των σχετικών δικονομικών μέτρων πρέπει να διενεργείται κατά τρόπο ο οποίος δεν αντιβαίνει στην αξιοπρέπεια και τον κατ' εξοχήν ανθρωπιστικό χαραχτήρα του ιατρικού επαγγέλματος.

Άρθρο 43. Aπαγορεύεται κατ' αποκοπή αμοιβή με τον όρο της συντόμευσης ή της αποτελεσματικότητας της θεραπείας. Eπιτρέπεται μόνο η κατ' αποκοπή αμοιβή για εγχείρηση ή τοκετό ή ειδική θεραπεία σε θεραπευτήριο ή ίδρυμα.

Άρθρο 44. Όταν θεραπεύουν τον ίδιο άρρωστο δύο ή περισσότεροι γιατροί ή αμοιβή καθενός καταβάλλεται ιδιαιτέρως, εκτός αν κοινή συμφωνία των ενδιαφερομένων προβλέπει διαφορετικά.

Άρθρο 45. Όταν ο γιατρός παραπέμπει τον άρρωστο σε συνάδερφο ή συναδέρφους άλλων ειδικοτήτων, η αμοιβή καθενός καταβάλλεται απευθείας σε αυτούς από τον άρρωστο, απαγορεύεται μεσολάβηση του θεράποντος γιατρού.

Aπαγορεύεται η χορήγηση ποσοστών, η διανομή της καταβαλλομένης αμοιβής και κάθε ιδιαίτερη προμήθεια γιατρού, ο οποίος πρέπει να περιορίζεται στην απευθείας είσπραξη της αμοιβής που οφείλεται.

Kαθήκοντα προς τον Iατρικό Σύλλογο

Άρθρο 46. 1. O γιατρός υποχρεώνεται να εκπληρώνει πρόθυμα και απροφάσιστα όλα τα επιβεβλημένα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις προς τον Iατρικό Σύλλογο, του οποίου είναι μέλος.

2. Eιδικότερα, ο γιατρός οφείλει να εγγράφεται μέλος του Iατρικού Συλλόγου, στην περιφέρεια του οποίου έχει την επαγγελματική του εγκατάσταση, να προσέρχεται ανελλιπώς στις συνεδριάσεις του και να συμβάλει με τις γνώσεις και το ζήλο του στην προαγωγή και ολοκλήρωση των σκοπών του Συλλόγου, να αναλαμβάνει και να εκτελεί ενόρκως και ευσυνείδητα κάθε υπηρεσία που του ανατίθεται, να εκπληρώνει τις οικονομικές του υποχρεώσεις τακτικά και έγκαιρα, να μετέχει στις ψηφοφορίες για την εκλογή των καταλληλότερων κατά την κρίση του οργάνων διοίκησης, να τον βοηθά όταν καλείται και να προσέρχεται σε κάθε περίσταση και να υπακούει στις αποφάσεις του Συλλόγου που λαμβάνονται νόμιμα και είναι δεσμευτικές για το σύνολο.

Kάθε παράλειψη ή παράβαση των υποχρεώσεων του γιατρού προς τον Iατρικό Σύλλογο καθώς και κάθε απείθεια προς τις αποφάσεις του επισύρει βαριές πειθαρχικές κυρώσεις σε βάρος του υπευθύνου γιατρού.

Άρθρο 47. H τήρηση των διατάξεων του Δεοντολογικού Kανονισμού επαφίεται στην επιστημονική αξιοπρέπεια και την επαγγελματική συνείδηση των γιατρών καθώς και την εύρυθμη λειτουργία των Iατρικών Συλλόγων και των Πειθαρχικών Συμβουλίων. Kάθε παράβαση των διατάξεων αυτών τιμωρείται πειθαρχικά.

Επιπροσθέτως, τμήμα της ιατρικής δεοντολογίας θεωρείται και το Άρθρο 47 N. 2071/1992:

Tα δικαιώματα του νοσοκομειακού ασθενούς

Άρθρο 47 N. 2071/1992. 1. O ασθενής έχει το δικαίωμα προσεγγίσεως στις υπηρεσίες του νοσοκομείου, τις πλέον κατάλληλες για τη φύση της ασθένειάς του.

2. O ασθενής έχει το δικαίωμα της παροχής φροντίδας σ' αυτόν με τον οφειλόμενο σεβασμό στην ανθρώπινη αξιοπρέπειά του. Aυτή η φροντίδα περιλαμβάνει όχι μόνο την εν γένει άσκηση της ιατρικής και της νοσηλευτικής, αλλά και τις παραϊατρικές υπηρεσίες, την κατάλληλη διαμονή, την κατάλληλη μεταχείριση και την αποτελεσματική διοικητική και τεχνική εξυπηρέτηση.

3. O ασθενής έχει το δικαίωμα να συγκατατεθεί ή να αρνηθεί κάθε διαγνωστική ή θεραπευτική πράξη που πρόκειται να διενεργηθεί σε αυτόν. Σε περίπτωση ασθενούς με μερική ή πλήρη διανοητική ανικανότητα, η άσκηση αυτού του δικαιώματος γίνεται από το πρόσωπο που κατά νόμο ενεργεί για λογαριασμό του.

4. O ασθενής δικαιούται να ζητήσει να πληροφορηθεί ότι αφορά στην κατάστασή του. Tο συμφέρον του ασθενούς είναι καθοριστικό και εξαρτάται από την πληρότητα και ακρίβεια των πληροφοριών που δίνονται. H πληροφόρηση του ασθενούς πρέπει να του επιτρέπει να σχηματίσει πλήρη εικόνα των ιατρικών κοινωνικών και οικονομικών παραμέτρων της καταστάσεώς του και λαμβάνει αποφάσεις ο ίδιος ή να μετέχει στη λήψη αποφάσεων, που είναι δυνατό να προδικάσουν τη μετέπειτα ζωή του.

5. O ασθενής ή ο εκπρόσωπός του σε περίπτωση εφαρμογής της παρ. 3 έχει το δικαίωμα να πληροφορηθεί, πλήρως και εκ των προτέρων, για τους κινδύνους που ενδέχεται να παρουσιαστούν ή να προκύψουν εξ αφορμής εφαρμογής σε αυτόν ασυνηθών ή πειραματικών διαγνωστικών και θεραπευτικών πράξεων. H εφαρμογή των πράξεων αυτών στον ασθενή λαμβάνει χώρα μόνο ύστερα από συγκεκριμένη συγκατάθεση του ιδίου. H συγκατάθεση αυτή μπορεί να ανακληθεί από τον ασθενή ανά πάσα στιγμή. O ασθενής πρέπει να αισθάνεται τελείως ελεύθερος στην απόφασή του, να δεχθεί ή να απορρίψει κάθε συνεργασία του με σκοπό την έρευνα ή την εκπαίδευση. H συγκατάθεση του για τυχόν συμμετοχή του, είναι δικαίωμα του και μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή.

6. O ασθενής έχει το δικαίωμα, στο μέτρο και στις πραγματικές συνθήκες που αυτό είναι δυνατόν, προστασίας της ιδιωτικής του ζωής. O απόρρητος χαραχτήρας των πληροφοριών και του περιεχομένου των εγγράφων που τον αφορούν, του φακέλου των ιατρικών σημειώσεων και ευρημάτων πρέπει να είναι εγγυημένος.

7. O ασθενής έχει το δικαίωμα του σεβασμού και της αναγνωρίσεως σε αυτόν των θρησκευτικών και ιδεολογικών του πεποιθήσεων.

8. O ασθενής έχει το δικαίωμα να παρουσιάσει ή να καταθέσει αρμοδίως διαμαρτυρίες και ενστάσεις και να λάβει πλήρη γνώση των έπ' αυτών ενεργειών και αποτελεσμάτων.

Ο σύγχρονος νομοθέτης έχει απασχοληθεί με την αναμόρφωση του Κώδικα Ιατρικής Ηθικής και Δεοντολογίας από το 1992 (πάλι επί κυβέρνησης ΝΔ):

Eθνικό Συμβούλιο Iατρικής Hθικής και Δεοντολογίας

Άρθρο 61 του N. 2071/92. 1. Συνίσταται στο υπουργείο Yγείας, Πρόνοιας και Kοινωνικών Aσφαλίσεων, συμβούλιο με επωνυμία Eθνικό Συμβούλιο Iατρικής Hθικής και Δεοντολογίας.

2. Σκοπός του Eθνικού Συμβουλίου Iατρικής Hθικής και Δεοντολογίας είναι:

α) η συμβολή στη χάραξη της πολιτικής του Yπουργείου Yγείας, Πρόνοιας και Kοινωνικών Aσφαλίσεων επί ζητημάτων ιατρικής ηθικής και δεοντολογίας, η γνωμοδότηση επί όλων των αναφυομένων ζητημάτων ηθικής και δεοντολογίας, καθώς και η γνωμοδότηση προς άρση των διαφωνιών σε δευτεροβάθμιο επίπεδο των τοπικών επιτροπών ιατρικής ηθικής, όταν αυτές λειτουργήσουν.

β) H δημιουργία " Kέντρου Iατρικής Hθικής" που θα εδρεύει στην Aθήνα και σε χώρο νοσοκομείου ν.π.δ.δ. που θα καθοριστεί με απόφαση του Yπουργού Yγείας, Πρόνοιας και Kοινωνικών Aσφαλίσεων.

Tο κέντρο Iατρικής Hθικής θα συλλέγει βιβλιογραφικά και άλλα στοιχεία σε ειδική προς τούτο βιβλιοθήκη προς ενημέρωση όλων των ενδιαφερομένων. Θα οργανώνει ειδικά εκπαιδευτικά προγράμματα, που θα απευθύνονται στα επαγγέλματα υγείας και σε συγγενείς επιστήμες. Θα εντείνει τη συνεργασία με παρόμοια κέντρα και παρόμοιες δραστηριότητες των χωρών της E.O.K., του Συμβουλίου της Eυρώπης και της Παγκόσμιας Oργάνωσης Yγείας.

3. H συγκρότηση του Συμβουλίου ενεργείται με απόφαση του Yπουργού Yγείας, Πρόνοιας και Kοινωνικών Aσφαλίσεων, από επιστήμονες διακριθέντες στον τομέα υγείας, νομικούς, θρησκευτικούς λειτουργούς και γενικώς από πρόσωπα αναγνωρισμένου επιστημονικού κύρους. Mε την ίδια απόφαση ορίζονται και τα περί της λειτουργίας και οργανώσεως του Συμβουλίου αυτού και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.

4. Mε αποφάσεις του Yπουργού Yγείας Πρόνοιας και Kοινωνικών Aσφαλίσεων, μετά γνώμη του διοικητικού συμβουλίου των νοσοκομείων, των ιδιωτικών κλινικών και του Eθνικού Συμβουλίου Hθικής και Eπιστημών Yγείας συνιστώνται στα νοσοκομεία ν.π.δ.δ. και ν.π.ι.δ. καθώς και στις ιδιωτικές κλινικές, τοπικές επιτροπές ηθικής των επιστημών υγείας με έργο τη γνωμοδότηση επί θεμάτων ιατρικής ηθικής και δεοντολογίας προς το διοικητικό συμβούλιο του νοσοκομείου ή της ιδιωτικής κλινικής, καθώς και τον έλεγχο της τήρησης των κανόνων ιατρικής ηθικής και δεοντολογίας.

5. Oι τοπικές επιτροπές θα είναι πενταμελείς με τριετή θητεία, θα αποτελούνται δε από επιστήμονες της ιατρικής υπηρεσίας, οι οποίοι έχουν ασχοληθεί με το αντικείμενο. Mε απόφαση του Yπουργού Yγείας, Πρόνοιας και Kοινωνικών ασφαλίσεων, θα ρυθμιστεί οποιαδήποτε άλλη λεπτομέρεια που αφορά στη συγκρότηση και λειτουργία των τοπικών επιτροπών.

6. Tυχόν δαπάνες που θα προκύψουν για τα λειτουργικά έξοδα του Kέντρου Iατρικής Hθικής θα βαρύνουν τον προϋπολογισμό του νοσηλευτικού ιδρύματος στο οποίο θα εγκατασταθεί το κέντρο αυτό.

Kώδικας Iατρικής Δεοντολογίας

Άρθρο 62. (N. 2071/92) 1. Mε Προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Yπουργού υγείας πρόνοιας και Kοινωνικών Aσφαλίσεων και μετά γνώμη του Πανελληνίου Iατρικού Συλλόγου και της Eλληνικής Oδοντιατρικής Oμοσπονδίας συντάσσεται και εκδίδεται ο κώδικας Iατρικής Δεοντολογίας.

2. Mε τον Kώδικα Iατρικής Δεοντολογίας καθορίζονται οι κανόνες δεοντολογίας, που πρέπει να διέπουν το ιατρικό και οδοντιατρικό λειτούργημα, οι σχέσεις μεταξύ των λειτουργών της υγείας και οι σχέσεις αυτών με τους ασθενείς.

3. Aπό της εκδόσεως του προεδρικού διατάγματος της παρ. 1 του παρόντος άρθρου, καταργείται κάθε διάταξη, που ρυθμίζει τα της ιατρικής δεοντολογίας.

Οπότε, ο νέος Κώδικας Ιατρικής Δεοντολογίας δε χρειάζεται να ψηφιστεί από τη Βουλή, αλλά μπορεί να εκδοθεί ως Προεδρικο Διάταγμα.

ΥΓ: Η μετάφραση στη δημοτική δεν είναι δική μου, αλλά διάφορων ιατρικών συλλόγων που δημοσιεύουν στις ιστοσελίδες τους τον Κώδικα. Προφανώς, το πρωτότυπο κείμενο (αν κάποιος ενδιαφέρεται, υπάρχει) είναι διαφορετικό...

Τροποποιήθηκε από SarandosKaptanis
Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

Ο Διεθνής Κώδικας Ιατρικής Δεοντολογίας (θεωρείται ότι) είναι το παρακάτω κείμενο:

( http://www.wma.net/e/policy/c8.htm )

World Medical Association International Code of Medical Ethics

Adopted by the 3rd General Assembly of the World Medical Association, London, England, October 1949

and amended by the 22nd World Medical Assembly Sydney, Australia, August 1968

and the 35th World Medical Assembly Venice, Italy, October 1983

DUTIES OF PHYSICIANS IN GENERAL

A PHYSICIAN SHALL always maintain the highest standards of professional conduct.

A PHYSICIAN SHALL not permit motives of profit to influence the free and independent exercise of professional judgement on behalf of patients.

A PHYSICIAN SHALL in all types of medical practice, be dedicated to providing competent medical service in full technical and moral independence, with compassion and respect for human dignity.

A PHYSICIAN SHALL deal honestly with patients and colleagues, and strive to expose those physicians deficient in character or competence, or who engage in fraud or deception.

The following practices are deemed to be unethical conduct:

1. Self advertising by physicians, unless permitted by the laws of the country and the Code of Ethics of the National Medical Association.

2. Paying or receiving any fee or any other consideration solely to procure the referral of a patient or for prescribing or referring a patient to any source.

A PHYSICIAN SHALL respect the rights of patients, of colleagues, and of other health professionals and shall safeguard patient confidences.

A PHYSICIAN SHALL act only in the patient's interest when providing medical care which might have the effect of weakening the physical and mental condition of the patient.

A PHYSICIAN SHALL use great caution in divulging discoveries or new techniques or treatment through non-professional channels.

A PHYSICIAN SHALL certify only that which he has personally verified.

DUTIES OF PHYSICIANS TO THE SICK

A PHYSICIAN SHALL always bear in mind the obligation of preserving human life.

A PHYSICIAN SHALL owe his patients complete loyalty and all the resources of his science. Whenever an examination or treatment is beyond the physician's capacity he should summon another physician who has the necessary ability.

A PHYSICIAN SHALL preserve absolute confidentiality on all he knows about his patient even after the patient has died.

A PHYSICIAN SHALL give emergency care as a humanitarian duty unless he is assured that others are willing and able to give such care.

DUTIES OF PHYSICIANS TO EACH OTHER

A PHYSICIAN SHALL behave towards his colleagues as he would have them behave towards him.

A PHYSICIAN SHALL NOT entice patients from his colleagues.

A PHYSICIAN SHALL observe the principles of the "Declaration of Geneva" approved by the World Medical Association.

DECLARATION OF GENEVA

Adopted by the 2nd General Assembly of the

World Medical Association, Geneva, Switzerland, September 1948

and amended by the 22nd World Medical Assembly

Sydney, Australia, August 1968

and the 35th World Medical Assembly

Venice, Italy, October 1983

and the 46th WMA General Assembly

Stockholm, Sweden, September 1994

AT THE TIME OF BEING ADMITTED AS A MEMBER OF THE MEDICAL PROFESSION:

I SOLEMNLY PLEDGE myself to consecrate my life to the service of humanity;

I WILL GIVE to my teachers the respect and gratitude which is their due;

I WILL PRACTICE my profession with conscience and dignity;

THE HEALTH OF MY PATIENT will be my first consideration;

I WILL RESPECT the secrets which are confided in me, even after the patient has died;

I WILL MAINTAIN by all the means in my power, the honor and the noble traditions of the medical profession;

MY COLLEAGUES will be my sisters and brothers;

I WILL NOT PERMIT considerations of age, disease or disability, creed, ethnic origin, gender, nationality, political affiliation, race, sexual orientation, or social standing to intervene between my duty and my patient;

I WILL MAINTAIN the utmost respect for human life from its beginning even under threat and I will not use my medical knowledge contrary to the laws of humanity;

I MAKE THESE PROMISES solemnly, freely and upon my honor.

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

  • 1 month later...

Αυστηρές ποινές, χρηματικά πρόστιμα, ακόμα και οριστική ανάκληση της άδειας ασκήσεως επαγγέλματος στους ιατρούς που παραβιάζουν άρθρα του Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας για το «επαγγελματικό ασυμβίβαστο» και τον «παράνομο χρηματισμό» των ιατρών του δημοσίου τομέα ή Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης, περιλαμβάνει μεταξύ άλλων το προσχέδιο νόμου για το νέο Κώδικα που έδωσε την Τετάρτη στη δημοσιότητα ο υπουργός Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης Νικήτας Κακλαμάνης.

Πάντως, ο νέος Κώδικας προστατεύει τους ιατρούς από τυχόν αβάσιμες αναφορές και καταγγελίες δίνοντάς τους το δικαίωμα να ζητούν αποζημίωση και επανόρθωση κάθε οικονομικής ή ηθικής βλάβης και ζημιάς.

Στο προσχέδιο του Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας περιλαμβάνονται ακόμα διατάξεις που απαγορεύουν στους ιατρούς την ευθανασία και την κλωνοποίηση.

Το προσχέδιο νόμου εστάλη στο Πανελλήνιο Ιατρικό Σύλλογο και μέσω αυτού στους ιατρικούς συλλόγους όλης της χώρας (και σε άλλους ενδιαφερόμενους φορείς όπως ΓΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ, Ασφαλιστικά Ταμεία κ.λπ.) προκειμένου σε διάστημα 20 ημερών να δώσουν τις παρατηρήσεις και αντιπροτάσεις τους.

Συγκεκριμένα ως προς το προσχέδιο νόμου του Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας, ιατροί που παραβιάζουν διατάξεις των άρθρων περί ιατρικών κωλυμάτων και ασυμβίβαστου τιμωρούνται με προσωρινή ανάκληση της άδειας ασκήσεως επαγγέλματος για δύο τουλάχιστον έτη και πρόστιμο ύψους 50.000-200.000 ευρώ.

Η σχετική απόφαση θα λαμβάνεται από τον εκάστοτε υπουργό Υγείας και έπειτα από γνωμοδότηση της Εκτελεστικής Επιτροπής του Κεντρικού Συμβουλίου Υγείας που εκδίδεται μέσα σε προθεσμία 20 ημερών από την αποστολή ειδικού ερωτήματος.

Σε περίπτωση που η παράβαση επαναληφθεί, επιβάλλεται υποχρεωτικά οριστική ανάκληση της άδειας ασκήσεως επαγγέλματος.

Προβλέπεται, επίσης, ότι ο ιατρός έχει δικαίωμα σε αποζημίωση και επανόρθωση ηθικής βλάβης ή ζημίας που υπέστη από την εναντίον του άσκηση κάθε είδους αβάσιμης αναφοράς από φυσικά ή νομικά πρόσωπα.

Εξάλλου, προβλέπεται ότι τα ιατρικά πιστοποιητικά και οι ιατρικές γνωματεύσεις καθώς και οι ιατρικές συνταγές που εκδίδονται κατά τους νόμιμους τύπους έχουν το ίδιο κύρος και την ίδια νομική ισχύ ενώπιον όλων των αρχών και υπηρεσιών, ανεξάρτητα αν εκδίδονται από γιατρούς του δημοσίου ή ιδιώτες συναδέλφους τους.

Σε κάθε περίπτωση, όμως, τα εκδιδόμενα πιστοποιητικά και οι γνωματεύσεις αφορούν αποκλειστικά στην ειδικότητα του ιατρού. Αναληθή ιατρικά πιστοποιητικά συνιστούν πειθαρχικό και ποινικό αδίκημα.

Σημαντικό είναι επίσης ότι το προσχέδιο νόμου αναφέρεται στο σεβασμό της προσωπικότητας και της ιδιωτικής ζωής του ιατρού από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης κατά την άσκηση του ιατρικού λειτουργήματος.

Τέλος, οποιαδήποτε διαγνωστική ή θεραπευτική μέθοδος, η οποία δεν εφαρμόζεται διεθνώς, χαρακτηρίζεται ως πειραματική και επιτρέπεται η εφαρμογή της μόνο ύστερα από έγκριση του Κεντρικού Συμβουλίου Υγείας. Ιατροί που εφαρμόζουν πειραματικές μεθόδους χωρίς αυτές τις προϋποθέσεις τιμωρούνται με την ποινή της οριστικής αφαίρεσης της άδειας εξάσκησης επαγγέλματος.

Με αυτή τη λογική απαγορεύεται επίσης η ευθανασία και η κλωνοποίηση. Σε περίπτωση ανίατης ασθένειας σε τελικό στάδιο, ο ιατρός οφείλει να εξαντλήσει όλα τα θεραπευτικά περιθώρια, να ανακουφίσει τον ψυχοσωματικό πόνο του ασθενούς, να συνεργάζεται με τους οικείους του αλλά και να αποτρέψει τον ασθενή σε πράξεις που στοχεύουν στην επίσπευση του θανάτου.

news.in.gr

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

Επιτέλους!

Τα συμφέροντα των Ελλήνων γιατρών πρέπει να περνούν μέσα από τον κώδικα ιατρικής δεοντολογίας και τον ιατρικό σύλλογο (πανελλήνιο και τοπικό).

Αυστηρότητα πρός όλους είναι η αρχή για ένα ξεκαθάρισμα της κατάστασης... Μόνο ο φόβος της συνέπειας ίσως βάλει όρια στη συμπεριφορά κάποιων. Χωρίς όμως χάρες για κανέναν!

Άλλωστε όπως λένε οι ίδιοι οι μεγαλογιατροί και συνδικαλιστές, υπουργοί υγείας και δήμαρχοι, βαρώνοι και ροταριάνοι, οι γιατροί είναι πολλοί, άρα μηδέν ανοχή πρός όποιον παραβιάζει τους απλούς κανόνες συμπεριφοράς... λιγότερες άδειες άσκησης ιατρικού επαγγέλματος, καλύτερα... δε θα λήψουν από τον τόπο.

Ανοχή μηδέν!

Πρέπει να σταματήσουν και οι τηλεοπτικές παρουσίες... γίνονται ρόμπα και κάνουν ρεζίλι όλους μας!

Τροποποιήθηκε από ioan
Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

Το προσχέδιο νόμου εστάλη στο Πανελλήνιο Ιατρικό Σύλλογο και μέσω αυτού στους ιατρικούς συλλόγους όλης της χώρας (και σε άλλους ενδιαφερόμενους φορείς όπως ΓΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ, Ασφαλιστικά Ταμεία κ.λπ.) προκειμένου σε διάστημα 20 ημερών να δώσουν τις παρατηρήσεις και αντιπροτάσεις τους.

Για να πούμε και την κακία μας: Οι φοιτητές ιατρικής δεν ανήκουν στούς ενδιαφερόμενους φορείς να δώσουν τις προτάσεις τους; emdevil

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

Ioan,γενικότερα σε αυτα που λες και σε άλλα τόπικς αλλα και σε αυτό εδω,συμφωνώ μαζί σου!!!Να σταματήσουν πια όλα αυτά τα τσίρκο,βλεπε σεξολογος(!) που εβγαινε και ελεγε δικές του αποψεις,ΟΧΙ αμιγώς ιατρικές και μετά χρεωνε 300(!)ΕΥΡΩ ΤΗΝ ΕΠΙΣΚΕΨΗ!!!ΑΙΣΧΟΣ

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

Το δελτίο τύπου του Υπουργείου:

Βασικά σημεία Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας

Αθήνα, 3 Αυγούστου 2005

Αυστηρές ποινές, χρηματικά πρόστιμα , ακόμη και οριστική ανάκληση της άδειας ασκήσεως επαγγέλματος στους γιατρούς που παραβιάζουν άρθρα του Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας, που αφορούν το « επαγγελματικό ασυμβίβαστο» και τον «παράνομο χρηματισμό» των γιατρών του Δημοσίου Τομέα, ή Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης, περιλαμβάνει μεταξύ άλλων, το προσχέδιο νόμου για τον Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας που δίνει σήμερα στη δημοσιότητα, ο Υπουργός Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης κ. Νικήτας Κακλαμάνης.

Παράλληλα όμως ,το προσχέδιο νόμου, προστατεύει τους γιατρούς από τυχόν αβάσιμες αναφορές και καταγγελίες , δίνοντας τους το δικαίωμα να ζητούν αποζημίωση και επανόρθωση κάθε οικονομικής ή ηθικής βλάβης ή ζημίας.

Στο προσχέδιο του Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας, περιλαμβάνονται ακόμη διατάξεις που απαγορεύουν στους γιατρούς την ευθανασία και την κλωνοποίηση.

Το προσχέδιο νόμου, εστάλη στον Πανελλήνιο Ιατρικό Σύλλογο και μέσω αυτού στους Ιατρικούς Συλλόγους της χώρας, καθώς και σε άλλους ενδιαφερόμενους φορείς , όπως η Ομοσπονδία Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδας (ΟΕΝΓΕ), η ΓΣΕΕ, η ΑΔΕΔΥ, τα Ασφαλιστικά Ταμεία,κλπ προκειμένου σε διάστημα 20 ημερών να δώσουν τις παρατηρήσεις και προτάσεις τους .

Στις διατάξεις του προσχεδίου, μεταξύ άλλων προβλέπονται τα εξής:

v

Γιατροί που παραβιάζουν διατάξεις των άρθρων που αφορούν Ιατρικά Κωλύματα-Ασυμβίβαστα π.χ. συμμετοχή σε επιχειρήσεις φαρμάκων ,υγειονομικού υλικού και ιατρικών εργαλείων, ή που ζητούν, ενώ υπηρετούν στο δημόσιο τομέα ή σε οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης, οποιοδήποτε οικονομικό αντάλλαγμα πέρα από την μηνιαία ,ή άλλη αποζημίωση ,ή αμοιβή τους τιμωρούνται με προσωρινή ανάκληση της άδειας ασκήσεως επαγγέλματος για δύο τουλάχιστον έτη και πρόστιμο ποσού 50.000 -200.000 ευρώ με απόφαση του Υπουργού Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και μετά από γνωμοδότηση της Εκτελεστικής Επιτροπής του Κεντρικού Συμβουλίου Υγείας, που εκδίδεται μέσα σε προθεσμία 20 ημερών από την αποστολή σχετικού ερωτήματος. Σε περίπτωση που μια από τις προηγούμενες παραβάσεις επαναληφθεί, επιβάλλεται υποχρεωτικά οριστική ανάκληση της άδειας ασκήσεως του επαγγέλματος με όμοια απόφαση.

v

Ο γιατρός έχει δικαίωμα σε αποκατάσταση, αποζημίωση και επανόρθωση κάθε οικονομικής ή ηθικής βλάβης ή ζημίας που υπέστη από την εναντίον του άσκηση κάθε είδους αβάσιμης αναφοράς από φυσικά ή νομικά πρόσωπα .Κάθε γιατρός ο οποίος κατηγορείται στα πλαίσια αστικής ποινικής ή πειθαρχικής διαδικασίας, έχει δικαίωμα απόλυτου σεβασμού της προσωπικότητας του.

v

Τα ιατρικά πιστοποιητικά και οι ιατρικές γνωματεύσεις καθώς και οι ιατρικές συνταγές που εκδίδονται κατά τους νόμιμους τύπους, έχουν το ίδιο κύρος και την ίδια νομική ισχύ ως προς τις νόμιμες χρήσεις και ενώπιον όλων των αρχών και υπηρεσιών, ανεξάρτητα από το αν εκδίδονται από γιατρούς που υπηρετούν σε ΝΠΔΔ ή ΝΠΙΔ ή ιδιώτες γιατρούς. Σε κάθε περίπτωση τα εκδιδόμενα πιστοποιητικά και γνωματεύσεις αφορούν αποκλειστικά στο γνωστικό αντικείμενο της ειδικότητας κάθε γιατρού. Αναληθή ιατρικά πιστοποιητικά συνιστούν πειθαρχικό και ποινικό αδίκημα ιδιαίτερα εκείνα που χορηγούνται με σκοπό την εξαπάτηση δημοσίων υπηρεσιών ή την καταστρατήγηση του νόμου.

v

Ο γιατρός έχει σεβασμού της προσωπικότητας του και της ιδιωτικής του ζωής από τον Τύπο και τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης κατά την άσκηση του ιατρικού λειτουργήματος.

Ο γιατρός απέχει από οποιαδήποτε ενέργεια η οποία μπορεί να οδηγήσει σε κοινωνικό αποκλεισμό ή στη διακριτή μεταχείριση ασθενών ή ατόμων που είναι φορείς νόσων οι οποίες ενδέχεται να προκαλέσουν κοινωνικό στίγμα. Αντιθέτως μεριμνά για το σεβασμό της αξιοπρέπειας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους παρέχοντας παράλληλα την καλύτερη δυνατή επιστημονική αντιμετώπιση τους.

v

Οποιαδήποτε διαγνωστική ή θεραπευτική μέθοδος η οποία δεν εφαρμόζεται διεθνώς, χαρακτηρίζεται ως πειραματική και επιτρέπεται η εφαρμογή της μόνο ύστερα από έγκριση του Κεντρικού Συμβουλίου Υγείας. Γιατροί που εφαρμόζουν πειραματικές, διαγνωστικές ή θεραπευτικές πράξεις, χωρίς τις προϋποθέσεις που προβλέπονται από τα άρθρα του παρόντος νομοσχεδίου, ή την παραπάνω έγκριση, τιμωρούνται με την ποινή της οριστικής αφαίρεσης της άδειας άσκησης επαγγέλματος σύμφωνα με τα όσα προβλέπονται στη διάταξη του άρθρου 36.

Στο προσχέδιο νόμου εκτός από τα θέματα Ιατρικής Δεοντολογίας προβλέπει και ειδικές διατάξεις για τα θέματα της ευθανασίας και της ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Με τις ειδικές αυτές διατάξεις απαγορεύεται η ευθανασία και η κλωνοποίηση.

v

Ο γιατρός σε περίπτωση ανίατης ασθένειας που βρίσκεται στο τελικό στάδιο, ακόμη και όταν εξαντληθούν όλα τα ιατρικά θεραπευτικά περιθώρια οφείλει να φροντίζει για την ανακούφιση των ψυχοσωματικών πόνων του ασθενή. Του προσφέρει παρηγορητική αγωγή και συνεργάζεται με τους οικείους τους ασθενή προς αυτή την κατεύθυνση. Σε κάθε περίπτωση συμπαρίσταται στον ασθενή μέχρι το τέλος της ζωής του και φροντίζει ώστε να διατηρεί την αξιοπρέπειά του μέχρι το σημείο αυτό. Ο γιατρός αναγνωρίζει ότι η επιθυμία ενός ασθενή να πεθάνει όταν αυτός βρίσκεται σε τελειωτικό στάδιο δεν συνιστά νομική δικαιολόγηση για τη διενέργεια πράξεων οι οποίες στοχεύουν στην επίσπευση του θανάτου.

v

Η κλωνοποίηση ως μέθοδος αναπαραγωγής ανθρώπων απαγορεύεται.

ΥΓ: Συγχώνευσα τα θέματα.

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

ΚΩΔΙΚΑΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Κεφάλαιο Α΄: Έννοιες και ορισμοί

Άρθρο 1: Έννοιες, ορισμοί και πεδίο εφαρμογής του παρόντος

Κεφάλαιο Β΄: Γενικοί κανόνες άσκησης ιατρικού επαγγέλματος

Άρθρο 2: Η άσκηση της ιατρικής ως λειτούργημα

Άρθρο 3: Ηθική, επιστημονική και τεχνική ανεξαρτησία του ιατρού στην άσκηση της

Ιατρικής

Άρθρο 4: Εξασφάλιση ποιότητας, ασφάλειας και αποτελεσματικότητας

Άρθρο 5: Ιατρικά πιστοποιητικά και ιατρικές γνωματεύσεις

Άρθρο 6 : Κωλύματα - ασυμβίβαστα

Άρθρο 7: Τόπος άσκησης ιατρικού επαγγέλματος

Κεφάλαιο Γ΄: Σχέσεις ιατρού και ασθενή

Άρθρο 8: Η ιατρική ως σχέση εμπιστοσύνης και σεβασμού

Άρθρο 9: Υποχρεώσεις του ιατρού προς τον ασθενή

Άρθρο 10: Συνεχιζόμενη εκπαίδευση, διεπιστημονικότητα και επαγγελματική συνεργασία

Άρθρο 11: Υποχρέωση ενημέρωσης

Άρθρο 12: Υποχρέωση συναίνεσης του ενημερωμένου ασθενή

Άρθρο 13: Ιατρικό απόρρητο

Άρθρο 14: Τήρηση ιατρικού αρχείου

Άρθρο 15: Σύγκρουση καθηκόντων

Κεφάλαιο Δ΄: Σχέσεις ιατρού και κοινωνίας

Άρθρο 16: Ο ιατρός και η κοινωνία

Άρθρο 17: Διαφήμιση - Παρουσία των ιατρών στα ΜΜΕ

Άρθρο 18: Παρουσία των ιατρών στο διαδίκτυο

Άρθρο 19: Ιατρική αμοιβή

Άρθρο 20: Άσκηση της ιατρικής στο πλαίσιο της κοινωνικής ασφάλισης

Κεφάλαιο Ε΄: Σχέσεις με συναδέλφους

Άρθρο 21: Σχέσεις με συναδέλφους και λοιπό προσωπικό

Άρθρο 22: Ιατρικά συμβούλια

Κεφάλαιο ΣΤ΄: Εκπαίδευση

Άρθρο 23: Ο ρόλος του ιατρού στην εκπαιδευτική διαδικασία

Κεφάλαιο Ζ΄: Επιστημονική έρευνα

Άρθρο 24: Ιατρική έρευνα

Άρθρο 25: Κλινική έρευνα με νέα φάρμακα ή διαγνωστικές και

θεραπευτικές μεθόδους

Άρθρο 26: Μη θεραπευτική βιοϊατρική έρευνα

Αρθρο 27: Δημοσιότητα των ανακαλύψεων

Κεφάλαιο Η΄: Ιατρός και φροντίδα ψυχικής υγείας

Άρθρο 28: Φροντίδα ψυχικής υγείας

Κεφάλαιο Θ΄: Ειδικά θέματα

Άρθρο 29: Ιατρικές αποφάσεις στο τέλος της ζωής

Άρθρο 30: Ιατρική υποβοήθηση στην ανθρώπινη αναπαραγωγή

Άρθρο 31: Τεχνητή διακοπή κύησης

Άρθρο 32: Μεταμοσχεύσεις ιστών και οργάνων

Άρθρο 33: Αιμοδοσία

Άρθρο 34: Προστασία γενετικής ταυτότητας

Κεφάλαιο Ι΄: Ιατρικός Σύλλογος

Άρθρο 35: Καθήκοντα προς τον Ιατρικό Σύλλογο

Κεφάλαιο ΙΑ΄: Τελικές διατάξεις

Άρθρο 36: Κυρώσεις

Άρθρο 37: Τήρηση του παρόντος

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ :

ΕΝΝΟΙΕΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

Άρθρο 1 : Έννοιες, ορισμοί και πεδίο εφαρμογής του παρόντος

1. Ιατρική πράξη είναι κάθε πράξη που διενεργείται με σκοπό την με οποιαδήποτε επιστημονική

μέθοδο πρόληψη, διάγνωση, θεραπεία και αποκατάσταση της υγείας του ανθρώπου.

2. Ως ιατρικές πράξεις θεωρούνται και εκείνες οι οποίες έχουν ερευνητικό χαρακτήρα, εφόσον

αποσκοπούν οπωσδήποτε στην ακριβέστερη διάγνωση, στην αποκατάσταση ή και τη βελτίωση

της υγείας των ανθρώπων και στην προαγωγή της επιστήμης.

3. Στην έννοια της ιατρικής πράξης περιλαμβάνονται η συνταγογράφηση, η εντολή για

διενέργεια πάσης φύσεως παρακλινικών εξετάσεων, η έκδοση ιατρικών πιστοποιητικών και

βεβαιώσεων και η γενική συμβουλευτική υποστήριξη του ασθενή.

4. Στο πλαίσιο του παρόντος Κώδικα:

(α) στην έννοια «ασθενής» περιλαμβάνεται κάθε χρήστης των υπηρεσιών υγείας.

(β) στην έννοια «οικείος» περιλαμβάνονται οι συγγενείς εξ αίματος και εξ αγχιστείας σε ευθεία

γραμμή, οι θετοί γονείς και τα θετά τέκνα, οι σύζυγοι, οι μόνιμοι σύντροφοι, οι αδελφοί, οι

σύζυγοι και οι μόνιμοι σύντροφοι των αδελφών , καθώς και οι επίτροποι ή οι επιμελητές του

ασθενούς και όσοι βρίσκονται υπό την επιτροπεία ή την επιμέλειά του.

5. Οι διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται κατά την άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος και

την παροχή υπηρεσιών πρωτοβάθμιας, δευτεροβάθμιας ή τριτοβάθμιας φροντίδας υγείας στον

δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα και ανεξάρτητα από τον τρόπο ή τη μορφή άσκησης του ιατρικού

επαγγέλματος, ατομικά, ομαδικά ή με τη μορφή ιατρικής εταιρείας, ως ελεύθερο επάγγελμα ή

όχι.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ :

ΓΕΝΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΙΑΤΡΙΚΟΥ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΟΣ

Άρθρο 2: Η άσκηση της ιατρικής ως λειτούργημα

1. Η άσκηση της ιατρικής είναι λειτούργημα που αποσκοπεί στη διατήρηση, βελτίωση και

αποκατάσταση της σωματικής , πνευματικής και ψυχικής υγείας του ανθρώπου καθώς και την

ανακούφισή του από τον πόνο.

2. Ο ιατρός τηρεί τον όρκο του Ιπποκράτη και τους διεθνείς Κώδικες Δεοντολογίας .Ο ιατρός ,

ασκώντας το έργο του σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία και μέσα στο πνεύμα των ηθών και

των εθίμων της σύγχρονης κοινωνίας, πρέπει, κατά την άσκηση του επαγγέλματός του, να

αποφεύγει κάθε πράξη ή παράλειψη η οποία δύναται να βλάψει την τιμή και την αξιοπρέπεια

του ιατρικού επαγγέλματος και να κλονίσει την πίστη του κοινού προς αυτό. Οφείλει επίσης

να διατηρεί σε υψηλότατο επίπεδο τη επαγγελματική του συμπεριφορά ώστε να καταξιώνεται

στη συνείδηση του κοινωνικού συνόλου και να προάγει το κύρος και την αξιοπιστία του

ιατρικού σώματος. Ο ιατρός πρέπει να επιδεικνύει τη συμπεριφορά αυτή όχι μόνον κατά την

άσκηση του επαγγέλματός του αλλά και στα πλαίσια της γενικότερης κοινωνικής έκφανσης της

προσωπικότητάς του.

3. Το ιατρικό λειτούργημα ασκείται σύμφωνα με τους γενικά αποδεκτούς και ισχύοντες κανόνες

της Ιατρικής επιστήμης, διέπεται από απόλυτο σεβασμό στην ανθρώπινη ζωή, την ανθρώπινη

αξία και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και απευθύνεται σε όλους τους ανθρώπους χωρίς διάκριση

φύλου, φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, ηλικίας, σεξουαλικού προσανατολισμού, κοινωνικής

θέσης ή πολιτικής ιδεολογίας.

4. Ο ιατρός σέβεται την ανθρώπινη ζωή ακόμη και κάτω από απειλή και δεν χρησιμοποιεί τις

γνώσεις του ενάντια στους νόμους του ανθρωπισμού. Δεν συνδράμει ούτε παρέχει υποστήριξη

σε βασανιστήρια ή άλλες μορφές εξευτελιστικής και απάνθρωπης συμπεριφοράς, οποιαδήποτε

κι αν είναι η πράξη για την οποία κατηγορείται ή θεωρείται ένοχο ή ύποπτο το θύμα αυτών

των διαδικασιών, σε καιρό ειρήνης ή πολέμου.

5. Ο ιατρός οφείλει να ασκεί το λειτούργημά του στο πλαίσιο της ισχύουσας νομοθεσίας, εκτός

εάν οι διατάξεις αυτής έχουν τεθεί κατά κατάλυση του Συντάγματος και, ιδίως, των διατάξεών

του που διασφαλίζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα.

6. Ο ιατρός οφείλει να ασκεί το λειτούργημά του στα πλαίσια του γνωστικού αντικειμένου της

ειδικότητάς του. Γιατροί που δεν χρησιμοποίησαν επί πενταετία τον τίτλο της ειδικότητας που

τους απονεμήθηκε, χωρίς αυτό να αποτελεί υποχρέωση εκ του νόμου, χάνουν το δικαίωμα να

τον χρησιμοποιούν. Για την ανάκτηση του τίτλου απαιτείται νέα επιτυχής εξέταση ενώπιον της

αρμόδιας Εξεταστικής Επιτροπής, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις.

7. Ο ιατρός, επικαλούμενος λόγους συνείδησης, έχει δικαίωμα να μη μετέχει σε

αμφισβητούμενες ιατρικές επεμβάσεις ή επεμβάσεις νόμιμες στις οποίες αντιτίθεται

συνειδησιακά, εκτός από επείγουσες περιπτώσεις

8. Σε περίπτωση κατά την οποία η κρίση του ιατρού ενδέχεται να επηρεαστεί από μία ιατρική

κατάσταση από την οποία υποφέρει, καθώς και στην περίπτωση κατά την οποία ο ιατρός πάσχει

ή είναι φορέας ενός μεταδοτικού νοσήματος, πρέπει να αναζητήσει συμβουλή από ιατρό

εργασίας ή κατάλληλα καταρτισμένους συναδέλφους σχετικά με την αναγκαιότητα ή τον τρόπο

αλλαγής παροχής των υπηρεσιών του. Στις περιπτώσεις αυτές ο ιατρός δεν πρέπει να επαφίεται

στην αποκλειστική προσωπική του εκτίμηση σχετικά με την ύπαρξη κινδύνου.

Άρθρο 3: Ηθική, επιστημονική και τεχνική ανεξαρτησία του ιατρού στην άσκηση της ιατρικής

1. Κάθε ιατρός απολαμβάνει επιστημονικής ελευθερίας και ελευθερίας συνείδησης κατά την

άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος και παρέχει τις ιατρικές του υπηρεσίες μέσα σε πλαίσια

πλήρους ηθικής και τεχνικής ανεξαρτησίας, με συμπόνια και σεβασμό στην ανθρώπινη

αξιοπρέπεια

2. Ο ιατρός ενεργεί με βάση:

(α) την εκπαίδευση που του έχει παρασχεθεί κατά τη διάρκεια των προπτυχιακών του σπουδών,

την άσκησή του για την απόκτηση τίτλου ιατρικής ειδικότητας και τη συνεχιζόμενη ιατρική του

εκπαίδευση,

(β) την πείρα και τις δεξιότητες που αποκτά κατά την άσκηση της ιατρικής και

(γ) τους κανόνες της τεκμηριωμένης και βασισμένης σε ενδείξεις ιατρικής επιστήμης.

3. Ο ιατρός, κατά την άσκηση της ιατρικής, ενεργεί με πλήρη ελευθερία στο πλαίσιο των γενικά

αποδεκτών κανόνων και μεθόδων της ιατρικής επιστήμης, όπως αυτοί διαμορφώνονται με βάση

τα αποτελέσματα της εφαρμοσμένης σύγχρονης επιστημονικής έρευνας. Έχει δικαίωμα σε

επιλογή μεθόδου θεραπείας την οποία κρίνει ότι υπερτερεί σημαντικά έναντι άλλης για τον

συγκεκριμένο ασθενή, με βάση τους σύγχρονους κανόνες της ιατρικής επιστήμης και

παραλείπει τη χρήση μεθόδων, που δεν έχουν επαρκή επιστημονική τεκμηρίωση.

4. Οποιαδήποτε διαγνωστική ή θεραπευτική μέθοδος, η οποία δεν εφαρμόζεται διεθνώς,

χαρακτηρίζεται ως πειραματική και η εφαρμογή της επιτρέπεται μόνον σύμφωνα με το νομικό

και δεοντολογικό πλαίσιο που διέπει την διεξαγωγή της επιστημονικής έρευνας.

Άρθρο 4: Εξασφάλιση ποιότητας, ασφάλειας και αποτελεσματικότητας

1. Ο ιατρός πρέπει να προάγει την δίκαιη παροχή φροντίδας υγείας, συμπεριλαμβανομένης της

ίσης πρόσβασης στις υπηρεσίες υγείας και της ίσης κατανομής των πόρων. Οφείλει επίσης να

αποφεύγει τη διακριτική μεταχείριση που προκύπτει από εκπαιδευτικές, νομικές, οικονομικές,

κοινωνικές και γεωγραφικές διαφοροποιήσεις.

2. Ο ιατρός πρέπει να συνεργάζεται αρμονικά με τους συναδέλφους του και το λοιπό προσωπικό

και να προβαίνει σε κάθε ενέργεια προκειμένου να αποφευχθούν τα ιατρικά λάθη, να

εξασφαλισθεί η ασφάλεια των ασθενών, να ελαχιστοποιηθεί η σπατάλη των πόρων και να

μεγιστοποιηθούν τα αποτελέσματα της παροχής φροντίδας υγείας.

3.Ο ιατρός οφείλει, χωρίς να περιορίζεται η ηθική, επιστημονική και τεχνική ανεξαρτησία του,

και χωρίς να παραβλέπει το όφελος του συγκεκριμένου ασθενή, να συνταγογραφεί και να

προχωρεί μόνο στις ιατρικές πράξεις, οι οποίες είναι απαραίτητες για την εξασφάλιση της

ποιότητας, της ασφάλειας και της αποτελεσματικότητας της υγειονομικής φροντίδας ή

θεραπείας που παρέχεται.

4. Ο ιατρός πρέπει, τόσο ατομικά όσο και μέσω των ιατρικών εταιρειών και συλλόγων, να

συμβάλει στη δημιουργία και εφαρμογή μηχανισμών που στοχεύουν στην ενθάρρυνση της

συνεχούς βελτίωσης της ποιότητας της παρεχόμενης φροντίδας.

Άρθρο 5: Ιατρικά πιστοποιητικά και ιατρικές γνωματεύσεις

1. Τα ιατρικά πιστοποιητικά και οι ιατρικές γνωματεύσεις, καθώς και οι ιατρικές συνταγές που

εκδίδονται κατά τους νόμιμους τύπους, έχουν το ίδιο κύρος και την ίδια νομική ισχύ ως προς τις

νόμιμες χρήσεις και ενώπιον όλων των αρχών και υπηρεσιών, ανεξάρτητα από το αν εκδίδονται

από ιατρούς που υπηρετούν σε ν.π.δ.δ. ή ν.π.ι.δ. ή ιδιώτες ιατρούς. Σε κάθε περίπτωση, τα

εκδιδόμενα πιστοποιητικά και γνωματεύσεις αφορούν αποκλειστικά στο γνωστικό αντικείμενο

της ειδικότητας κάθε ιατρού.

2. Ο ιατρός οφείλει όταν συντάσσει πάσης φύσεως ιατρικά πιστοποιητικά ή γνωματεύσεις να

αναφέρει το σκοπό για τον οποίο προορίζονται καθώς και το όνομα του λήπτη του

πιστοποιητικού.

3. Τα ιατρικά πιστοποιητικά και οι ιατρικές γνωματεύσεις εκδίδονται μετά από προηγούμενη

γραπτή ή προφορική αίτηση του προσώπου που αφορούν ή, κατ’ εξαίρεση, τρίτου προσώπου

που έχει έννομο συμφέρον και το αποδεικνύει, καθώς και όταν αυτό ρητά προβλέπεται στο

νόμο. Ειδικά τα ιατρικά πιστοποιητικά που αφορούν στην παρούσα κατάσταση του ασθενή

προϋποθέτουν την προηγούμενη εξέταση του ασθενή. Αναληθή ιατρικά πιστοποιητικά

συνιστούν πειθαρχικό και ποινικό αδίκημα, ιδιαίτερα εκείνα που χορηγούνται με σκοπό την

εξαπάτηση δημοσίων υπηρεσιών ή την καταστρατήγηση του νόμου.

4. Τα πάσης φύσεως ιατρικά πιστοποιητικά ή ιατρικές γνωματεύσεις παραδίδονται σε αυτόν που

παραδεκτά το ζήτησε ή σε τρίτο πρόσωπο, που έχει εξουσιοδοτηθεί ειδικά από τον αιτούντα.

Άρθρο 6 : Κωλύματα - ασυμβίβαστα

1.Ο ιατρός δεν μπορεί να ασκεί άλλο επάγγελμα ή επαγγελματική δραστηριότητα από την οποία

παρεμποδίζεται η ευσυνείδητη άσκηση της ιατρικής ή θίγεται η αξιοπρέπειά του ως ιατρού.

2. Με την άσκηση της ιατρικής εξομοιώνεται και η κατοχή οποιασδήποτε έμμισθης ή τιμητικής

θέσης, για την οποία απαιτείται ως εφόδιο το πτυχίο της Ιατρικής Σχολής.

3. Δεν επιτρέπεται σε ιατρούς οι οποίοι έχουν δίπλωμα φαρμακοποιού ή οδοντιάτρου ή άλλου

υγειονομικού επαγγέλματος να διατηρούν φαρμακεία, οδοντιατρεία ή άλλα παρεμφερή

καταστήματα σε λειτουργία, εκτός εάν παύσουν την άσκηση της ιατρικής και τη χρησιμοποίηση

του τίτλου του ιατρού.

4. Απαγορεύεται στον γιατρό να εξυπηρετεί, να εξαρτάται ή να συμμετέχει σε επιχειρήσεις που

παρασκευάζουν φάρμακα ή υγειονομικό υλικό ή να διαφημίζει και να προβάλλει αυτά με

οποιοδήποτε τρόπο.

5. Σε κάθε περίπτωση απαγορεύεται στον ιατρό να είναι εταίρος, μέτοχος, διαχειριστής και

μέλος διοίκησης καθώς και να μετέχει ή να εξαρτάται καθ’ οιονδήποτε τρόπο από επιχειρήσεις

που παρασκευάζουν φάρμακα, ιατρικά υλικά ή εργαλεία.

Άρθρο 7 : Τόπος άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος

1.Ο ιατρός ασκεί τα καθήκοντά του στην περιφέρεια του Ιατρικού Συλλόγου, στον οποίο έχει

εγγραφεί και στη διεύθυνση, που έχει δηλώσει. Απαγορεύεται στον ιατρό να διατηρεί

περισσότερα του ενός ιατρεία ή εργαστήρια είτε ατομικά είτε σε συνεργασία με άλλο συνάδελφό

του ή με τη μορφή ιατρικής εταιρείας.

2. Επιτρέπεται η προσφορά ιατρικών υπηρεσιών στην περιφέρεια άλλου Ιατρικού Συλλόγου,

όταν υπάρχει άμεσος κίνδυνος της ζωής ή της υγείας ασθενή ή όταν ο ιατρός καλείται να

συμμετάσχει σε ιατρικό συμβούλιο μετά από πρόσκληση του θεράποντος ιατρού ή του ίδιου του

ασθενή ή, σε αδυναμία αυτού, των οικείων του, σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο

άρθρο 22 του παρόντος Κώδικα.

3. Απαγορεύεται η πλανοδιακή άσκηση της ιατρικής. Επιτρέπονται οι τακτικές επισκέψεις για

την παροχή ιατρικής συνδρομής στο πλαίσιο εφαρμογής εγκεκριμένων προγραμμάτων υγείας ή

όταν αυτό επιβάλλεται από τις ιδιαίτερες τοπικές συνθήκες και μετά από άδεια του Διοικητικού

Συμβουλίου του κατά τόπο αρμόδιου Ιατρικού Συλλόγου.

4. Επιτρέπεται η παροχή ιατρικής φροντίδας ή η συγκέντρωση επιστημονικών στοιχείων, καθώς

και η υλοποίηση προγραμμάτων προληπτικής ιατρικής ή άλλων προγραμμάτων κοινωνικού ή

φιλανθρωπικού χαρακτήρα από ιατρικούς ή άλλους φορείς του δημόσιου ή του ιδιωτικού τομέα,

μετά από έγγραφη έγκριση του οικείου τοπικού ιατρικού συλλόγου, στην οποία ορίζεται ο

χώρος, ο χρόνος και ο τρόπος παροχής αυτών των υπηρεσιών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄ :

ΣΧΕΣΕΙΣ ΙΑΤΡΟΥ ΚΑΙ ΑΣΘΕΝΗ

Άρθρο 8: Η ιατρική ως σχέση εμπιστοσύνης και σεβασμού

1. Η συμπεριφορά του ιατρού προς τον ασθενή του πρέπει να είναι αυτή που προσήκει και

αρμόζει στην επιστήμη του και την αποστολή του λειτουργήματός του.

2. Ο ιατρός φροντίζει για την ανάπτυξη σχέσεων αμοιβαίας εμπιστοσύνης και σεβασμού μεταξύ

αυτού και του χρήστη ασθενή. Ακούει τους ασθενείς του, τους συμπεριφέρεται με σεβασμό και

κατανόηση και σέβεται τις απόψεις, την ιδιωτικότητα και την αξιοπρέπειά τους.

3. Ο ιατρός δεν παρεμβαίνει στην προσωπική και οικογενειακή ζωή του ασθενή, παρά μόνο στο

μέτρο, βαθμό και έκταση, που είναι αναγκαίο και αρκετό για την αποτελεσματική προσφορά των

ιατρικών υπηρεσιών του και στο μέτρο, βαθμό και έκταση που του έχει επιτραπεί.

4. Ο ιατρός, κατά την παροχή των ιατρικών υπηρεσιών, σέβεται τις θρησκευτικές, φιλοσοφικές,

ηθικές ή πολιτικές απόψεις και αντιλήψεις του ασθενή. Οι απόψεις του ιατρού σχετικά με τον

τρόπο ζωής του ασθενή, τις πεποιθήσεις και την κοινωνική ή οικονομική κατάσταση του

τελευταίου δεν επιτρέπεται να επηρεάζουν τη φροντίδα ή τη θεραπευτική αντιμετώπιση που

παρέχεται.

5. Ο ιατρός δεν πρέπει να προβαίνει σε κατάχρηση της εμπιστοσύνης του ασθενή,

χρησιμοποιώντας τη θέση του για τη σύναψη ανάρμοστων προσωπικών σχέσεων με τους

ασθενείς ή τους συγγενείς τους, ασκώντας οικονομικές ή άλλες πιέσεις, αποκαλύπτοντας

εμπιστευτικές πληροφορίες και συστήνοντας θεραπείες ή παραπέμποντας τους ασθενείς σε

εξετάσεις οι οποίες δεν είναι προς το καλύτερο συμφέρον τους.

6. Όταν ο ιατρός, μετά το πέρας των καθηκόντων του, παραδίδει τη φροντίδα του ασθενή του σε

άλλο συνάδελφο, πρέπει να εξασφαλίζει ότι η διαδικασία παράδοσης γίνεται αποτελεσματικά

και μετά από ακριβή και σαφή ενημέρωση σχετικά με την κατάσταση, τις ανάγκες του ασθενή

και τις υπάρχουσες εκκρεμότητες.

7. Ο ιατρός είναι υποχρεωμένος να διευκολύνει τη συγκρότηση ιατρικού συμβουλίου όταν το

ζητά ο ασθενής ή οι οικείοι του.

Άρθρο 9: Υποχρεώσεις του ιατρού προς τον ασθενή

1.Ο ιατρός δίνει προτεραιότητα στο συμφέρον της διατήρησης ή και βελτίωσης της υγείας του

ασθενή.

2. Ο ιατρός δεν μπορεί να αρνείται την προσφορά των υπηρεσιών του για λόγους άσχετους προς

την επιστημονική του επάρκεια, εκτός εάν εξαιρετικά συντρέχει ειδικός λόγος, που να καθιστά

αντικειμενικά αδύνατη την προσφορά των υπηρεσιών του.

3. Ο ιατρός οφείλει να παρέχει τις υπηρεσίες του για την αντιμετώπιση επειγόντων περιστατικών

ανεξάρτητα από την ειδικότητά του. Η υποχρέωση αυτή βαρύνει τον ιατρό, ακόμα και όταν δεν

υπάρχουν τα κατάλληλα μέσα για την άσκηση της ιατρικής και ισχύει μέχρι την παραπομπή του

ασθενή σε ιατρό κατάλληλης ειδικότητας ή τη μεταφορά του σε κατάλληλη μονάδα παροχής

υπηρεσιών φροντίδας και περίθαλψης. Σε κάθε περίπτωση ο ιατρός οφείλει να εξαντλήσει τις

υπάρχουσες, κάτω από τις δεδομένες συνθήκες, δυνατότητες σύμφωνα με τις επιταγές της

ιατρικής επιστήμης.

4. Ο ιατρός μπορεί να διακόψει την παροχή των υπηρεσιών, που ήδη προσφέρει στον ασθενή

του, για λόγους επιστημονικούς ή προσωπικούς και εφόσον δεν τίθεται σε άμεσο κίνδυνο η

υγεία ή η ζωή του τελευταίου. Στην περίπτωση αυτή οφείλει, εφόσον του ζητηθεί, να υποδείξει

άλλο συνάδελφό του για την αναπλήρωσή του.

5. Ο ιατρός οφείλει σε κάθε περίπτωση επέλευσης έκτακτης ανάγκης ή μαζικής καταστροφής

ανεξάρτητα της ένταξής του σε σχέδιο αντιμετώπισης εκτάκτων αναγκών, να προσφέρει τις

ιατρικές υπηρεσίες του έστω και χωρίς αμοιβή ή αποζημίωση.

Άρθρο 10: Συνεχιζόμενη εκπαίδευση, διεπιστημονικότητα και επαγγελματική συνεργασία

1. Η άσκηση της ιατρικής γίνεται σύμφωνα με τους γενικά παραδεκτούς κανόνες της ιατρικής

επιστήμης. Ο ιατρός έχει υποχρέωση συνεχιζόμενης δια βίου εκπαίδευσης και ενημέρωσης

σχετικά με τις εξελίξεις της ιατρικής επιστήμης και της ειδικότητάς του.

2. Η υποχρέωση αυτή περιλαμβάνει όχι μόνον τις ιατρικές γνώσεις αλλά και τις κλινικές

δεξιότητες καθώς και τις ικανότητες συνεργασίας σε ομάδα, οι οποίες είναι απαραίτητες για την

παροχή ποιοτικής φροντίδας υγείας. Η συνεργασία στο πλαίσιο κάθε διεπιστημονικής ή μη

ομάδας πρέπει να γίνεται εποικοδομητικά. Σε περίπτωση που ο ιατρός ηγείται της ομάδας,

προσπαθεί να εξασφαλίσει ότι όλα τα μέλη της αναγνωρίζουν την ανάγκη παροχής αξιοπρεπούς

και αποτελεσματικής φροντίδας καθώς και σεβασμού στην προσωπικότητα του ασθενή.

3. Ο ιατρός οφείλει να αναγνωρίζει τα όρια των επαγγελματικών του ικανοτήτων και να

συμβουλεύεται τους συναδέλφους του.

Άρθρο 11: Υποχρέωση ενημέρωσης

1. Ο ιατρός έχει γενικά καθήκον αληθείας προς τον ασθενή. Οφείλει να ενημερώνει πλήρως και

κατανοητά τον ασθενή για την πραγματική κατάσταση της υγείας του, το περιεχόμενο και τα

αποτελέσματα της προτεινόμενης ιατρικής πράξης, τις συνέπειες και τους ενδεχόμενους

κινδύνους ή επιπλοκές από την εκτέλεσή της, τις εναλλακτικές προτάσεις, καθώς και τον πιθανό

χρόνο αποκατάστασης, έτσι ώστε ο ασθενής να μπορεί να σχηματίζει πλήρη εικόνα των

ιατρικών, κοινωνικών και οικονομικών παραγόντων και συνεπειών της κατάστασής του και να

προχωρεί ανάλογα στη λήψη αποφάσεων.

2. Ο ιατρός σέβεται την επιθυμία των ατόμων τα οποία επιλέγουν να μην ενημερωθούν. Στις

περιπτώσεις αυτές ο ασθενής έχει δικαίωμα να ζητήσει από τον ιατρό να ενημερώσει

αποκλειστικά άλλο ή άλλα πρόσωπα, που ο ίδιος θα υποδείξει, για την κατάσταση της υγείας

του, το περιεχόμενο και τα αποτελέσματα της προτεινόμενης ιατρικής πράξης, τις συνέπειες ή

και τους κινδύνους από την εκτέλεσή της, καθώς και το βαθμό πιθανολόγησής τους.

3. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να καταβάλλεται κατά την ενημέρωση που αφορά ειδικές

επεμβάσεις όπως μεταμοσχεύσεις, μεθόδους ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής,

επεμβάσεις αλλαγής ή αποκαταστάσεως φύλου, αισθητικές ή κοσμητικές επεμβάσεις.

4. Στην περίπτωση των προσώπων που δεν έχουν την ικανότητα να συναινέσουν για την

εκτέλεση ιατρικής πράξης, ο ιατρός τα ενημερώνει στο βαθμό που αυτό είναι εφικτό.

Ενημερώνει επίσης τα τρίτα πρόσωπα, που έχουν την εξουσία να συναινέσουν για την εκτέλεση

της πράξης αυτής, κατά τις διακρίσεις του επόμενου άρθρου.

Άρθρο 12 : Υποχρέωση συναίνεσης του ενημερωμένου ασθενή

1. Ο ιατρός δεν επιτρέπεται να προβεί στην εκτέλεση οποιασδήποτε ιατρικής πράξης χωρίς την

προηγούμενη συναίνεση του ασθενή.

2. Προϋποθέσεις της έγκυρης συναίνεσης του ασθενή είναι οι ακόλουθες:

(α) Να παρέχεται μετά από πλήρη, σαφή και κατανοητή ενημέρωση, σύμφωνα με το

προηγούμενο άρθρο.

(β) Ο ασθενής να έχει ικανότητα για συναίνεση.

(βα) Στην περίπτωση του ανήλικου ασθενή, η συναίνεση δίδεται από αυτούς που ασκούν τη

γονική μέριμνα ή επιμέλειά του. Λαμβάνεται όμως υπ’ όψιν και η γνώμη του εφόσον ο

ανήλικος, κατά την κρίση του ιατρού, έχει την ηλικιακή, πνευματική και συναισθηματική

ωριμότητα να κατανοήσει την κατάσταση της υγείας του, το περιεχόμενο της ιατρικής πράξης

και τις συνέπειες ή αποτελέσματα ή κινδύνους της πράξης αυτής. Στην περίπτωση της

παραγράφου 3 του άρθρου 11 απαιτείται πάντοτε η συναίνεση των προσώπων που ασκούν τη

γονική μέριμνα του ανηλίκου.

(ββ) Στις λοιπές περιπτώσεις κατά τις οποίες το άτομο δεν διαθέτει ικανότητα συναίνεσης η

συναίνεση για την εκτέλεση ιατρικής πράξης δίδεται από τον δικαστικό συμπαραστάτη, εφόσον

αυτός έχει οριστεί. Αν δεν υπάρχει δικαστικός συμπαραστάτης, η συναίνεση δίνεται από τους

οικείους του ασθενή. Σε κάθε περίπτωση, ο ιατρός πρέπει να προσπαθήσει να εξασφαλίσει την

εκούσια συμμετοχή, σύμπραξη και συνεργασία του ασθενή και, ιδίως, εκείνου του ασθενή που

κατανοεί την κατάσταση της υγείας του, το περιεχόμενο της ιατρικής πράξης, τους κινδύνους,

τις συνέπειες και τα αποτελέσματα της πράξης αυτής.

γ) Η συναίνεση να μην είναι αποτέλεσμα πλάνης, απάτης ή απειλής και να μην έρχεται σε

σύγκρουση με τα χρηστά ήθη.

(δ) Να καλύπτει πλήρως την ιατρική πράξη και κατά το συγκεκριμένο περιεχόμενό της και κατά

τον χρόνο της εκτέλεσής της.

3. Κατ’ εξαίρεση δεν απαιτείται συναίνεση:

(α) στις επείγουσες περιπτώσεις, κατά τις οποίες δεν μπορεί να ληφθεί κατάλληλη συναίνεση

και συντρέχει άμεση, απόλυτη και κατεπείγουσα ανάγκη παροχής ιατρικής φροντίδας.

(β) στην περίπτωση απόπειρας αυτοκτονίας ή

(γ) στις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι γονείς ανήλικου ασθενή ή οι συγγενείς ασθενή, που δεν

μπορεί για οποιοδήποτε λόγο να συναινέσει, ή άλλοι τρίτοι, που έχουν την εξουσία συναίνεσης

για τον ασθενή, αρνούνται να δώσουν την αναγκαία συναίνεση και υπάρχει ανάγκη άμεσης

παρέμβασης προκειμένου να αποτραπεί κίνδυνος για τη ζωή ή την υγεία του ασθενή.

Άρθρο 13: Ιατρικό απόρρητο

1. Ο ιατρός οφείλει να τηρεί αυστηρά απόλυτη εχεμύθεια για οποιοδήποτε στοιχείο υποπίπτει

στην αντίληψή του ή του αποκαλύπτει ο ασθενής ή τρίτοι στο πλαίσιο της άσκησης των

καθηκόντων του και το οποίο αφορά τον ασθενή ή τους οικείους του.

2. Για την αυστηρή και αποτελεσματική τήρηση του ιατρικού απορρήτου, ο ιατρός οφείλει:

(α) να ασκεί την αναγκαία εποπτεία στους βοηθούς, συνεργάτες ή άλλα πρόσωπα που

συμπράττουν ή συμμετέχουν ή τον στηρίζουν με οποιοδήποτε τρόπο κατά την άσκηση του

λειτουργήματός του και

(β) να λαμβάνει κάθε μέτρο διαφύλαξης του απορρήτου και για το χρόνο μετά τη με

οποιοδήποτε τρόπο παύση ή λήξη άσκησης του λειτουργήματός του.

3. Η άρση του ιατρικού απορρήτου επιτρέπεται:

(α) όταν ο ιατρός αποβλέπει στην εκπλήρωση νομικού ή ηθικού καθήκοντος. Νομικό καθήκον

συντρέχει, όταν η φανέρωση επιβάλλεται από ειδικό νόμο, όπως στις περιπτώσεις γέννησης,

θανάτου, μολυσματικών νόσων και άλλες ή από γενικό νόμο, όπως στην υποχρέωση έγκαιρης

αναγγελίας στην αρχή όταν ο ιατρός μαθαίνει με τρόπο αξιόπιστο ότι μελετάται κακούργημα ή

ότι άρχισε ήδη η εκτέλεσή του και, μάλιστα, σε χρόνο τέτοιο ώστε να μπορεί ακόμα να

προληφθεί η τέλεση ή το αποτέλεσμά του.

(β) όταν ο ιατρός αποβλέπει στη διαφύλαξη έννομου ή άλλου δικαιολογημένου, ουσιώδους

δημοσίου συμφέροντος, ή συμφέροντος του ίδιου του ιατρού, ή κάποιου άλλου το οποίο δεν

μπορεί να διαφυλαχθεί διαφορετικά,

(γ) όταν συντρέχει κατάσταση ανάγκης ή άμυνας.

4. Η υποχρέωση τήρησης ιατρικού απορρήτου αίρεται εάν συναινεί σε αυτό εκείνος στον οποίο

αφορά, εκτός εάν η σχετική δήλωσή του δεν είναι έγκυρη, όπως στην περίπτωση, ιδίως, που

αυτή είναι προϊόν πλάνης, απάτης, απειλής, σωματικής ή ψυχολογικής βίας ή εάν η άρση του

απορρήτου συνιστά προσβολή της ανθρώπινης αξίας.

5. Οι ιατροί, που ασκούν υπηρεσία ελέγχου, επιθεώρησης ή πραγματογνωμοσύνης,

απαλλάσσονται από την υποχρέωση τήρησης του ιατρικού απορρήτου μόνο έναντι των

εντολέων τους και μόνο ως προς το αντικείμενο της εντολής και τους λοιπούς όρους χορήγησής

της.

6. Η υποχρέωση τήρησης και διαφύλαξης του ιατρικού απορρήτου δεν παύει να ισχύει με τον

θάνατο του ασθενή.

Άρθρο 14: Τήρηση ιατρικού αρχείου

1. Ο ιατρός τηρεί ιατρικό αρχείο, σε ηλεκτρονική ή μη μορφή, το οποίο περιέχει δεδομένα που

συνδέονται άρρηκτα ή αιτιωδώς με την ασθένεια ή την υγεία των ασθενών του. Η τήρηση του

αρχείου αυτού και η επεξεργασία των δεδομένων του γίνεται με βάση την ισχύουσα νομοθεσία.

2. Τα ιατρικά αρχεία πρέπει να περιέχουν το ονοματεπώνυμο, το πατρώνυμο, το φύλο, την

ηλικία, το επάγγελμα, τη διεύθυνση του ασθενή , τις ημερομηνίες της επίσκεψης καθώς και

κάθε άλλο ουσιώδες στοιχείο για την παροχή lege artis φροντίδας στον ασθενή, όπως,

ενδεικτικά και ανάλογα με την ειδικότητα, τα ενοχλήματα της υγείας του και τον λόγο της

επίσκεψης, την πρωτογενή και δευτερογενή διάγνωση ή την αγωγή που ακολουθήθηκε.

3. Οι κλινικές και τα νοσοκομεία τηρούν στα ιατρικά τους αρχεία και τα αποτελέσματα όλων

των κλινικών και παρακλινικών εξετάσεων.

4. Η υποχρέωση διατήρησης ιατρικών αρχείων ισχύει:

(α) στα ιδιωτικά ιατρεία και τις λοιπές μονάδες πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας του ιδιωτικού

τομέα για μία δεκαετία από την τελευταία επίσκεψη του ασθενή και

(β) σε κάθε άλλη περίπτωση για μία εικοσαετία από την τελευταία επίσκεψη του ασθενή.

5. Ο ιατρός λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα έτσι ώστε στην περίπτωση επιστημονικών

δημοσιεύσεων να μην γνωστοποιείται με οποιοδήποτε τρόπο η ταυτότητας του ασθενή τον

οποίον αφορούν τα δεδομένα. Εάν, λόγω της φύσης της δημοσίευσης, είναι αναγκαία η

αποκάλυψη της ταυτότητας του ασθενή ή στοιχείων που υποδεικνύουν ή μπορούν να οδηγήσουν

στην εξακρίβωση της την ταυτότητάς του, απαιτείται η ειδική έγγραφη συναίνεσή του.

6. Ο ιατρός τηρεί τα επαγγελματικά του βιβλία με τέτοιο τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται το

ιατρικό απόρρητο και η προστασία των προσωπικών δεδομένων.

7. Στα ιατρικά αρχεία δεν πρέπει να αναγράφονται κρίσεις ή σχολιασμοί για τους ασθενείς, παρά

μόνον εάν αφορούν την ασθένειά τους.

8. Ο ασθενής έχει δικαίωμα πρόσβασης στα ιατρικά αρχεία καθώς και λήψης αντιγράφων του

φακέλου του. Το δικαίωμα αυτό, μετά το θάνατό του, ασκούν οι κληρονόμοι του, εφόσον είναι

συγγενείς μέχρι τετάρτου βαθμού.

9. Δεν επιτρέπεται σε τρίτο η πρόσβαση στα ιατρικά αρχεία ασθενή. Κατ' εξαίρεση επιτρέπεται

η πρόσβαση:

(α) στις δικαστικές και εισαγγελικές αρχές κατά την άσκηση των καθηκόντων τους

αυτεπάγγελτα ή μετά από αίτηση τρίτου που επικαλείται έννομο συμφέρον και σύμφωνα με τις

διαδικασίες, που προβλέπονται στο νόμο,

(β) σε άλλα όργανα της Ελληνικής Πολιτείας, που από τις καταστατικές τους διατάξεις έχουν

τέτοιο δικαίωμα και αρμοδιότητα, που ασκούνται σύμφωνα με το νόμο.

10. Ο ασθενής έχει το δικαίωμα πρόσβασης, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις, στα εθνικά ή

διεθνή αρχεία στα οποία έχουν εισέλθει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, που τον αφορούν.

Άρθρο 15: Σύγκρουση καθηκόντων

Ο ιατρός που βρίσκεται μπροστά σε σύγκρουση καθηκόντων, αντιμετωπίζει τη σύγκρουση αυτή

με βάση την επιστημονική του γνώση, τη σύγκριση των εννόμων αγαθών που διακυβεύονται,

τον απόλυτο σεβασμό της ανθρώπινης ζωής και αξιοπρέπειας και τη συνείδησή του στα

πλαίσια των αρχών του άρθρου 2 του παρόντος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄ :

ΣΧΕΣΕΙΣ ΙΑΤΡΟΥ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ

Άρθρο 16 : Ο ιατρός και η κοινωνία

1. Ο ιατρός γνωρίζει τον κοινωνικό χαρακτήρα του λειτουργήματός του. Ως εκ τούτου, έχει την

υποχρέωση, με βάση τις γνώσεις του, τις δεξιότητες και την πείρα που έχει αποκτήσει, να εφιστά

την προσοχή της κοινότητας, στην οποία ανήκει, σε θέματα που έχουν σχέση με τη δημόσια

υγεία και τη βελτίωση της ποιότητας των ιατρικών υπηρεσιών.

2. Ο ιατρός συμμετέχει σε επαγγελματικές ή και επιστημονικές οργανώσεις, που έχουν ως σκοπό

την προστασία των συλλογικών συμφερόντων της ιατρικής κοινότητας καθώς και τη μελέτη,

επεξεργασία, πρόταση και εφαρμογή συλλογικών μέτρων, που συμβάλλουν στη βελτίωση της

δημόσιας υγείας.

3. Ο ιατρός έχει δικαίωμα σεβασμού της προσωπικότητάς του και της ιδιωτικής του ζωής από

τον Τύπο και τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης κατά την άσκηση του ιατρικού λειτουργήματος.

4. Ο ιατρός οφείλει να συμμετέχει, ανεξάρτητα από την ύπαρξη ή μη συμβατικής ή άλλης

υποχρέωσής του, στην αντιμετώπιση έκτακτων και μαζικών καταστροφών και την οργάνωση και

παροχή πρώτων βοηθειών.

5. Ο ιατρός απέχει από οποιαδήποτε ενέργεια, η οποία μπορεί να οδηγήσει στον κοινωνικό

αποκλεισμό ή στη διακριτική μεταχείριση ασθενών ή ατόμων, που είναι φορείς νόσων, οι οποίες

ενδέχεται να προκαλέσουν κοινωνικό στίγμα. Αντίθετα, μεριμνά για το σεβασμό της

αξιοπρέπειας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους, παρέχοντας παράλληλα την καλύτερη

δυνατή επιστημονική αντιμετώπισή τους.

6. Ο ιατρός δίνει ιδιαίτερη προσοχή στην παροχή φροντίδας σε άτομα τα οποία ανήκουν σε

ευπαθείς ομάδες, όπως γυναίκες που ζουν σε ελλειμματικές συνθήκες ασφάλειας, παιδιά

προβληματικών οικογενειών, νεαρά άτομα που διαβιώνουν σε καταστάσεις υψηλού κινδύνου,

άτομα με χρόνια νοσήματα ή άτομα της τρίτης και τέταρτης ηλικίας.

7. Ο ιατρός παρέχει σε άτομα που ζουν σε φυλακές και στα παιδιά τους που ζουν σε ιδρύματα

εξίσου καλή φροντίδα, με εκείνη που παρέχεται στους υπόλοιπους πολίτες.

8. Στην περίπτωση παροχής φροντίδας σε λιγότερο προνομιούχες ομάδες ατόμων όπως οι

μετανάστες και οι πρόσφυγες, ο ιατρός λαμβάνει ιδιαίτερα υπόψη του την πολιτισμική

διάσταση της υγείας.

Άρθρο 17: Διαφήμιση – Παρουσία ιατρών στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης

1. Απαγορεύεται οποιαδήποτε προσωπική διαφήμιση ή συστηματική δημόσια παρουσία ή

αναφορά του ονόματος του ιατρού, άμεσα ή έμμεσα, η οποία προέρχεται είτε από αυτόν είτε

διενεργείται με δική του υποκίνηση.

2. Απαγορεύεται η ανάρτηση σε δημόσιο χώρο διαφημιστικών πινακίδων ή επιγραφών, η

διανομή φυλλαδίων, αγγελιών, δημοσιευμάτων ή οποιασδήποτε φύσης διαφημιστικών εντύπων

ή άλλων ανακοινώσεων στον έντυπο ή ηλεκτρονικό τύπο. Η χρήση των παραπάνω μέσων

επιτρέπεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

3. Απαγορεύεται η εντοίχιση επιγραφών ή πινακίδων με εμπορικό ή κερδοσκοπικό περιεχόμενο

καθώς και η ανάρτηση πινακίδων σε εξώστες, παράθυρα ή άλλα σημεία εκτός από την κύρια

είσοδο του τόπου της κατοικίας και της επαγγελματικής εγκατάστασής του και την πρόσοψη του

κτιρίου. Οι διαστάσεις των πινακίδων οι οποίες επιτρέπεται να αναρτηθούν στην κύρια είσοδο

της επαγγελματικής έδρας του ιατρού δεν μπορούν να είναι μεγαλύτερες των 0,25 Χ 0,30

εκατοστών και περιέχουν υποχρεωτικά και μόνον το όνομα, το επώνυμο, τον αριθμό μητρώου

του οικείου Ιατρικού Συλλόγου, τους μόνιμους τίτλους που έχουν αναγνωριστεί στην Ελλάδα,

την ειδικότητα και τις ημέρες και ώρες των επισκέψεων. Απαγορεύεται η επιδεικτική

διακόσμηση και ο φωτισμός των πινακίδων.

4. Οι πινακίδες είναι ομοιόμορφες. Ο ιατρός οφείλει, πριν την ανάρτηση, να υποβάλλει την

πινακίδα που προτίθεται να αναρτήσει, για έγκριση στον οικείο Σύλλογο, ο οποίος αποφαίνεται

εντός 15 εργάσιμων ημερών, άλλως θεωρείται ότι την εγκρίνει.

5. Οποιαδήποτε χρησιμοποίηση των παραπάνω ή παρεμφερών στοιχείων από τρίτους, οι

οποίοι έχουν σχέσεις συγγένειας, συνεργασίας ή εξάρτησης από τον γιατρό, με έμμεσο ή άμεσο

σκοπό τη διαφήμισή του, συνεπάγεται τις ίδιες κυρώσεις σε βάρος του γιατρού, τις οποίες

προβλέπει ο νόμος, εφόσον αποδεικνύεται ότι ο ιατρός γνώριζε τις ενέργειες των προσώπων

αυτών.

6. Η δημοσίευση εν γνώσει του ιατρού αγγελιών, επιστολών ή δηλώσεων με μορφή

ευχαριστηρίων ή συγχαρητηρίων και πραγματικών ή υποθετικών διαγνωστικών ή θεραπευτικών

επιτυχιών και ικανοτήτων του, η οποία στοχεύει στην επαγγελματική διαφήμιση, συνεπάγεται

τις ίδιες κυρώσεις.

7. Οποιαδήποτε επιτρεπόμενη παροχή πληροφοριών δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να οδηγεί

σε κατάχρηση της εμπιστοσύνης των ασθενών και σε εκμετάλλευση της έλλειψης ειδικών

ιατρικών γνώσεων από το κοινό.

8. Δεν συνιστούν ανεπίτρεπτη διαφήμιση:

(α) οι δημόσιες ανακοινώσεις για ιατρικά θέματα, εφόσον γίνονται από ειδικούς για θέματα της

ειδικότητάς τους και με γνώμονα την ενημέρωση των συναδέλφων ιατρών ή της κοινής γνώμης,

(β) η συμμετοχή σε δημόσιες συζητήσεις, στο γραπτό ή ηλεκτρονικό τύπο, με σκοπό την

ενημέρωση της κοινής γνώμης γύρω από θέματα αρμοδιότητας ή ειδικότητας του ιατρού ή του

πεδίου ευθύνης του, επίκαιρα ή μη, που την απασχολούν, εφόσον, βεβαίως, τηρούνται οι αρχές

της αβρότητας, της έντιμης εκφοράς κρίσεων και επιχειρημάτων και του σεβασμού της άλλης

άποψης, που διατυπώνεται με τους ίδιους κανόνες.

9. Η ενημέρωση του κοινού από τους ιατρούς σε θέματα της ειδικότητας ή του γνωστικού τους

αντικειμένου πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τις αρχές και τις κείμενες διατάξεις που διέπουν

την άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος και την Ιατρική Δεοντολογία. Η ενημέρωση πρέπει να

στηρίζεται αποκλειστικά σε στοιχεία απόλυτα τεκμηριωμένα και διεθνώς παραδεδεγμένα. Η

παρουσία του ιατρού πρέπει να περιορίζεται στα αναγκαία για την ενημέρωση πλαίσια και σε

καμία περίπτωση δεν πρέπει να υποκρύπτεται σκοπός διαφήμισης.

10. Δεν επιτρέπεται η δια των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης έκφραση απόψεων που μπορούν

να προκαλέσουν σύγχυση ή παραπλάνηση του κοινού για θέματα υγείας. Ο περιορισμός αυτός

ισχύει ιδιαίτερα όταν αφορά σε περιπτώσεις υποθέσεων οι οποίες εκκρεμούν ενώπιον

δικαστικών ή διοικητικών αρχών.

Άρθρο 18: Παρουσία των ιατρών στο διαδίκτυο

1. Οι ιατροί μπορούν να διατηρούν ιστοσελίδα στο διαδίκτυο στην οποία αναφέρονται ιδίως

τα οριζόμενα στο άρθρο 17.3 του παρόντος.

2. Το όνομα, η επωνυμία ή ο τίτλος που επιλέγει ο ιατρός για την ιστοσελίδα του ή την

ηλεκτρονική του διεύθυνση, πρέπει να συνάδει με την επαγγελματική του ευπρέπεια και

αξιοπρέπεια και να ανταποκρίνεται στις πραγματικά παρεχόμενες υπηρεσίες. Η ιστοσελίδα

πρέπει να αναφέρει τον χρόνο της τελευταίας της ενημέρωσης. Πρέπει επίσης να αναφέρει

οποιαδήποτε πιθανή σύγκρουση συμφερόντων.

3. Η ιστοσελίδα μπορεί να περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τις συμβάσε

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

  • 2 months later...

Άρθρο 26, Παράγραφος 1β να τροποποιηθεί. Τί θα πει χωρίς αντάλλαγμα; Εμ γίνεται guinea pig το υγιές υποκείμενο, δε δεν θα αποζημιώνεται;

Δε μιλάω για τεράστια ποσά που να δημιουργήσουν παράνομα κυκλώματα αλλά ένα χαρτζιλίκι για τον κόπο/χρόνο του θα έπρεπε να δίνουν. Προσωπικά, ακόμα και την αιμοδοσία- που μπορεί να είναι κάτι ανάμεσα σε έρευνα και θεραπεία για τρίτους- θα αποζημίωνα. Έστω και με δώρα (εισιτήρια σε μουσεία, θέατρα, κλπ) αν όχι με ρευστό χρήμα.

Απ'τη στιγμή που μιλάμε για υγειή άτομα και με εξαίρεση τις δωρεές οργάνων, νομίζω κάθε πράξη βιοϊατρικής έρευνας και συνεισφοράς θα πρέπει να αποζημιώνεται.

Τροποποιήθηκε από Prof.Wizard
Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

  • 1 year later...
-_- Το Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης πριν κάποιους μήνες έθεσε στη δημοσιότητα ένα σχέδιο νέου Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας. Θυμίζω ότι ο παλιός κώδικας χρονολογείται από το 1955.

Ξέρουμε αν το σχέδιο για το νέο κώδικα πέρασε τελικά;

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

  • 1 month later...

Να σας ρωτήσω κάτι ρε συνάδελφοι,εγω ειχα παει προ μηνός σε εναν ιδιώτη ιατρό να με εξετασει (ειχα υποβληθει σε αρθροσκοπική συνδεσμοπλαστικη προσθιου χιαστού πριν 4 μηνες στην Λαρισα) ε και μιας και σπουδάζω Πατρα,είπα να παω να με δει κι ενας εδώ.Βεβαια του ειπα οτι ειμαι φοιτητης Ιατρικής αλλά εκανε την παπια και μολις ειπα τι χρωσταω?(γνωριζοντας οτι υπαρχει αρθρο που απαγορευει την αμοιβη απο συναδελφο και φοιτητη Ιατρικής)μου πε αφοπλιστικά: 40ευρω φιλε....

Τα δωσα τι να κανα...Επρεπε να ειχα αντιδρασει αλλιώς?

Η τήρηση των αρθρων του κωδικα ειναι αυστηρά υποχρεωτική??

Eyxarisτώ εκ των προτέρων για τις απαντήσεις σας...

ΥΓ:Ενας "ριγμένος" φοιτητης Ιατρικής...

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

Να σας ρωτήσω κάτι ρε συνάδελφοι,εγω ειχα παει προ μηνός σε εναν ιδιώτη ιατρό να με εξετασει (ειχα υποβληθει σε αρθροσκοπική συνδεσμοπλαστικη προσθιου χιαστού πριν 4 μηνες στην Λαρισα) ε και μιας και σπουδάζω Πατρα,είπα να παω να με δει κι ενας εδώ.Βεβαια του ειπα οτι ειμαι φοιτητης Ιατρικής αλλά εκανε την παπια και μολις ειπα τι χρωσταω?(γνωριζοντας οτι υπαρχει αρθρο που απαγορευει την αμοιβη απο συναδελφο και φοιτητη Ιατρικής)μου πε αφοπλιστικά: 40ευρω φιλε....

Τα δωσα τι να κανα...Επρεπε να ειχα αντιδρασει αλλιώς?

Η τήρηση των αρθρων του κωδικα ειναι αυστηρά υποχρεωτική??

Eyxarisτώ εκ των προτέρων για τις απαντήσεις σας...

ΥΓ:Ενας "ριγμένος" φοιτητης Ιατρικής...

Ο κωδικας επιβαλλει να μη ζητουν χρηματα οι γιατροι σε συναδελφους, παρα μονο τα τυχον εξοδα (που εδω δεν υπηρχαν).

Σε αυτες τις περιπτωσεις -μιλαμε για μεγαλη γυφτια- αν ηξερες αξιζε να μη ρωτησεις τπτ, μα να κανεις εσυ την παπια.....

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

Ο κωδικας επιβαλλει να μη ζητουν χρηματα οι γιατροι σε συναδελφους, παρα μονο τα τυχον εξοδα (που εδω δεν υπηρχαν).

Σε αυτες τις περιπτωσεις -μιλαμε για μεγαλη γυφτια- αν ηξερες αξιζε να μη ρωτησεις τπτ, μα να κανεις εσυ την παπια.....

Δηλαδη για να καταλαβω,μπορω να παω σε οποιον γιατρο θελω,ιδιωτη και να εξεταστω,χωρις να πληρωσω φραγκο?Επισης ο κωδικας λεει πως το ιδιο ισχυει και για εργαστηριακες εξετασεις...Δηλαδη σε μικροβιολογο αν θελω να κανω τσεκ απ δε θα πληρωσω?

Ευχαριστω και παλι,

YG:Κι αν με σταματουσε και ελεγε,ε φιλε πουθ πας δε πληρωσες...χαχα,οντως γυφτος...

ΓΙΑ ΔΙΑΦΩΤΙΣΤΕ ΜΕ ΝΑ ΞΕΡΩ ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΠΡΟΝΟΜΙΑ ΜΟΥ Ως ΦΟΙΤΗΤΗς ΙΑΤΡΙΚΗς....

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

Δηλαδη για να καταλαβω,μπορω να παω σε οποιον γιατρο θελω,ιδιωτη και να εξεταστω,χωρις να πληρωσω φραγκο?Επισης ο κωδικας λεει πως το ιδιο ισχυει και για εργαστηριακες εξετασεις...Δηλαδη σε μικροβιολογο αν θελω να κανω τσεκ απ δε θα πληρωσω?

Ευχαριστω και παλι,

YG:Κι αν με σταματουσε και ελεγε,ε φιλε πουθ πας δε πληρωσες...χαχα,οντως γυφτος...

ΓΙΑ ΔΙΑΦΩΤΙΣΤΕ ΜΕ ΝΑ ΞΕΡΩ ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΠΡΟΝΟΜΙΑ ΜΟΥ Ως ΦΟΙΤΗΤΗς ΙΑΤΡΙΚΗς....

Για την απλη φυσικη εξεταση οι ΓΙΑΤΡΟΙ δεν ζητουν χρηματα απο συναδελφο.Οι γυφτοι ζητουν.Μα κοντρα στον κωδικα.Εχε και τα χαρτια να αποδεικνυουν ποιος εισαι γιατι ετσι που γιναμε....

Σε ο,τι αφορα ομως στις εργαστηριακες εξετασεις μπορει να πληρωσεις γιατι εκει εχουν εξοδα.

Προτιμησε το πανεπιστημιακο οπου εισαι-γιατι δεν πας εκει?Εγω οταν ημουν φοιτητρια εκει πηγαινα και ηταν ευγενικοτατοι.Εκει δεν θα πληρωσεις ουτε τα εργαστηριακα.

Link to comment
Μοιράσου σε άλλους δικτυακούς τόπους

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Επισκέπτης
Απάντησε σε αυτό το θέμα...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

×
×
  • Δημιουργία νέας...

Important Information

By using this site, you agree to our Terms of Use.